Οι ΗΠΑ αναμένεται να ανακοινώσουν την Τρίτη ότι ενδέχεται να αποχωρήσουν από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αν δεν γίνουν μεταρρυθμίσεις, περιλαμβανομένης της άρσης της «αντι-ισραηλινής προκατάληψής» του, όπως την αποκαλεί η Ουάσινγκτον.
Η αμερικανίδα πρέσβης στον ΟΗΕ Νίκι Χέιλι είχε δηλώσει την προηγούμενη εβδομάδα ότι η Ουάσινγκτον θα αποφασίσει αν θα αποσυρθεί από το Συμβούλιο μετά το πέρας της συνεδρίασής του στη Γενεύη που θα διαρκέσει τρεις εβδομάδες.
Η επικριτική στάση του Συμβουλίου απέναντι στο Ισραήλ έχει προκαλέσει αρκετές φορές την αντίδραση των ΗΠΑ. Η Ουάσινγκτον μποϊκόταρε το Συμβούλιο για τρία χρόνια υπό την προεδρία του Τζορτζ Ου. Μπους, προτού επανέλθει υπό τον Μπαράκ Ομπάμα το 2009.
Η Χέιλι, σε άρθρο της στην «Washington Post» το Σαββατοκύριακο ζήτησε από το Συμβούλιο «να σταματήσει την πρακτική του να επιλέγει λανθασμένα το Ισραήλ για να το επικρίνει».
Η πιθανότητα απόσυρσης των ΗΠΑ έχει προκαλέσει ανησυχία μεταξύ των δυτικών συμμάχων τους και των ακτιβιστών.
Οκτώ οργανώσεις, μεταξύ αυτών η Freedom House και η Jacob Blaustein Institute, έστειλαν επιστολή στη Χέιλι τον Μάιο με την οποία της επεσήμαναν ότι η απόσυρση των ΗΠΑ θα είναι αντιπαραγωγική, καθώς θα μπορούσε να οδηγήσει «στην άδικη στοχοποίηση του Ισραήλ από το Συμβούλιο σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό».
Το Συμβούλιο δεν έχει άλλη εξουσία πέρα από το να επικρίνει τις κυβερνήσεις οι οποίες κατά την εκτίμησή του παραβιάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και να ζητεί να διεξάγονται έρευνες, όμως διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη διεθνή διπλωματία.
Το Ισραήλ και τα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη είναι ένα από τα μόνιμα θέματα στην ατζέντα του 47μελούς Συμβουλίου, που ιδρύθηκε το 2006.