Τα σχόλια, οι διαφωνίες, οι αποδομήσεις ή οι έπαινοι έχουν αρχίσει εδώ και κάμποσες ημέρες. Η Wonder Woman, μισή θεά και μισή θνητή, μπορεί από τη μια να αναμετρηθεί στα ίσα με άρρενες της υπερηρωικής τάξης της. Από την άλλη, στην πρόσφατη κινηματογραφική εκδοχή της σε σκηνοθεσία της Πάτι Τζένκινς, που εσχάτως βγήκε και στις εγχώριες αίθουσες, επιχειρεί να τερματίσει έναν πόλεμο έπειτα από παρότρυνση ενός ομορφούλη αξιωματικού. Η στολή της είναι όσο σέξι απαιτεί ένα μπλοκμπάστερ, ενώ στις κοινωνικές της εμφανίσεις τα εντυπωσιακά φορέματα συμπληρώνονται όχι από γυναικεία αξεσουάρ αλλά από τεράστιες σπάθες. Σε μια συζητημένη σκηνή της ταινίας, ένας στρατηγός την υποτιμά με μια φράση του στυλ «όσο μεγαλόπρεπη κι αν είσαι, μπροστά μου δεν φτουράς» –κακό του κεφαλιού του. Και σε άλλο σημείο, ενώ η Wonder Woman σαπακιάζει τους κακούς, ένας χαρακτήρας παρατηρεί ότι μπροστά της «φοβάται και την ίδια στιγμή διεγείρεται». Είναι άραγε όλα αυτά συστατικά ενός φεμινιστικού μπλοκμπάστερ; Ή κάτι άλλο;
Οι χάρτινες καταβολές της δεν βοηθούν και πολύ. Σύμφωνα με το ντεμπούτο της το 1941, στο «All star comics» της DC, η Νταϊάνα Πρινς, άμωμος κόρη της αμαζόνας Ιππολύτης, προικισμένη με υπερδυνάμεις και ομορφιές από τους ολύμπιους θεούς, κάνει όσα κάνει γοητευμένη από τον αμερικανό αξιωματικό Στιβ Τρέβορ –κι όμως, υποτίθεται ότι ο δημιουργός της Τσαρλς Μούλτον την εμπνεύστηκε από τις φεμινίστριες της εποχής. Σε μια επανεκκίνησή της το 1986 η ηρωίδα αφήνει το νησί των Αμαζόνων όχι για να αγαπήσει, αλλά για να αντιμετωπίσει τον πολεμοχαρή Αρη που έχει ρημάξει τον κόσμο, χωρίς πάντως να διαθέτει ελεύθερη βούληση: η μοίρα της είναι προδιαγεγραμμένη και υποβοηθούμενη από την Αθηνά. Στην τελευταία της εκδοχή, το 2016, οι σεναριογράφοι Γκρεγκ Ρούκα και Νίκολα Σκοτ υπονοούν ότι η Wonder Woman είναι αμφιφυλόφιλη, ενώ τα κατορθώματά της οφείλονται ξεκάθαρα στις δικές της ικανότητες. Η τελευταία αυτή επαναφορά, της χάρισε επιτέλους και μια κινηματογραφική εμφάνιση, αρχικά στο περσινό «Batman Vs Superman: Dawn of Justice». Την υποδυόταν η ισραηλινή ηθοποιός Γκαλ Γκαντότ.
ΥΠΕΡΗΡΩΙΔΕΣ. Μιας και πήγαμε στα κινηματογραφικά, να πούμε ότι οι υπερηρωίδες ή οι μαχήτριες που έχουν γοητεύσει κατά καιρούς το Χόλιγουντ, έτσι γενικευτικά, με τα σημερινά δεδομένα μοιάζουν να αντανακλούν μια σχετική αμηχανία των μεγάλων στούντιο. Στο «Supergirl» του 1983 η πρωταγωνίστρια ήταν κάτι σαν τον Σούπερμαν με φούστα, χώρια που εισπρακτικά δεν τα πήγε ακριβώς περίφημα. Η Catwoman της Μισέλ Φάιφερ στο «Ο Μπάτμαν επιστρέφει» του Τιμ Μπάρτον ήταν εντυπωσιακή και περίπλοκη, όταν όμως η ίδια ηρωίδα απέκτησε τη δική της ταινία, με πρωταγωνίστρια τη Χάλι Μπέρι, το αποτέλεσμα ήταν μάλλον απογοητευτικά απλουστευτικό. Η υπολοχαγός Ρίπλεϊ της Σιγκούρνι Γουίβερ μπορούσε να αναμετρηθεί στα ίσα με ένα θηλυκό «Alien», όχι ωστόσο χωρίς να φοράει κοντά, ιδρωμένα μπλουζάκια, ενώ η Σάρα Κόνορ του «Εξολοθρευτή» είχε σαφή μητρικά κίνητρα. Η «Barb Wire» της Πάμελα Αντερσον και η «Lara Croft» της Αντζελίνα Τζολί κατάφεραν να γίνουν αφίσα σε δωμάτια αγοριών, επομένως μάλλον στον πολιτικώς ορθό 21ο αιώνα άρχισε το πράγμα να ευθυγραμμίζεται κάπως. Οι «Avengers» και οι «X-Men» πήραν σχετικά καλούς βαθμούς στα περί φύλων και η Τζένιφερ Λόρενς στο «Hunger Games» έριχνε βέλη, λες και κάθε γυναίκα μπορούσε να το κάνει. Για το μέλλον, η Marvel ετοιμάζει μια ταινία με την ομώνυμη καπετάνισσά της και η DC αναμένεται να αναβιώσει την «Batgirl».
Στο θέμα μας όμως. Για κάθε φεμινιστικό εγκώμιο που ακούει η Wonder Woman της Γκαλ Γκαντότ, για κάθε μπουνίδι που ρίχνει σε όποιον την παροτρύνει να γελάει γιατί φαίνεται ομορφότερη, υπάρχει και μια κριτική για την επαυξημένη και ταυτόχρονα αφελή και αθώα σεξουαλικότητά της. Παρότι και η κακιά της ιστορίας είναι μια επιστήμονας του 19ου αιώνα, η ταινία δεν παύει να έχει για πρωταγωνίστρια μια γυναικάρα που περιστοιχίζεται από μπρατσαράδες. Χρησιμοποιεί το «λάσο της αλήθειας» κυρίως σε άντρες, για τους οποίους βέβαια φαίνεται να μη γνωρίζει και πολλά. Κατά τα άλλα, η ταινία περιλαμβάνει μπόλικα σεξιστικά κλισέ, μπορεί όμως και να το κάνει για να τα ξεμπροστιάσει. Περνάει άραγε εκείνο το Τεστ Μπέχντελ, που εξετάζει το πλήθος των πρωταγωνιστριών ενός φιλμ, τη μεταξύ τους διάδραση και την ανεξαρτησία τους από τους άντρες; Λέγεται ότι το περνάει. Δεν παύει βέβαια να είναι ένα μπλοκμπάστερ, από εκείνα που όσο περισσότερα περιμένουν να κερδίσουν τόσο λιγότερα ρισκάρουν. Αλλά και σαν αυτά που εκτός από το να τραβούν το κοινό από το μανίκι, ενίοτε ξέρουν και να το ακολουθούν.