«Πολύ κακό για το τίποτα. Μετά τους ψευτοπαλληκαρισμούς, η συνήθης άνευ όρων παράδοση καθώς τρεις εβδομάδες μετά το Eurogroup στις 22/5, η κυβέρνηση συμφώνησε σε αυτά που για επικοινωνιακούς λόγους απέρριπτε», σχολίασε η Φώφη Γεννηματά για την απόφαση του Eurogroup.
Η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και επικεφαλής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης τόνισε ότι «με τον κ. Τσίπρα και τους ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ δεν νικούν στο τέλος οι καλοί, όπως μας είπαν. Δυστυχώς χάνει πάντα η Ελλάδα», ενώ επισήμανε ότι «χρειάστηκε ένας χρόνος διαπραγματεύσεων και 4,5 δισ. νέα δυσβάσταχτα μέτρα, για να επαναληφθούν οι εξαγγελίες του Μαΐου του 2016 ότι ρυθμίσεις για το χρέος θα γίνουν στο μέλλον, μετά τη λήξη του προγράμματος. Αν και εφόσον… ».
Οπως αναφέρει η κ. Γεννηματά, πρόκειται για άλλη μια αποτυχημένη διαπραγμάτευση, άλλη μια ευκαιρία χαμένη. «Πέρασαν δυόμισι χρόνια με σκληρή λιτότητα και ύφεση χωρίς προοπτική. Η κυβέρνηση Τσίπρα κοστίζει ακριβά στον τόπο. Ο,τι κι αν λένε, η καταδίκη του λαού έρχεται αμείλικτη»,καταλήγει.
Το Ποτάμι
«H δεύτερη αξιολόγηση που θα έπρεπε να κλείσει τον Φεβρουάριο του 2016 έκλεισε τώρα» σχολιάζει το Ποτάμι για το αποτέλεσμα του Eurogroup.
Η κυβερνητική προπαγάνδα βλέπει παντού νίκες ενώ η πραγματικότητα είναι διαφορετική, σημειώνει το Ποτάμι. Τα 8,5 δισ. ευρώ εισπράττονται σήμερα μετά από ενάμιση χρόνο αβεβαιότητας και με «τεράστιο κόστος για την οικονομία που μεταφράστηκε σε επιπλέον μέτρα», ενώ για το χρέος, επί της ουσίας «υιοθετήθηκε το σχέδιο Σόιμπλε με μικροβελτιώσεις, περισσότερο για να τηρηθούν τα προσχήματα».
«Η κυβέρνηση θυμήθηκε τώρα ότι το μεγάλο στοίχημα είναι η ανάπτυξη. Αλλά το στοίχημα αυτό είναι ανίκανη να το κερδίσει. Η ανάπτυξη, οι επενδύσεις, η επιχειρηματικότητα, είναι έννοιες ξένες με το πολιτικό DNA των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ» σχολιάζει το Ποτάμι.
Πιο αναλυτικά, επί των αποτελεσμάτων του Eurogroup, σημειώνει: «Αποφασίστηκε η εφαρμογή μέτρων για το χρέος, ’’στο βαθμό που είναι απαραίτητο (to the extent necessary)’’, μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος το 2018 και δίχως να δημιουργεί επιπλέον κόστος στα άλλα κράτη-μέλη (not lead to additional costs for other beneficiary Member States)».
Η επέκταση των ωριμάνσεων του δανείου του EFSF προσδιορίζεται να έχει εύρος από 0 έως 15 χρόνια. «Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι μπορούν να επεκταθούν ως 15 χρόνια, αλλά μπορούν και να μείνουν ως έχουν δίχως καμιά επέκταση».
Ορίστηκε ως στόχος η διατήρηση μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3.5% ως και το 2022, ενώ μετά το 2022 και μέχρι το 2060, τα πλεονάσματα θα πρέπει να υπερβαίνουν ελαφρώς το 2%. Ομως, «πλεονάσματα αυτού του ύψους, προκειμένου να μη χρειαστούν πιο αποφασιστικά μέτρα αναδιάρθρωσης για τόσο μεγάλο διάστημα, θα είναι πρωτοφανή και θα λειτουργήσουν αρνητικά για την ανάπτυξη» προσθέτει το Ποτάμι.
«Η σύνδεση του χρέους με την ανάπτυξη, έτσι όπως γίνεται, σημαίνει ότι όσο χειρότερα πηγαίνει η οικονομία, τόσο μεγαλύτερη ελάφρυνση θα έχουμε. Δεν προβλέπεται κανένας συγκεκριμένος τρόπος σύνδεσης χρέους-ανάπτυξης. Η επεξεργασία του μηχανισμού παραπέμπεται στο μέλλον».
»Δεν υπάρχει απολύτως καμία αναφορά στο πρόγραμμα Ποσοτικής Χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που θα βοηθούσε στην ταχύτερη πρόσβαση στις αγορές και στην ανάπτυξη».
»Γίνεται αναφορά στην επιστροφή των κερδών από τα ελληνικά ομόλογα που διακρατούν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και οι κεντρικές τράπεζες του Ευρωσυστήματος, τα οποία είχαμε κερδίσει το 2012 και χάσαμε με τις καταστροφικές επιλογές Τσίπρα-Βαρουφάκη το 2015, και τον Μάιο του 2016 είχε ανακοινωθεί ότι θα δοθούν» καταλήγει το Ποτάμι.