Συνεχίζονται όπως όλα δείχνουν οι διαφωνίες μέσα στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για την εφαρμογή του προγράμματος της ποσοτικής χαλάρωσης –του επονομαζόμενου QE –καθώς χώρες όπως η Γερμανία και η Ολλανδία ζητούν ουσιαστικά τον τερματισμό της.
Ο πρόεδρος της πανίσχυρης γερμανικής Μπούντεσμπανκ και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ Γενς Βάιντμαν ανέφερε χθες ότι το QE δεν έχει μόνο οικονομικές, αλλά και πολιτικές πλέον διαστάσεις. Ο Βάιντμαν υποστηρίζει ότι καθώς η ΕΚΤ αγοράζει τα κρατικά ομόλογα πολλών χωρών της ευρωζώνης, έχει μετατραπεί σε βασικό δανειστή τους. Αυτό πρακτικά σημαίνει, σύμφωνα με τον ίδιο, ότι όταν η ΕΚΤ θα θελήσει να βάλει τέλος στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, θα δεχτεί και πολιτικές πιέσεις για να καθυστερήσει την απόφαση αυτή.
Από την πλευρά του, ο κεντρικός τραπεζίτης της Ολλανδίας Κλάας Νοτ πιστεύει ότι το πρόγραμμα της ποσοτικής χαλάρωσης δεν έχει συμβάλει σημαντικά στην αύξηση του πληθωρισμού όπως θα επιθυμούσε η ΕΚΤ.
Η Γερμανία και σύμμαχοί της όπως η Ολλανδία πρακτικά πιστεύουν ότι το QE μάλλον δεν έχει φέρει τα αναμενόμενα αποτελέσματα και πως οι κίνδυνοι που δημιουργούνται από τη χορήγηση υπερβολικής ρευστότητας μάλλον δεν έχουν πλήρως αξιολογηθεί, όπως σημειώνει το Reuters.
Σήμερα ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη είναι πάνω από 1% και δεν αναμένεται σύντομα να πιάσει τον στόχο του 2% που θέτει η ΕΚΤ. Οι αντιδράσεις αυτές έρχονται σε μια σημαντική στιγμή για την ΕΚΤ, καθώς τα μέλη της ετοιμάζονται να βάλουν ξανά στο τραπέζι το θέμα του QE για να αποφασίσουν τι θα κάνουν μετά την ολοκλήρωσή του. Επισήμως το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης έχει προγραμματιστεί να τερματιστεί τον ερχόμενο Δεκέμβριο. Συνολικά οι αγορές κρατικών ομολόγων με βάση το πρόγραμμα αυτό αναμένεται να φτάσουν το χωρίς προηγούμενο ποσό των 2,3 τρισ. ευρώ. Η ΕΚΤ καλείται να αποφασίσει το φθινόπωρο για το εάν θα αρχίσει να μειώνει τις αγορές αυτές τερματίζοντας σταδιακά το QE.