Οταν ψηφίστηκαν τα μέτρα των 4,9 δισ. ευρώ, το αφήγημα είχε γραβάτα. Τις επόμενες ημέρες, χωρίς γραβάτα και ενδεχομένως και χωρίς πυξίδα, οι βουλευτές της συγκυβέρνησης θα κληθούν να σηκώσουν για μια ακόμα φορά τον σταυρό του Μνημονίου, ξαναψηφίζοντας μέτρα για τις συντάξεις και τις αλλαγές στα εργασιακά, ξηλώνοντας ακόμα και τις όποιες προσδοκίες είχαν καλλιεργηθεί για επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων από τις 21 Αυγούστου 2018. Παράλληλα, η «μεταρρύθμιση» στο πεδίο των συντάξεων για να κλείσει η αξιολόγηση πρέπει, κατά την άποψη των δανειστών, να γίνει ακόμα πιο οδυνηρή.

Οι συντάξεις απαιτούν οι δανειστές να παραμείνουν παγωμένες μετά τις νέες περικοπές έως και το τέλος του 2022, αντί για το 2021 που προβλέπει μέχρι σήμερα ο νόμος, οι δε συλλογικές διαπραγματεύσεις να επανέλθουν μόνο όταν (και εφόσον) ολοκληρωθεί το Πρόγραμμα Οικονομικής Προσαρμογής. Τυπικά, λήγει τον Αύγουστο του 2018. Πρακτικά, ουδείς γνωρίζει με ασφάλεια αν θα επεκταθεί, αν θα αντικατασταθεί από μια γραμμή προληπτικής πίστωσης ή από ένα νέο Μνημόνιο.

Η λίστα των 18 προαπαιτουμένων σε εκκρεμότητα, προκειμένου η τρόικα να βάλει την υπογραφή της στο λεγόμενο compliance report, την έκθεση συμμόρφωσης με την οποία θα πιστοποιείται η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, είναι αμείλικτη και η μάχη των διατυπώσεων δίνεται με αλλεπάλληλες συσκέψεις τις τελευταίες ημέρες.

Από την κυβέρνηση επιβεβαιώθηκε χθες ότι εντός των ημερών οι όποιες εκκρεμότητες απαιτούν νομοθετική ρύθμιση θα διευθετηθούν με τροπολογίες στη Βουλή.

Το πρώτο μεγάλο αγκάθι αφορά τις συντάξεις. Ο νόμος ο οποίος ψηφίστηκε τον Μάιο προβλέπει ότι εξουσιοδοτούνται οι υπουργοί Οικονομικών και Εργασίας να αυξάνουν ετησίως, αρχής γενομένης από την 1/1/2022, το συνολικό ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται, μετά τη θέση σε ισχύ του νόμου –επομένως μετά τις περικοπές -, με βάση συντελεστή που διαμορφώνεται κατά 50% από τη μεταβολή του ΑΕΠ και κατά 50% από τη μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του προηγουμένου έτους και δεν υπερβαίνει την ετήσια μεταβολή του πληθωρισμού.

Το προαπαιτούμενο της λίστας των δανειστών ορίζει ότι η δημοσιονομική εξοικονόμηση 1% του ΑΕΠ από τη μεταρρύθμιση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης θα πρέπει να διασφαλιστεί έως και το τέλος του 2022. Επομένως, έως τότε, εξηγούν αρμόδιες πηγές, δεν μπορούν να υπάρξουν αυξήσεις.

ΚΑΨΩΝΙ. Το δεύτερο καυτό προαπαιτούμενο της λίστας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως καψώνι από την πλευρά των δανειστών. Αφορά τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, θέμα το οποίο είχε αναγορευθεί σε μείζον πολιτικό ζήτημα από την κυβέρνηση, με τον Πρωθυπουργό να φτάνει ώς τη Σύνοδο της Ρώμης. Επειτα από πολύωρες διαπραγματεύσεις για τις διατυπώσεις, η κυβέρνηση αναγκάστηκε να ενσωματώσει στον νόμο διάταξη η οποία προβλέπει πως δεν θα αλλάξει τίποτα στο ισχύον πλαίσιο συλλογικών διαπραγματεύσεων έως το τέλος του Μνημονίου.

Στην εισηγητική έκθεση του νομοσχεδίου όμως, η οποία είχε κατατεθεί στη Βουλή, οι διατυπώσεις ήταν διαφορετικές. «Με την προτεινόμενη διάταξη, η αναστολή των αρχών της επεκτασιμότητας και της ευνοϊκότερης ρύθμισης αποσυνδέονται από το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής, καθώς προβλέπεται πως αυτή θα ισχύσει έως την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, δηλαδή έως τις 20/8/2018. Επομένως από τις 21/8/2018, το θεσμικό πλαίσιο των συλλογικών διαπραγματεύσεων επανέρχεται στο καθεστώς που όριζε ο Ν. 1876/1990».

Είναι ίσως η πρώτη φορά όπου οι δανειστές απαιτούν διόρθωση όχι στην ψηφισμένη διάταξη νόμου αλλά στην εισηγητική έκθεση του νομοσχεδίου. Ο Πολ Τόμσεν στο τελευταίο Eurogroup φέρεται να είπε στον Ευκλείδη Τσακαλώτο «δεν συμφωνήσαμε ημερομηνία», μέχρι προχθές πηγή του υπουργείου Οικονομικών ανέφερε ότι τη διόρθωση τη ζητά μόνο ο Τόμσεν, χθες όμως έγινε γνωστό ότι την απαιτούν συνολικά οι δανειστές.

Το ποτήρι του Μνημονίου αποδεικνύεται πολύ πικρό έως την τελευταία του –έως τώρα –γουλιά.