Τρεις τρομοκρατικές επιθέσεις (και 36 νεκροί) μέσα σε 10 εβδομάδες. Too much, όπως θα έλεγαν οι Αγγλοι. Ή, όπως είπε η Τερίζα Μέι (η οποία, αν πιστέψουμε τις δημοσκοπήσεις, μόνο περίπατο δεν θα κάνει στις μεθαυριανές εκλογές), «enough is enough». Πόσο επηρεάστηκαν οι Λονδρέζοι απότο νέο χτύπημα των τζιχαντιστών στην καρδιά της βρετανικής πρωτεύουσας; Πώς είναι άραγε όταν μια ζεστή, καλοκαιρινή έξοδος με ποτά, μουσική, Τσάμπιονς Λιγκ και ανάλαφρη διάθεση μετατρέπεται σε ματωμένο εφιάλτη;
Ας επιχειρήσουμε να απαντήσουμε με τέσσερις σκηνές που εκτυλίχθηκαν τις τελευταίες 48 ώρες.
ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ: Βόρειο Λονδίνο. Σάββατο, ώρα 22.30. Η είδηση φτάνει αστραπιαία στα κινητά μιας πολυεθνικής παρέας που πίνει μπίρες και τσιμπολογά σε μια παμπ (κάποτε έπρεπε να αναζητήσεις εσύ τα νέα: να αγοράσεις εφημερίδα, να ανοίξεις την τηλεόραση ή τον υπολογιστή σου. Σήμερα έρχονται και σε βρίσκουν εκείνα στο smartphone σου). «Οχι πάλι, δεν είναι δυνατόν» λέει μια κοπέλα. «Ηρέμησε, μπορεί να ήταν ατύχημα. Δεν λέει καν για τραυματίες» την καθησυχάζει κάποιος από την παρέα. Πενήντα λεπτά αργότερα, οι εικόνες της φρίκης που έρχονται από τη Γέφυρα του Λονδίνου και την αγορά του Μπόροου δεν αφήνουν περιθώρια για παρερμηνείες. «Είναι αρρώστια, μου κόπηκε η όρεξη» σχολιάζει η κοπέλα και η παρέα αλλάζει θέμα, σαν να θέλει να ξορκίσει το κακό με το να μην το μελετάει.
ΣΚΗΝΗ ΔΕΥΤΕΡΗ: Κουίνς Παρκ, Βορειοδυτικό Λονδίνο. Κυριακή, ώρα 13.20. Σε κάποιο σημείο του καταπράσινου πάρκου έχει στηθεί ένα ξυλόγλυπτο άγαλμα του Νώε, το οποίο φιλοτέχνησε το 2001 ο γάλλος εικαστικός Μισέλ Ματζονί. Περνώντας από μπροστά του, ένα ζευγάρι Αγγλων γύρω στα 40 κοντοστέκεται και διαβάζει την επιγραφή στη βάση του. «Νομίζω ότι ίσως χρειαζόμαστε και σήμερα έναν κατακλυσμό» παρατηρεί η γυναίκα. Δεν συγκράτησα την απάντηση του φίλου της. Εμοιαζε, πάντως, να συμφωνεί.
ΣΚΗΝΗ ΤΡΙΤΗ: μετρό, Σέντραλ Λάιν, μεταξύ των σταθμών Μποντ Στριτ και Μπανκ. Κυριακή, ώρα 16.00. Δύο Ελληνίδες, όχι περισσότερο από 55 ετών, συζητούν απέναντί μου χωρίς να γνωρίζουν ότι μπορώ να καταλάβω τι λένε. «Κοιτάς τον διπλανό σου με μισό μάτι και σκέφτεσαι αν θα μπορούσε αυτή τη στιγμή να κουβαλά μια βόμβα. Ιδίως αν είναι κάπως πιο μαυριδερός» λέει η μία. «Να γυρίσω πίσω έπειτα από τόσες δεκαετίες, αποκλείεται. Αλλά κάθε εβδομάδα κι από ένα χτύπημα δεν είναι νορμάλ. Πώς καταντήσαμε έτσι;» σχολιάζει η άλλη.
