Τα φώτα της δημοσιότητας μπορεί να έπεφταν τότε στον Γκάλη, τον Γιαννάκη και τα άλλα παιδιά, αλλά υπήρχαν και αφανείς ήρωες πίσω από το προσκήνιο που η συμβολή τους ήταν καθοριστική για την επιτυχία.

Ο Νίκος Σισμανίδης είχε παίξει στα πέτρινα χρόνια της εθνικής ομάδας (Ευρωμπάσκετ 1965, 1969 και 1973) και γνώριζε από παλιά τον Κώστα Πολίτη. «Συνεργαστήκαμε για πρώτη φορά το 1986 στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Ισπανίας. Μου είχε απόλυτη εμπιστοσύνη και αρχίσαμε να εφαρμόζουμε τότε κάποιες καινοτομίες, για πρώτη φορά, που έπιασαν τόπο» λέει στα «ΝΕΑ» ο Νίκος Σισμανίδης, ο οποίος άλλαξε τα δεδομένα που ήξεραν μέχρι τότε οι παίκτες.

ΣΗΜΑΣΙΑ ΣΤΗ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΑ. «Είχαμε παρατηρήσει πριν από τρία χρόνια στο Ευρωμπάσκετ της Γαλλίας ότι η ομάδα έχανε τα περισσότερα παιχνίδια με μεγάλους αντιπάλους στο φινάλε και στον πόντο. Εκεί δουλέψαμε λοιπόν, καθώς αυτό σήμαινε πνευματική και σωματική κούραση. Στην Ισπανία η ομάδα είχε πάει πολύ καλά και έτσι το 1987 ξεκινήσαμε την προετοιμασία μας μένοντας σε ένα ξενοδοχείο στο Ναύπλιο, γιατί ήταν μια πόλη που βρισκόταν στον ίδιο γεωγραφικό παράλληλο με τη Σαραγόσα όπου ήμασταν το 1986. Εφαρμόσαμε για πρώτη φορά το γυμναστήριο με τα βάρη, ενώ αρχίσαμε να δίνουμε και συγκεκριμένες οδηγίες για τη διατροφή, πράγματα άγνωστα για την εποχή. Ο κάθε παίκτης είχε καρτελάκι που του ετοιμάζαμε με το πρωινό του. Ο Σταυρόπουλος, για παράδειγμα, έτρωγε λιγότερο γιατί ήταν λίγο πιο παχουλός, ενώ ο Χριστοδούλου είχε ειδική διατροφή προκειμένου να μην πρηστεί καθόλου το γόνατό του που είχε πρόβλημα» λέει ο έμπειρος καθηγητής φυσικής αγωγής, που αναλάμβανε μέχρι και τη μουσική υπόκρουση στην ομάδα. Ηταν αυτός που καθιέρωσε τον ύμνο του 1987.

«Στο πούλμαν τους έβαζα μουσική από το “Ρόκι” για να τους “φτιάχνουμε”, ενώ στο ΣΕΦ με το που μπαίναμε έκανα νόημα στον DJ και έπαιζε το “Final Countdown” και άλλα συγκεκριμένα τραγούδια που τους έφτιαχναν τη διάθεση».

ΒΟΛΤΕΣ ΤΑ ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ. Οσο για το μεγάλο μυστικό;

«Οι βιορυθμοί των παικτών και οι ώρες προπόνησης. Τις κάναμε με βάση την ώρα των αγώνων, δηλαδή 21.00-23.00, στη συνέχεια φαγητό στις δώδεκα το βράδυ και μετά τους έβγαζα βόλτα στη Γλυφάδα στη μία μετά τα μεσάνυχτα και έλεγαν τότε ότι ο Σισμανίδης έχει τρελαθεί και τους ξενυχτάει! Στο γήπεδο όμως πετούσαν. Σε συγκεκριμένα τεστ που είχαμε περάσει τους παίκτες έβγαινε ότι σε ένα ματς 40 λεπτών μπορούν να παίξουν σε φουλ ρυθμό 12 λεπτά. Οταν άρχισε το Ευρωμπάσκετ, τους είχα φτάσει αυτόν τον αριθμό στα 32 λεπτά!».

ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟ ΚΝΟW HOW. Ο Γκας Σαρηγιαννίδης βρέθηκε τυχαία στην Ελλάδα από τις ΗΠΑ όπου εργαζόταν στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο με το Σαν Ντιέγκο. Λόγω του Ρίτσαρντ Ντουρκσάιρ είχε την πρώτη επαφή με τον Παναγιώτη Γιαννάκη, όταν πήγε για το ντραφτ με τους Σέλτικς. Ηρθε στην Ελλάδα με τον Θανάση Χριστοφόρου.

«Τότε, στο Περιστέρι, είχαμε εφαρμόσει για πρώτη φορά γυμναστήριο με βάρη και είχαμε πάρει την άνοδο. Αργότερα με είχε πάρει και ο Γιάτσεκ Γκμοχ στο ποδόσφαιρο του Παναθηναϊκού για την τεχνογνωσία που είχα από τις ΗΠΑ σε αυτά τα θέματα. Ο Νίκος Σισμανίδης με τον οποίο γνωρίστηκα μαζί με τον συνάδελφό σας τον Τάκη Ευσταθίου έκαναν το κονέ με τον Κώστα Πολίτη. Ετσι μπήκα στην ομάδα ως φυσικοθεραπευτής, καθώς δεν μπορούσε να έχει δύο γυμναστές. Αυτό που δεν θα ξεχάσω στον κόουτς είναι ότι ποτέ δεν ανακατευόταν στη δουλειά του Νίκου και τη δική μου. Γενικά, αυτό που μου έχει μείνει, είναι ότι το 1987 δουλέψαμε συνολικά μια ομάδα σε όλους τους τομείς με συνεργασίες και ήρθε αυτό το αποτέλεσμα. Είναι αυτό που θα ήθελα να βλέπω συχνότερα στην Ελλάδα: συνεργασία» λέει ο Γκας, ο οποίος θυμάται: «Μας είχε κάνει τρομερή εντύπωση η κατάσταση στην οποία ήταν τότε οι παίκτες από τον Αρη, ο Γκάλης και ο Γιαννάκης ιδιαίτερα. Πολύ μπροστά από τους υπόλοιπους».

Οσο για τους παίκτες, χαλάρωναν με τη μουσική που έβαζε ο Γκας στο δωμάτιό του στο ξενοδοχείο: «Εκεί γινόταν η αποφόρτιση από το άγχος και μεταμεσονύχτιες κουβέντες με όλους. Ομορφα χρόνια, ωραίες αναμνήσεις».

Η γιόγκα και ο ταβλαδόρος Γκάλης

Οσο για το κερασάκι στην τούρτα της προετοιμασίας των διεθνών; «Τους κάναμε και γιόγκα! Με ένα τέταρτο ήταν σαν να ξεκουράζονταν έξι ώρες». Σε ένα μόνο θέμα ο Νίκος Σισμανίδης δεν έβρισκε λύση. Να νικήσει τον Γκάλη στο τάβλι. «Νομίζετε ότι απλά τον αφήναμε να κερδίζει για να έχει καλή διάθεση στους αγώνες, αλλά κανείς δεν μπορούσε να τον νικήσει» αποκαλύπτει.