Στα παραμύθια, στο τέλος κερδίζει ο καλός. Το Eurogroup όμως δεν είναι παραμύθι. Ο συμβιβασμός της ελληνικής κυβέρνησης δεν φέρνει ούτε γραβάτες όπως τις οραματιζόταν ο Αλέξης Τσίπρας και λύσεις «too good to be true», ούτε καθαρό διάδρομο για το χρέος, ούτε άμεση ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, ούτε πλήρη συμμετοχή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου την οποία προπλήρωσαν οι Ελληνες με σκληρά μέτρα 5,5 δισ. ευρώ.

Ακόμα και στο μέτωπο της δόσης, στο οποίο ο σλοβάκος υπουργός Οικονομικών είχε προβλέψει ότι ο Ευκλείδης Τσακαλώτος «θα γυρίσει στην Αθήνα με μια βαλίτσα λεφτά», τα κεφάλαια είναι μετρημένα και με δόσεις. Στις αρχές Ιουλίου αναμένονται 6,9 δισ. ευρώ τα οποία δεν θα μείνουν ούτε μέρα στην Ελλάδα, δεδομένου ότι αφορούν πληρωμές ομολόγων, αλλά και 800 εκατ. ευρώ για την πληρωμή μέρους των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου ύψους 5 δισ. ευρώ.

Μια δεύτερη υποδόση ύψους 800 εκατ. ευρώ αναμένεται μετά το καλοκαίρι, υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα θα έχει χρησιμοποιήσει και δικούς της πόρους για την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων χρεών. Εως το τέλος του έτους δεν προβλέπεται νέα εκταμίευση, σύμφωνα με τον επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ, ο οποίος σημείωσε με νόημα ότι οι ανάγκες μπορούν να καλυφθούν από το πρωτογενές πλεόνασμα.

Το αποτέλεσμα του Eurogroup δυστυχώς δεν απέχει πολύ από το να δικαιώσει τον Σόιμπλε. Πριν από την έναρξη της συνεδρίασης με μια φαρμακερή δήλωση ο γερμανός υπουργός Οικονομικών υποστήριξε πως «είχαμε εδώ και τρεις εβδομάδες συμφωνία, αλλά οι Ελληνες ζήτησαν άλλες τρεις για επικοινωνιακούς λόγους».
ΦΡΑΣΤΙΚΕΣ ΒΕΛΤΙΩΣΕΙΣ. Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος έβαλε χθες την υπογραφή του σε μία παραλλαγή της συμφωνίας την οποία είχε απορρίψει στις 22 Μαΐου, χαρακτηρίζοντάς την μάλιστα (τότε) ως τη χειρότερη των χειρότερων.
Η χειρότερη των χειρότερων, με κάποια γλυκαντικά (δημιουργία Επενδυτικής Τράπεζας) και φραστικές βελτιώσεις, έγινε χθες συμβιβαστική λύση, για την οποία μάλιστα ο υπουργός Οικονομικών δήλωσε πως είναι «πολύ ευτυχέστερος σε σχέση με μία εβδομάδα νωρίτερα και σε σχέση με την 22α Μαΐου».
Η αντίδραση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, όπως αποτυπώθηκε στις δηλώσεις της Κριστίν Λαγκάρντ, είναι αυτή η οποία αποκαλύπτει το πραγματικό χθεσινό αποτέλεσμα.

Το Ταμείο, κατά δήλωση της Λαγκάρντ, συνεχίζει να θεωρεί ότι το ελληνικό χρέος παραμένει μη βιώσιμο. «Κανείς δεν υποστηρίζει ότι είναι η καλύτερη λύση, αλλά είναι η δεύτερη καλύτερη λύση» είπε, σχολιάζοντας το αποτέλεσμα του Eurogroup. Στήριξε την άποψή της αυτή σε τρεις παραμέτρους: στο σενάριο της καταστροφής το οποίο απεφεύχθη (θα υπήρχε κρίση στα μέσα Ιουλίου αν δεν υπήρχε συμφωνία, είπε), στην προάσπιση των μεταρρυθμίσεων και στη διατήρηση της «διαρκούς υπόσχεσης» για την ελάφρυνση χρέους.