ΣΚΗΝΗ ΤΕΤΑΡΤΗ: Γέφυρα του Λονδίνου. Κυριακή, ώρα 16.25. Βρίσκομαι εκεί για τις ανάγκες του ρεπορτάζ. Την ίδια «έμπνευση» είχαν δεκάδες συνάδελφοί μου, κυρίως της τηλεόρασης. Από την Κιβωτό του Νώε στον Πύργο της Βαβέλ: ίσως πρώτη φορά ακούω ταυτόχρονα τόσο πολλές γλώσσες: τουρκικά, ρωσικά, κινεζικά, αραβικά, πορτογαλικά. Λίγα μέτρα από τον τόπο του αιματοκυλίσματος, οι δημοσιογράφοι κάνουν σταντ-απ και βγάζουν τα «ζωντανά» τους, καπνίζουν, γελάνε και αλληλοπειράζονται. Η ζωή συνεχίζεται. Το ίδιο και η ροή (του τηλεοπτικού προγράμματος). Λίγο νωρίτερα, είχα κάνει το λάθος να επιχειρήσω να διασχίσω τη γέφυρα. Λογάριαζα όμως χωρίς τον ένοπλο αστυνομικό (η διευκρίνιση απαραίτητη, καθώς στο Λονδίνο οι περισσότεροι αστυνομικοί δεν φέρουν οπλισμό) που άρχισε να μου φωνάζει να γυρίσω πίσω.
Τις τελευταίες ημέρες, άνδρες και γυναίκες σαν κι αυτόν κάνουν αισθητή την παρουσία τους σε πολυσύχναστα σημεία του Λονδίνου. Οι έλεγχοι στις τσάντες στις εισόδους εκδηλώσεων και φεστιβάλ, ακόμη και κάποιων κινηματογράφων, έχουν πληθύνει. «Ζω 10 χρόνια στο Λονδίνο και δεν είχα φανταστεί ποτέ ότι θα κινδυνεύσουμε από τρομοκρατικές επιθέσεις» λέει στα «ΝΕΑ» η γιατρός Κυριακή Σονίδου, η οποία τη στιγμή της επίθεσης βρισκόταν πολύ κοντά στη Γέφυρα του Λονδίνου. «Το σοκ ήταν μεγάλο. Νιώθω θλίψη γιατί ποτέ δεν είχα φοβηθεί σε αυτή την υπέροχη πόλη. Δεν μπορούμε να προβλέψουμε ποιες περιοχές είναι επισφαλείς, πόσα ακόμη χτυπήματα θα δεχθούν αθώοι και ανυποψίαστοι πολίτες. Υπάρχει αυξημένο επίπεδο ασφαλείας αλλά, παρ’ όλα αυτά, θεωρώ ότι γίνεται ένας άτυπος πόλεμος από μια μειοψηφία ενάντια στις πεποιθήσεις και τα θρησκευτικά πιστεύω ενός σημαντικού μέρους του πληθυσμού, σκορπίζοντας τον τρόμο και καταπατώντας το δικαίωμα στην ελεύθερη και ασφαλή διαβίωση».
«Το να εμποδιστούν νέες επιθέσεις είναι πρακτικά αδύνατο, καθώς οι επιτιθέμενοι αδιαφορούν για την ίδια τους τη ζωή, με μόνο μέλημα τη δημιουργία απωλειών στον “εχθρό” με οποιοδήποτε μέσο» μου λέει ο Χρήστος Κρεούζης, οικονομολόγος και επενδυτής, ο οποίος ζει στο Λονδίνο τα τελευταία 16 χρόνια. «Ωστόσο», προσθέτει, «είναι σημαντικό να δούμε τη μεγάλη εικόνα: πού βρισκόμαστε, τι πρεσβεύουμε και τι κατεύθυνση ενδιαφερόμαστε να ακολουθήσουμε. Μέσω του Brexit προσδοκάται η “ανάκτηση του ελέγχου” λόγω της συγκέντρωσης διαφορετικών πολιτισμών στη χώρα, ενώ διαχρονικά πραγματοποιείται συστηματική παρέμβαση στα εσωτερικά άλλων εθνών και πολιτισμών. Ποιο είναι μεγαλύτερο κόστος: ο λογαριασμός της ΕΕ, για τον οποίο ψηφίζουμε την Πέμπτη, ή οι απώλειες αθώων συνανθρώπων μας;».