Ο πολιτικός που κρέμασε το πορτρέτο της Μάργκαρετ Θάτσερ στην Ντάουνινγκ Στριτ 10, το πρώτο από την εποχή του Ουίνστον Τσόρτσιλ, ήταν ένας πρωθυπουργός των Εργατικών, ο Γκόρντον Μπράουν. Ηταν μια ξεχωριστή τιμή που αποδόθηκε στη Σιδηρά Κυρία λίγο μετά τον θάνατό της με την οποία σύμμαχοι και πολιτικοί αντίπαλοι αναγνώριζαν την καταλυτική της επίδραση στη διαμόρφωση της σύγχρονης ταυτότητας της Βρετανίας.
Ούτως ή άλλως, η Θάτσερ είχε ακούσει πολύ λιγότερα στην πολιτική της ζωή απ’ όσα είχε ακούσει ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης από τους δικούς του αντιπάλους στη δική του –στην πραγματικότητα, δεν μπορούν καν να συγκριθούν η οξύτητα και τα είδη των επιθέσεων που δέχθηκαν η μία και ο άλλος. Από αυτήν την άποψη το πολιτικό της μνημόσυνο δεν ήταν μια σπάνια στιγμή πολιτικού πολιτισμού, αλλά ένα φυσικό του προϊόν. Και γι’ αυτό έμοιαζε περισσότερο με αυτό που ήταν στην πραγματικότητα και λιγότερο με μοιρολόι από επαγγελματίες μοιρολογίστρες, οι οποίες ρίχνουν και καμιά σπόντα για τον μακαρίτη την ώρα του καφέ.
Εντάξει, μόνο θετικά μπορεί να δει κανείς το γεγονός ότι ο πολιτικός αρχηγός που έριχνε κάποτε κατάρες από τη ζώνη του τηλεοπτικού λυκόφωτος κατέταξε χθες τον εκλιπόντα στους «σπουδαίους της πολιτικής». Αλλά και να μη σταθεί στο γεγονός ότι από τις ιστορικές αναγνώσεις άλλων αρχηγών έως τις ψευδοϊστορικές φαντασιώσεις του Καμμένου που καταγγέλθηκαν αυθόρμητα ως μύθευμα από την παρούσα τότε στο προεδρικό μέγαρο Αλέκα Παπαρήγα, το χθεσινό μνημόσυνο δεν ήταν ένα φωτεινό διάλειμμα αλλά προάγγελος για το επόμενο ξεμάλλιασμα. Που συνήθως γίνεται πάνω από το πτώμα μιας χώρας.