O Νίκος Παππάς ήθελε να κάνει πλάκα εις βάρος της αντιπολίτευσης και των μέσων που αυθαιρέτως ταυτίζει με αυτήν. Ενώ λοιπόν βρισκόταν σε εξέλιξη το Eurogroup, έγραψε στο twitter: «Τα πρωτοσέλιδα είναι από τώρα έτοιμα. Αν κλείσει συμφωνία, “Τα έδωσαν όλα, δε (sic) πήραν τίποτα”. Αν δε (sic) κλείσει, “Καταστρέφεται η χώρα κλπ, κλπ”».
Αν αφήσουμε στην άκρη ότι δεν ξέρει τον κανόνα για το τελικό «ν», ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής είχε αυτή τη φορά δίκιο. Πράγματι, αυτά ήταν τα δύο σενάρια. Ευτυχώς, και παρά τους λεονταρισμούς των τελευταίων ημερών, η κυβέρνηση επέλεξε το πρώτο. Κι έτσι κράτησε για άλλη μία φορά τη χώρα σε αναμονή. «Standby», που είπε κι η Κριστίν Λαγκάρντ, αναφερόμενη στη συμμετοχή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στο πρόγραμμα.
Οσο κι αν πανηγυρίζουν τα κυβερνητικά non-paper, όσες χυδαιότητες κι αν αναρτήσει στο twitter ο υπουργός Εθνικής Αμυνας ή μέλη της οικογένειάς του, η συμφωνία που επετεύχθη στο Λουξεμβούργο είναι μια κακή συμφωνία. Αρκεί να διαβάσει κανείς το αναλυτικό άρθρο του Ευάγγελου Βενιζέλου στο ΑΠΕ – ΜΠΕ για να καταλάβει τι συνέβη προχθές το βράδυ και τι θα μπορούσε να έχει συμβεί εβδομάδες, μήνες, χρόνια νωρίτερα. Παρ’ όλα αυτά, είναι μια συμφωνία που κρατά τη χώρα ζωντανή. Αρρωστη, αλλά με τα σωληνάκια στη θέση τους. Αδύναμη, αλλά όχι εγκαταλελειμμένη. Με μια τυχοδιωκτική κυβέρνηση, αλλά και με μια κοινή γνώμη πιο ώριμη σε σχέση με την αρχή της κρίσης.
Μπορεί το πολιτικό προσωπικό να εκμεταλλευθεί τις αναφορές του κειμένου της συμφωνίας στην ανάπτυξη –την ίδρυση εθνικής αναπτυξιακής τράπεζας, την παραλλαγή της πρότασης Λεμέρ για τη ρήτρα ανάπτυξης –ώστε να χαράξει μια θετική πορεία που θα βγάλει τη χώρα από την κρίση; Σε οποιαδήποτε άλλη χώρα, αυτό θα ήταν το βασικό ερώτημα της επόμενης ημέρας. Οχι όμως εδώ. Γιατί κουλτούρα συναίνεσης στην Ελλάδα δεν υπήρχε ποτέ. Και η εθνικολαϊκιστική κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ την έκανε ακόμη πιο δύσκολη.
Πράγματι, όταν από το πρωί μέχρι το βράδυ σε στολίζουν με διάφορες εκδοχές του γερμανοτσολιά, πώς μπορείς να συμβάλεις στην επίλυση ακόμη και του θέματος που δημιουργήθηκε από την απειλή της Ισπανίας και της Ιταλίας να ασκήσουν βέτο αν δεν δοθεί αμνηστία σε τρία στελέχη του ΤΑΙΠΕΔ που διώκονται για απιστία; Οταν αποκαλύπτεται ότι ο Αλέξης Τσίπρας ζήτησε από τους εταίρους του –και πήρε! –προθεσμία τριών εβδομάδων για να ισχυρίζεται στο εσωτερικό ότι διαπραγματεύεται για μια συμφωνία που επί της ουσίας είχε ήδη κλείσει, πόση σοβαρότητα, πόση αξιοπιστία, πόσο πολιτικό κεφάλαιο εν τέλει του έχουν απομείνει;
Τα δημοσιεύματα του ξένου Τύπου για τα οποία υπερηφανεύεται η κυβέρνηση είναι πράγματι συγκινητικά. Περιγράφουν όμως μια χώρα που είναι για λύπηση. Μιλούν για έναν «καημένο» πρωθυπουργό που χρειάζεται μια οποιαδήποτε παραχώρηση για να μπορεί να μιλά για θρίαμβο. Η καλοσύνη των ξένων για μια χώρα σε διαρκή αναμονή έδωσε τη θέση της στην κόπωση, η κόπωση στην οργή, και η οργή στον οίκτο. Αυτό κατάφερε η πρώτη φορά Αριστερά. Και γι’ αυτό υπερηφανεύεται.