Μοιάζει με διεστραμμένη αναστροφή της πραγματικότητας. Κάποιοι αστυνομικοί εκφράζουν την πρόθεσή τους να συγκεντρωθούν στην Πλατεία των Εξαρχείων. Και κάποιοι αναρχικοί ή, τέλος πάντων, κάποιοι που δηλώνουν τέτοιοι, τους απειλούν ότι θα τους «υποδεχθούν». Σε αυτήν την αναστροφή της πραγματικότητας οι πρώτοι αναλαμβάνουν τον ρόλο ενός ειρηνικού κινήματος πρόθυμου να γνωριστεί, να συζητήσει, να δοκιμαστεί στον διάλογο. Και οι δεύτεροι εκείνον μιας άγριας δύναμης καταστολής, έτοιμης να πνίξει στο αίμα τη διαδήλωση των παιδιών των λουλουδιών με τα πηλήκια.
Αν από τη μια πλευρά στέκονται άοπλοι οι εντολοδόχοι μιας βίας που σε μια δημοκρατική κοινωνία θεωρείται η μόνη νομιμοποιημένη, στην άλλη περιμένει πάνοπλος ο όχλος μιας βαρβαρότητας. Αν οι μεν είναι «μπάτσοι», εξ αγχιστείας απόγονοι των κλομπ του αστυνομικού κράτους που σήμερα «πουλάνε την ηρωίνη», οι δε είναι οι άτεγκτοι φρουροί μιας Επανάστασης που, όπως φαίνεται από την αρνητική στάση του υπουργού Προστασίας του Πολίτη απέναντι στις προθέσεις των διαδηλωτών αστυνομικών, δεν έχει συντελεστεί μόνο στο φαντασιακό τους. Οι φρουροί είναι εκεί για να ελέγξουν, να συμμορφώσουν, να τιμωρήσουν, να δείρουν όχι μόνο τους αστυνομικούς, αλλά όσους θεωρούν παραβάτες των νόμων τους.
Η συγκέντρωση στα Εξάρχεια πιθανότατα δεν θα γίνει. Κι αυτό από μόνο του είναι ένα χαμένο στοίχημα για τη δημοκρατία. Είναι ήττα για ένα Σύνταγμα που υποτίθεται ότι εγγυάται το δικαίωμα του συνέρχεσθαι σε όλους τους πολίτες. Για τους ίδιους τους φρουρούς, όμως, που αντικαθιστούν ένα κράτος με ένα άλλο, μια βία με μια άλλη, είναι συντριβή. Γιατί υποτίθεται ότι κατέκτησαν μια πλατεία για την ελευθερία τους. Και την μετατρέπουν σε νησίδα ανελευθερίας.