Αρκεί η περιγραφή της σκηνής: τρεις τούρκοι πολίτες φτάνουν στο αστυνομικό τμήμα του Διδυμότειχου ζητώντας πολιτικό άσυλο. Οι αστυνομικοί που τους υποδέχονται τούς διαβεβαιώνουν ότι θα τους οδηγήσουν στην Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ. Αντ’ αυτού τούς οδηγούν στα σύνορα και τούς παραδίδουν στις τουρκικές Αρχές. Η σκηνή, καταγγέλλει η Ελληνική Ενωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, επαναλαμβάνεται λίγες ημέρες μετά. Ανάμεσα τους, αυτή τη φορά, είναι και τέσσερα παιδιά.
Μπορεί να φανταστεί κανείς τα πρόσωπα του δράματος –από τους συνοριακούς αστυνομικούς έως τους τούρκους πολίτες τους οποίους, σύμφωνα με τις πληροφορίες, παρέλαβαν μασκοφόροι. Ξέρει, όμως, ποια είναι τα πρόσωπα της συλλογικής μας τραγωδίας. Είναι οι αρμόδιοι υπουργοί και ο επικεφαλής μιας κυβέρνησης που ψώνιζαν όλα αυτά τα χρόνια είτε από τα ράφια της επαγγελματικής ευαισθησίας είτε από εκείνα του υπερπατριωτισμού. Είναι ο Νίκος Κοτζιάς, ο Νίκος Τόσκας, ο Σταύρος Κοντονής, ο Γιάννης Μουζάλας, ο Αλέξης Τσίπρας. Είναι οι ίδιοι που άλλοτε θα ολοφύρονταν για τους προδομένους ικέτες.
Αν απέναντι στους εταίρους της η κυβέρνηση συμβιβάστηκε, απέναντι στο καθεστώς Ερντογάν υποτάχθηκε. Οχι με δάκρυα στα μάτια του Σπίρτζη, αλλά στα κρυφά και με προπέτασμα τους λεονταρισμούς του Καμμένου στα τηλεπαράθυρα. Οι σκηνές στο Διδυμότειχο όμως είναι από το ίδιο έργο. Aπό εκείνο μιας εξουσίας που συνομιλεί με καθεστώτα –άλλοτε του Πούτιν, τώρα του Ερντογάν και αιωνίως του Μαδούρο, υφυπουργός του οποίου εξηγούσε χθες σε φιλοκυβερνητική εφημερίδα ότι αυτό που βιώνει η χώρα του δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια «εξέγερση της αστικής τάξης». Τι μένει; Ο τούρκος ομόλογός του να μας εξηγήσει ότι οι τούρκοι ικέτες είχαν έρθει στο Διδυμότειχο για εκδρομή.