«Σας ευχαριστώ γι’ αυτή τη συζήτηση», είπε κλείνοντας ο Βαγγέλη Βενιζέλος στον Στέλιο Ράμφο, «γιατί μου επιτρέψατε να ξεδιπλώσω αυτά που μέχρι τώρα έλεγα ως υπαινιγμούς». Η συζήτηση ενός πολιτικού και ενός φιλοσόφου είναι εξ ορισμού δύσκολη υπόθεση, ειδικά όταν είναι χωρίς συντονιστή. Οι δυο τους, όμως, όχι μόνο αποτέλεσαν το σημείο συνάντησης της χθεσινής βραδιάς αλλά και κατάφεραν «να μπουν ο ένας στα παπούτσια του άλλου»: ήταν πολλές φορές που ο Ράμφος μιλούσε σαν πολιτικός και ο Βενιζέλος σαν φιλόσοφος.
Κανείς, βέβαια, δεν κατάφερε να ξεφύγει τελείως από τον ρόλο του. Το επιχείρημα του Ράμφου ήταν κατά βάση φιλοσοφικό: αναφέροντας την ιστορική καθήλωση της Ορθοδοξίας ως κύρια αιτία για τον τρόπο που σήμερα αντιδρούν οι Ελληνες, εξήγησε πως η εμμονή με τη «σωτηρία της ψυχής», άφησε στο ασυνείδητο του λαού την αίσθηση πως το έλλογο είναι δευτερεύον επιτρέποντάς του να κυριαρχείται στο συναίσθημα και να δρα βάσει αυτού. Ο Βενιζέλος, ως πολιτικός, διαφώνησε, έχοντας μια διαφορετική οπτική για τον χριστιανισμό στο σύνολό του και σημειώνοντας πως από την απαρχή του το ελληνικό κράτος προσέτρεχε στη Δύση, της οποίας το παράδειγμα διάλεγε πάντα ιστορικά για να επιβιώσει. Στα βασικά, ωστόσο, συμφώνησαν και οι δύο: «Ο λαός ψηφίζει παραδείσους. Για να ονειρευτούμε πρέπει να σταματήσουμε να φαντασιωνόμαστε».
Οι μεταρρυθμίσεις. Παραδόξως, ήταν ο Ράμφος που σκιαγράφησε μια πρόταση για το «από δω και πέρα», δίνοντας τέσσερα στοιχεία μεταρρυθμιστικής πολιτικής που μπορούν να βγάλουν την Ελλάδα από τη σημερινή της κατάσταση: την ενίσχυση των ανεξάρτητων Αρχών, τον διαχωρισμό Εκκλησίας και Κράτους («λαμβάνοντας υπόψη τη μεγάλη της συμβολή στο χτίσιμό του, αλλά αναγνωρίζοντάς την ως δομικό πρόβλημα»), τις πολιτισμικές αλλαγές που είναι απαραίτητες για την αποκωδικοποίηση των συμβόλων και, τέλος, την ένταξη σε μια λογική αποκρατικοποιήσεων, η οποία δεν αφορά μόνο τις δημόσιες υπηρεσίες, αλλά τον πυρήνα του λαού –«να μην είναι όνειρο του κάθε Ελληνα να γίνει δημόσιος υπάλληλος, βρε παιδί μου», είπε χαρακτηριστικά και καταχειροκροτήθηκε από τους παρευρισκομένους.
Η σαλιάρα και ο θεσμός. Από τη συζήτηση δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι αναφορές στη σημερινή κυβέρνηση που, όπως είπε χαρακτηριστικά ο Ράμφος, θυμίζει «γκρουπ ψυχοθεραπείας»: «Δεν είναι δύσκολο να ψηφίσεις έναν άνθρωπο που του αρέσει να φοράει στολές παραλλαγής κάθε τόσο ή έναν άνθρωπο που δεν του αρέσει να φοράει γραβάτα», σχολίασε χαρακτηριστικά, με τον Βενιζέλο να συμπληρώνει πως «η γραβάτα έγινε δυτική σαλιάρα». Ανέφεραν ακόμη πως αντί η σημερινή κυβέρνηση να αναλάβει τις ευθύνες της, ζήτησε ελεημοσύνη και, όταν δεν κατάφερε να την πάρει, δημιούργησε ένα νέο αφήγημα με εχθρό «τους κακούς Ευρωπαίους». Ο Βενιζέλος ανέδειξε τις θεωρητικές ομοιότητες μεταξύ «εθνικολαϊκιστικής Δεξιάς και ριζοσπαστικής Αριστεράς, οι οποίες κυβερνούν σήμερα», ενώ ο Ράμφος σχολίασε δηκτικά: «Είπαν στον λαό πως είναι θεσμός, πως είναι θεσμός η όρεξή του. Σήμερα ξέρουμε πόσο στοίχισε αυτή η όρεξη».
Αξιζε μια τέτοια συζήτηση; Αν μη τι άλλο, το θερμό χειροκρότημα στους δύο συμμετέχοντες έδειξε πως καμιά φορά η πολιτική μπορεί να βγει κι «από τα δύσκολα».
Το συνέδριο του Κύκλου Ιδεών ολοκλήρωσε τις εργασίες του προσφέροντας μιαν εναλλακτική πινελιά πολιτικής και μην αφήνοντας αμφιβολία για τη μεταρρυθμιστική πορεία που έχει επιλέξει ο Βαγγέλης Βενιζέλος.