Μαζί με τον συμπατριώτη του Αμος Οζ, ο οποίος είχε συμπεριληφθεί στη βραχεία λίστα, ήταν οι δύο «βετεράνοι» υποψήφιοι για το Διεθνές Μπούκερ, το οποίο ανακοινώθηκε χθες το βράδυ σε επίσημη τελετή στο Μουσείο Victoria & Albertτου Λονδίνου. Στο πρόσωπο του Νταβίντ Γκρόσμαν η κριτική επιτροπή επιβραβεύει προφανώς έναν κορυφαίο λογοτέχνη της εποχής, αλλά και την τόλμη του να δοκιμαστεί σε ένα νέο ύφος, στο μυθιστόρημα «A horse walks into a bar».
Ακόμη κι έτσι, πάντως, ο επίδοξος αναγνώστης θα πρέπει να περιμένει τις βασικές αρχές του ισραηλινού συγγραφέα: πίσω από την παραβολή ενός κωμικού που βομβαρδίζει το ακροατήριό του με βιτριολικά αστεία, ο 63χρονος Γκρόσμαν αφηγείται τις υπαρξιακές αγωνίες ενός δημιουργού, τα τραύματα και τις απώλειες ενός έθνους, το άγχος της γραφής που στοιχειώνει τους συγγραφείς. Ο κεντρικός ήρωας Γκρίνσταϊν έχει ανάγκη να εξομολογηθεί στο κοινό του τον υπαρξιακό του τρόμο, την ώρα που πρότυπα και ταμπού σωριάζονται στο έδαφος. Οπως λέει ο αφηγητής Λαζάρ σε ένα σημείο: «Πιστεύω ότι μας θύμιζε τη βαθιά επιθυμία του –αυτό που ξεχειλίζει από έναν άνθρωπο χωρίς να το ελέγχει. Δεν μπορεί να μπει σε λέξεις –κι αυτό είναι το μεγαλείο του».
Και για τον ίδιο τον Γκρόσμαν, που έχει χάσει τον γιο του σε στρατιωτική επιχείρηση, ο πόνος δεν μπορεί να μπει πλέον σε λέξεις, αλλά ο ισραηλινός συγγραφέας δεν καταθέτει τα όπλα. Πολιτικοποιημένος, κριτικός, διανοούμενος, είναι από πολλά χρόνια υποστηρικτής δύο ξεχωριστών κρατών Ισραηλινών και Παλαιστινίων, όπως και ο Αμος Οζ.
Γεννημένος στην Ιερουσαλήμ το 1954, ο Γκρόσμαν πήρε μέρος στον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ, σπούδασε φιλοσοφία και θέατρο στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της γενέτειράς του και εργάστηκε στο κρατικό ραδιόφωνο Kol Yisrael. Η συγγραφική του διαδρομή έκτοτε συμβαδίζει με τον κριτικό δημόσιο λόγο του που συχνά τον καθιστά «παρείσακτο» για μερίδα του ισραηλινού ακροατηρίου.
Οταν ξέσπασε ο πόλεμος στον Λίβανο το 2006, ύστερα από την απαγωγή δύο ισραηλινών στρατιωτών από τη Χεζμπολάχ, ο Γκρόσμαν αρχικά υποστήριξε την εισβολή στα εδάφη του Λιβάνου προβάλλοντας την ανάγκη του Ισραήλ να αμυνθεί. Κατά τη διάρκεια του πολέμου άλλαξε γνώμη και στις 10 Αυγούστου του 2006 μαζί με τους συμπατριώτες του Αμος Οζ και Αβραάμ Γεοσούα σε συνέντευξη Τύπου προέτρεψε την κυβέρνηση να προχωρήσει σε κατάπαυση του πυρός και διαπραγματεύσεις. Δύο ημέρες μετά, ο δευτερότοκος γιoς του Ούρι, λοχίας στα Τεθωρακισμένα, θα σκοτωθεί από αντιαρματικό πύραυλο στη διάρκεια επίθεσης στον Νότιο Λίβανο.
Η τραγική αυτή εμπειρία επιβιώνει στο αριστουργηματικό μυθιστόρημά του «Στο τέλος της γης» (Καστανιώτης, 2011), όπου ο γιος της Ορα, Οφερ, φεύγει για μια μεγάλη στρατιωτική επιχείρηση. Ταξιδεύοντας προς τη Γαλιλαία, σχεδόν απάγει τον Αβραμ, φίλο και εραστή της νιότης της, και περιπλανιέται στο Ισραήλ, κάνοντας το μόνο πράγμα που μπορεί για να προστατεύσει τον γιο της: μιλάει γι’ αυτόν και βιώνει την ιστορία της ζωής του. Στα ελληνικά κυκλοφορούν επίσης τα εξής βιβλία του Γκρόσμαν: «Το παιδί ζιγκ – ζαγκ» (Καστανιώτης, 1999), «Η μνήμη του δέρματος» (Καστανιώτης, 2006), «Το μέλι του λιονταριού» (Ωκεανίδα, 2008) και «Γράφοντας μες στο σκοτάδι» (Scripta, 2011).
Οι συνυποψήφιοι του Γκρόσμαν, εκτός από τον Αμος Οζ («Ιούδας», στα ελληνικά από τις εκδόσεις Καστανιώτης), ήταν ο Ματιάς Ενάρ («Πυξίδα», εκδόσεις Στερέωμα), που ήδη έχει πάρει και το «Γκονκούρ», η Δανή Ντόρτε Νορς («Mirror, Shoulder, Signal»), ο Νορβηγός Ρόι Γιάκομπσεν («The unseen») και η Σαμάντα Σεμπλίν από την Αργεντινή («Fever Dream»). Το βραβείο, που συνοδεύεται από έπαθλο 50.000 στερλίνων, απονέμεται εξ ημισείας και στη μεταφράστρια του βιβλίου –εν προκειμένω, την Τζέσικα Κοέν.