Είναι ο πρώτος βουλευτής που οδηγείται στη φυλακή από την άρση του θεσμού της βουλευτικής ασυλίας τον περασμένο χρόνο. Και ο πρώτος που καταδικάζεται για κατασκοπεία και μάλιστα με την εξοντωτική ποινή των 25 χρόνων κάθειρξη. Ο Ενίς Μπερμπέρογλου, βουλευτής του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος, κατηγορείται ότι είναι αυτός που έδωσε στην εφημερίδα «Τζουμχουριέτ» βίντεο από το οποίο προέκυπτε ότι οι τουρκικές μυστικές υπηρεσίες μετέφεραν οπλισμό στη Συρία. Η εφημερίδα είχε δημοσιεύσει το σχετικό ρεπορτάζ τον Μάιο του 2015: φορτηγά που ανήκαν στις μυστικές υπηρεσίες και υποτίθεται ότι μετέφεραν ανθρωπιστική βοήθεια στη Συρία, στην πραγματικότητα μετέφεραν στρατιωτικό εξοπλισμό που προοριζόταν για τη συριακή αντιπολίτευση –ενδεχομένως και για το Ισλαμικό Κράτος, μέλη του οποίου περνούσαν τότε ανενόχλητα από το τουρκικό έδαφος.

Η αποκάλυψη της «Τζουμχουριέτ» είχε στοιχίσει τότε τη σύλληψη του διευθυντή και του διευθυντή σύνταξης για εθνική προδοσία, ενώ η ίδια εφημερίδα είχε τεθεί σε καθεστώς επιτροπείας από τις τουρκικές Αρχές. Πηγή της πληροφορίας θεωρήθηκε ότι ήταν ο βουλευτής της αντιπολίτευσης Ενίς Μπερμπέρογλου. Για το κόμμα του, πάντως, ο στόχος της καταδίκης του Μπερμπέρογλου είναι προφανής. Και δεν είναι άλλος από τον εκφοβισμό της αντιπολίτευσης και όλων εκείνων που θεωρεί ενοχλητικούς το κυβερνών κόμμα. Οπως είπε ο αντιπρόεδρος του Λαϊκού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος Εντζίν Αλτάι, η απόφαση του δικαστηρίου αποδεικνύει ότι η Δικαιοσύνη ελέγχεται από τα όργανα της εκτελεστικής εξουσίας. Και η εξουσία δεν κάνει και πολλά για να το κρύψει: η συνταγματική αναθεώρηση που εγκρίθηκε πρόσφατα με δημοψήφισμα από τους τούρκους πολίτες δίνει το δικαίωμα στον τούρκο πρόεδρο να διορίζει τα περισσότερα μέλη του Ανώτατου Δικαστηρίου.

Ο Ταγίπ Ερντογάν είχε αναγνωρίσει τότε ότι τα φορτηγά ανήκαν στη ΜΙΤ, ενώ είχε ισχυριστεί ότι μετέφεραν ανθρωπιστική βοήθεια στους Τουρκμένους που μάχονταν τόσο εναντίον του σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Ασαντ όσο και του Ισλαμικού Κράτους. Ο τούρκος πρόεδρος είχε εξαπολύσει δριμεία επίθεση εις βάρος τόσο του διευθυντή της «Τζουμχουριέτ» Τζαν Ντουντάρ όσο και του επικεφαλής του γραφείου της Αγκυρας Ερντέμ Γκουλ, υποστηρίζοντας μεταξύ άλλων ότι υπονόμευαν τη διεθνή εικόνα της Τουρκίας. Παράλληλα είχε απειλήσει ευθέως τον Ντουντάρ, ο οποίος έχει καταφύγει στη Γερμανία, ότι «θα πλήρωνε ακριβά» για την αποκάλυψη που είχε κάνει η εφημερίδα του.

Ο Τζαν Ντουντάρ και ο Ερντέμ Γκουλ είχαν καταδικαστεί πέρυσι σε πέντε χρόνια κάθειρξη για αποκάλυψη κρατικών μυστικών που αφορούσαν άλλη υπόθεση, ενώ ο εισαγγελέας έχει προτείνει ποινή δέκα ετών για την υπόθεση που σχετίζεται με τα φορτηγά. Μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος, πέρυσι τον Ιούλιο, έχουν συλληφθεί 500.000 άτομα, ενώ 150.000 έχουν φυλακιστεί ή απολυθεί από τις δουλειές τους.

Καφκικά ευτράπελα και «μυστικοί κωδικοί»

«Οταν οι αστυνομικοί μπήκαν στο σπίτι μας, στη Μπουγιουκάντα (σ.σ. Πρίγκιπος), και είδαν τη βιβλιοθήκη του πατέρα μου, νόμιζαν ότι η αρίθμηση των βιβλίων σχετιζόταν με κάποιον μυστικό κωδικό. Δεν μπορούσαν να καταλάβουν ότι τα αρχειοθετούσε απλώς με λατινικούς αριθμούς και την ημερομηνία που τα είχε αποκτήσει». Είναι ένα ευτράπελο που διηγείται στη «Ρεπούμπλικα» η 30χρονη Μέριτς, κόρη του δικαστή των Ηνωμένων Εθνών Αϊντίν Σεφά Ακάι. Αλλά είναι το ευτράπελο μιας καφκικής ιστορίας: ο Ακάι κρατείται εδώ και εννέα μήνες στις φυλακές ως συνένοχος στην απόπειρα πραξικοπήματος του περασμένου Ιουλίου. Το έγκλημά του ήταν ότι είχε στην κατοχή του δύο απαγορευμένα βιβλία και η χρήση μιας εφαρμογής που είχαν χρησιμοποιήσει και οι πραξικοπηματίες. Ο δικαστής συνελήφθη τέσσερις μήνες μετά την πραξικοπηματική απόπειρα και σήμερα δικάζεται για «στήριξη της τρομοκρατίας».