Είτε πρόκειται για καψώνι των δανειστών είτε για κυβερνητικές αλχημείες που αποκαλύφθηκαν και δεν τις προσπερνούν οι εταίροι, το Μαξίμου βρίσκεται και πάλι με την πλάτη στον τοίχο. Οχι για το χρέος που παραμένει μια αδιέξοδη υπόθεση, αλλά για τα προαπαιτούμενα με τα οποία διαβεβαίωνε –εαυτόν και αλλήλους –ότι είχε ξεμπερδέψει και πλέον μπορούσε να επαίρεται και να προβάλλει απαιτήσεις επειδή ανταποκρίθηκε πλήρως στις δεσμεύσεις.
Το παραμύθι ωστόσο δεν έχει τελειώσει ακόμη –και αναγκάζει την κυβέρνηση να επανέλθει άρον άρον στη Βουλή για να ζητήσει νομοθετική επιμήκυνση του παγώματος των συντάξεων έως το 2023, όπως και αλλαγές σε όσα μόλις προ τριών εβδομάδων είχαν ψηφιστεί για την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Πρόκειται για εξέλιξη που εκθέτει την κυβέρνηση, αλλά φανερώνει και κάτι βαθύτερο: οι αξιώσεις των δανειστών αναδεικνύουν την αναξιοπιστία της ελληνικής πλευράς και νομιμοποιούν στα μάτια της δικής τους κοινής γνώμης αποφάσεις που φαντάζουν σκληρές και βασανιστικές.
Η διαπραγμάτευση είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση και πρέπει να έχει γνώμονα τη βελτίωση της θέσης και των προοπτικών της χώρας. Με λεονταρισμούς και τακτικές κομπογιαννίτη καταλήγεις απλώς να επιβαρύνεις περαιτέρω τη δική σου θέση και όχι εκείνου που σε δανείζει. Πολύ περισσότερο όταν η οικονομία κινείται σε τεντωμένο σχοινί και η ανάταξη δείχνει όλο και πιο αβέβαιη. Η κυβέρνηση καταφέρνει ακόμη μία φορά η παράσταση με τους αδικημένους μαχητές να μη πείθει κανέναν. Το πρόβλημα είναι πως όλα αυτά τα φορτώνεται η χώρα –και οι πολίτες της.