Η υπερθέρμανση του πλανήτη εξαιτίας της ατμοσφαιρικής ρύπανσης έχει εμφανείς συνέπειες στο περιβάλλον: περισσότεροι καύσωνες, πιο δυνατές καταιγίδες και αύξηση του επιπέδου της θάλασσας είναι μερικές από αυτές.
Τι επιπτώσεις θα έχει όμως στην υγεία; Οι έως τώρα μελέτες βασίζονται μόνο σε μοντέλα πρόβλεψης και περιλαμβάνουν εξάπλωση τροπικών νόσων (π.χ. ελονοσία, δάγγειος πυρετός), λιγότερους θανάτους από το ψύχος και περισσότερους από τη ζέστη ή ακόμα και περισσότερα νοσήματα των αγγείων εξαιτίας των αλλαγών της θερμοκρασίας.
Μια νέα μελέτη έρχεται να αποκαλύψει ένα ακόμα πρόβλημα: καθώς θα αυξάνεται η μέση θερμοκρασία της Γης, θα κοιμόμαστε λιγότερο.
Σε άρθρο τους που δημοσιεύθηκε προ ημερών στην επιθεώρηση «Science Advances», επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Σαν Ντιέγκο (UCSD) και άλλα ερευνητικά κέντρα των ΗΠΑ προβλέπουν ότι, καθώς θα αυξάνεται η μέση θερμοκρασία του περιβάλλοντος, θα αυξάνονται και οι ανήσυχες νύχτες, ιδίως το καλοκαίρι.
Το πρόβλημα θα είναι ιδιαιτέρως έντονο στους φτωχούς, οι οποίοι είναι λιγότερο πιθανό να διαθέτουν κλιματισμό στο σπίτι ή να έχουν τη δυνατότητα να τον χρησιμοποιούν, αλλά και στους ηλικιωμένους, ο οργανισμός των οποίων δυσκολεύεται να ρυθμίσει τη θερμοκρασία του.
Ειδικότερα, οι επιστήμονες προβλέπουν ότι αν παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα οι παγκόσμιες εκπομπές ρύπων, θα αυξάνονται οι ανήσυχες νύχτες. Ετσι, έως το 2050 ανά 100 πολίτες θα καταγράφονται 6 περισσότερες άυπνες νύχτες απ’ ό,τι σήμερα, ενώ έως το 2099 η αύξηση θα είναι 14 πρόσθετες άυπνες νύχτες για κάθε 100 πολίτες.
Οι επιστήμονες γνωρίζουν εδώ και πολλά χρόνια πως όταν κάποιος κοιμάται σε πολύ ψυχρό ή πολύ θερμό περιβάλλον, μπορεί να διαταραχθεί ο ύπνος του, αλλά έως τώρα ουδείς είχε διερευνήσει τι μπορεί να συμβεί όταν η αυξημένη θερμοκρασία οφείλεται στην κλιματική αλλαγή.
Στην παρούσα μελέτη, οι επιστήμονες ανέλυσαν τις απαντήσεις που είχαν δώσει για την ποιότητα και την ποσότητα του ύπνου τους 765.000 κάτοικοι από πολλές πολιτείες των ΗΠΑ και τις συνδύασαν με τις καιρικές συνθήκες στον τόπο κατοικίας τους για να δουν κατά πόσο οι συνθήκες αυτές σχετίζονταν με τον ύπνο. Με βάση τα στοιχεία που συγκέντρωσαν και τις προβλέψεις για τη μελλοντική εξέλιξη της κλιματικής αλλαγής, υπολόγισαν και τις δυνητικές επιπτώσεις στους ανθρώπους, εάν δεν ληφθούν μέτρα για να προστατευθεί το περιβάλλον.
«Ο ύπνος έχει τεκμηριωθεί από άλλες ερευνητικές ομάδες ως ένα από τα βασικά συστατικά για καλή υγεία» δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Νικ Ομπράντοβιτς, ερευνητής στη Σχολή Μεταπτυχιακών Προγραμμάτων Κένεντι του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ. «Οταν είναι λιγοστός, μπορεί να καταστήσει το άτομο ευάλωτο σε οξέα και χρόνια νοσήματα, καθώς και να βλάψει την ψυχολογική και νοητική λειτουργικότητά του. Η μελέτη μάς αποκαλύπτει ότι στον ύπνο παίζει μεγάλο ρόλο η περιβαλλοντική θερμοκρασία, την οποία μπορεί να επιδεινώσει σημαντικά η κλιματική αλλαγή».
Προγενέστερες μελέτες έχουν συσχετίσει την έλλειψη ύπνου με σοβαρά προβλήματα υγείας, ιδίως όταν είναι χρόνια. Στα προβλήματα αυτά συμπεριλαμβάνονται η καρδιοπάθεια, ο διαβήτης και η παχυσαρκία.
Η χρόνια έλλειψη ύπνου έχει επίσης σχετισθεί με αρνητικές επιδράσεις στη μνήμη, την προσοχή και τη σκέψη, καθώς και με κακή ψυχική διάθεση και (στις πιο σοβαρές περιπτώσεις) με την κατάθλιψη.