Η συμφωνία στο Eurogroup έχει την κατεύθυνση που περιέγραφα και σε προηγούμενο κείμενο στα «ΝΕΑ» (2/6/2017). Πιο ευκρινείς διατυπώσεις, μεγαλύτερη χρηματοδότηση, μετάθεση αποσαφηνίσεων. Κρατά εντός προγράμματος το ΔΝΤ –άρα διατηρείται ενεργός η πίεση για το χρέος και εμμέσως αναγνωρίζεται η ανάγκη ανασχεδιασμού του. Η συμφωνία ενέχει μια μορφή «ρήτρας ανάπτυξης», συναρτά το αναπτυξιακό σκέλος με το προφίλ χρέους. Αυτή η ποιοτική μετατόπιση καθιστά τους δανειστές πιο «δεσμευμένους» στο να έχουν μεγαλύτερη μέριμνα για το αναπτυξιακό και όχι μόνο το αποταμιευτικό σκέλος των προγραμματικών σχέσεων με τη Ελλάδα.
Αυτό που έχει ενδιαφέρον (και κρισιμότητα) είναι ένα διαφορετικό πεδίο «διαπραγμάτευσης», που νομίζω μπορεί να εκλογικεύσει τους κομματικούς αναπροσδιορισμούς, τις επικράτειες και να απαντήσει στο καθαυτό πρόβλημα της πολιτικής αυτοβουλίας.
Τα μεγαλύτερα εμπόδια για ενδεχόμενες πολιτικές συνθέσεις στον χώρο της Κεντροαριστεράς είναι δύο: από τη μια η εξω-ιδεολογική σύσπαση της πολιτικής παραγωγής και αυτοεννόησης κι από την άλλη η πίκρα. Ειδικά για το δεύτερο: πολλά πρόσωπα έχουν το αίσθημα προσωπικής ματαίωσης, δεν αντέχουν το ένα το άλλο, επινοούν κάθετες διαφωνίες, αναδεικνύουν διαδικαστικές λεπτομέρειες σε ερεβώδεις διαφορές. Πολλοί βρίζουν –γιατί έχουν υβριστεί -, κακιώνουν, κρατάνε μούτρα. «Μας θέλετε γιατί στα δύσκολα μας έχετε ανάγκη», «θα συνεργαστούμε μόνο με έναν ηττημένο ΣΥΡΙΖΑ» κ.λπ. Ο καθένας ψάχνεται, μανιάζει, ανασκουμπώνεται. Η πίκρα μπορεί να γίνει προσδιοριστικό πολιτικής; Ο Αντώνης Σαμαράς κατέρριψε την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Συνυπήρξε όμως –έστω δύσκολα –με τα παιδιά του. Κατίσχυσε εσωκομματικά της –εμφανώς πιο προικισμένης –Ντόρας Μπακογιάννη, τον διαδέχθηκε εντούτοις ο Κυριάκος. Η πίκρα είναι πολιτικά εύπλαστο υλικό.
Γιατί η Κεντροαριστερά είναι ζητούμενο στο τόπο μας; Μόνο για λόγους «χωροταξικής» αδυναμίας; Ή μήπως γιατί οι μεγάλες εθνικές εκκρεμότητες μπορούν να απαντηθούν κυρίως με τους κοσμοθεωρητικούς όρους της; Για παράδειγμα: το κοινωνικό κράτος. Κατέρρευσε ασύμμετρα λόγω εκπτώχευσης και καταχρήσεων. Για την ανασυγκρότησή του λείπουν οι πόροι ή πρέπει να αφαιρούνται φορολογικά από άλλες παραγωγικές ζώνες της οικονομίας. Απάντηση σε αυτό το δομικό και πολλαπλό πρόβλημα μπορεί να δοθεί με πείσματα ή κακιούλες;
Είναι σίγουρο ότι για οποιαδήποτε μορφή σύγκλισης και συμπρακτικής ώσμωσης χρειάζεται επιμελημένη δουλειά. Η νέα πολιτική απαίτηση δεν μπορεί να αρκεστεί στην αθροιστική λογική μιας κομματικής μικρόνοιας, τις δημόσιες σχέσεις, τις συγκολλήσεις κομμάτων, τις αθροίσεις ποσοστών.
Ο βαθύτερος λόγος υπονόμευσης της κεντροαριστεράς ανασύνθεσης είναι ότι έχουν καταστραφεί τα στρώματα που αυτοεννοούνταν ως το κοινό της. Σε μια χώρα υποτυπώδους παραγωγής, η μεσότητα υπήρξε περισσότερο μίμηση παρά θέση στην κοινωνική διαστρωμάτωση. Το πρόβλημα λοιπόν που δυσκολεύει τη σύνθεση και σύνδεση είναι αυτή ακριβώς η ιδεολογική «αντι-ύλη», όχι μόνο οι καθηλώσεις σε «εκδικητικές» ή εγωμανείς συμπεριφορές. Εντούτοις η ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς είναι το κύριο πεδίο κοινωνικής ανάταξης.
Ο μεσαίος χώρος δυστυχώς καταστρέφεται ως εννοιακή επικράτεια, ως κέλυφος νοηματικού, πολιτιστικού προσδιορισμού. Πρέπει να εργαστούμε ξεκινώντας από τον δύσκολο ιστό…
Ο Δημήτρης Σεβαστάκης είναι βουλευτής Σάμου, πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων