Θα μπορούσε κανείς να τη χαρακτηρίσει και εθνικό σπορ των Ελλήνων αφού δίνει στη χώρα μας την τρίτη θέση ανάμεσα σε 41 χώρες απ’ όλο τον κόσμο. Τουλάχιστον αυτό δείχνουν τα στοιχεία έρευνας της Ernst & Young για το 2016, σύμφωνα με τα οποία το
81% των στελεχών στις ελληνικές επιχειρήσεις θεωρεί ότι η διαφθορά είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στη χώρα μας, ακολουθώντας την Ουκρανία (88%) και την Κύπρο (82%). Μάλιστα στην Ελλάδα, το ποσοστό αυτό είναι ανησυχητικά υψηλό και πάνω από χώρες όπως η Κένυα (79%), η Ινδία (78%), η Αίγυπτος (75%) και η Νιγηρία (73%).
Η επίδοση αυτή σε ευρωπαϊκό επίπεδο συγκρίνεται μόνο με της Σλοβακίας (81%), της Κροατίας (79%) και της Ουγγαρίας (78%), ενώ σε γειτονικές χώρες όπως η Βουλγαρία και η Τουρκία τα ποσοστό είναι αρκετά χαμηλότερο από την Ελλάδα και στη Ρουμανία κινείται στα δυτικοευρωπαϊκά επίπεδα –μόλις 31%. Αξιοσημείωτο είναι πάντως το γεγονός ότι το ποσοστό εκείνων που θεωρούν ότι η διαφθορά καλά κρατεί αυξήθηκε σημαντικά, καθώς το 2015 ήταν στο 61% δίνοντας στην Ελλάδα τη 12η θέση. Σύμφωνα με την έρευνα, μόλις το 12% του συνόλου των στελεχών έχει παραιτηθεί από τη θέση του για ζητήματα ανήθικης συμπεριφοράς. Το ποσοστό αυτό για την Ελλάδα διαμορφώνεται μόλις στο 2%. Οι 7 στους 10 Ελληνες δηλώνουν ότι δεν θα επέλεγαν την παραίτηση για ζητήματα ηθικής, ενώ οι 3 στους 10 δήλωσαν ότι αν και το σκέφτηκαν τελικά δεν παραιτήθηκαν. Επίσης, ο ένας στους 5 συμμετέχοντες στην έρευνα της Ernst & Young ανέφεραν ότι έχουν δεχτεί εσωτερικές πιέσεις να μην αποκαλύψουν πληροφορίες ή ανησυχίες τους σχετικά με φαινόμενα ανάρμοστης συμπεριφοράς που έχουν αντιληφθεί. Πάντως, μόλις το 21% των Ελλήνων γνωρίζει ότι η εταιρεία τους διαθέτει ειδική τηλεφωνική γραμμή καταγγελιών. Τέλος, το 69% των στελεχών στην Ελλάδα πιστεύει ότι οι εταιρείες τους θα πρέπει να παρακολουθούν διάφορες πηγές πληροφόρησης, όπως τα ποινικά μητρώα, τα ηλεκτρονικά μηνύματα, τις τηλεφωνικές συνομιλίες κ.λπ. ώστε να μειώσουν τον κίνδυνο απάτης, δωροδοκίας και διαφθοράς.