Η πρώτη αντίδραση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άλλωστε, είναι ενδεικτική της στάσης που θα κρατήσει στο μείζον (κατά την κυβέρνηση όλο το προηγούμενο διάστημα) θέμα της ένταξης της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. «Λαμβάνουμε υπόψη τη συζήτηση στο Eurogroup την οποία βλέπουμε ως ένα πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση της εξασφάλισης βιωσιμότητας χρέους» ήταν το σχόλιο κύκλων της ΕΚΤ. Για ένταξη στο QE όπως είναι γνωστό δεν αρκεί ένα πρώτο βήμα, αλλά η ίδια η βιωσιμότητα του χρέους.
Ερωτηθείς σχετικά ο Ευκλείδης Τσακαλώτος αρκέστηκε να πει ότι δεν μπορεί να προκαταβάλει τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δεδομένου ότι πρόκειται για ανεξάρτητο οργανισμό.
ΤΙ ΠΗΡΑΜΕ – ΤΙ ΔΩΣΑΜΕ. Μετά την ψήφιση ενός εφιαλτικού πακέτου πρόσθετων μέτρων για συνταξιούχους και φορολογουμένους, η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύτηκε για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ έως και το 2022, όπως και για πρωτογενή πλεονάσματα «ίσα ή μεγαλύτερα αλλά κοντά στο 2% του ΑΕΠ την περίοδο από το 2023 έως και το 2060». Το αποτέλεσμα αυτό σχολιάστηκε από τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών Γιώργο Χουλιαράκη με τη φράση «για πρώτη φορά έχουμε ένα τόσο καλό σετ παραμέτρων για το δημοσιονομικό μονοπάτι πέραν του 2023». Πρακτικά, η δέσμευση για πρωτογενή πλεονάσματα 2% του ΑΕΠ ή και παραπάνω, για μια περίοδο 37 ετών μετά το 2022, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη διατήρηση των συνθηκών λιτότητας στη χώρα και τους πολίτες της, αξιολογείται από την κυβέρνηση… θετικά.

Το Eurogroup δηλώνει έτοιμο να εφαρμόσει επεκτάσεις των ωριμάσεων των δανείων του EFSF κατά 0 έως 15 χρόνια (η κυβέρνηση δεν κατάφερε να απαλείψει το μηδέν, το οποίο είχε περιληφθεί και στο σχέδιο ανακοινωθέντος, το οποίο απορρίφθηκε τον Μάιο) αλλά και να κάνει χρήση των κεφαλαίων από τα κέρδη ομολόγων τα οποία διακρατούν ΕΚΤ και κεντρικές τράπεζες (προβλεπόταν ήδη).

Επί των διατυπώσεων, ο στόχος τον οποίο είχε περιγράψει ο Ευκλείδης Τσακαλώτος προ ημερών στη Βουλή για απάλειψη της έκφρασης «αν χρειαστεί», σχετικά με την εφαρμογή των πρόσθετων μέτρων για το χρέος, δεν επετεύχθη. Η διατύπωση από «if needed» έγινε «to the extend needed». Με λίγα λόγια, το «εάν χρειαστεί» μετουσιώθηκε «στον βαθμό που θα χρειαστεί».

Τα δε πρόσθετα μέτρα για το χρέος είναι απολύτως ξεκάθαρο σε όλους τους τόνους ότι θα εφαρμοστούν μετά τη λήξη του προγράμματος και υπό την προϋπόθεση της επιτυχούς ολοκλήρωσής του, τον Αύγουστο του 2018.
Στις δηλώσεις τους τόσο ο Γερούν Ντεϊσελμπλούμ όσο και ο Κλάους Ρέγκλινγκ του ESM έκαναν συχνές αναφορές στο «εφόσον χρειαστεί», ενώ δεν παρέλειψαν καθόλου τυχαία να υπενθυμίσουν ότι η χθεσινή απόφαση ελήφθη στη βάση της απόφασης του Μαΐου 2016, όπως ακριβώς ζητούσε ο Σόιμπλε από την πρώτη στιγμή.

ΔΝΤ… ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ. Στη βάση των αποφάσεων του Eurogroup, η Κριστίν Λαγκάρντ ανακοίνωσε ότι προτίθεται να υποβάλει στο Εκτελεστικό Συμβούλιο πρόταση για καταρχήν έγκριση προγράμματος με κεφάλαια έως 2 δισ. δολάρια. Η απόφαση αναμένεται να ληφθεί έως τις 27 Ιουλίου, αλλά δεν πρόκειται να υπάρξει εκταμίευση κεφαλαίων μέχρι την ώρα που θα δοθεί από την πλευρά της ευρωζώνης πλήρης σαφήνεια αναφορικά με τα μέτρα για το χρέος.

Οι δηλώσεις Λαγκάρντ και Ντεϊσελμπλούμ άφηναν να εννοηθεί ότι τα μέτρα για το χρέος ενδέχεται να διευκρινιστούν περαιτέρω το επόμενο διάστημα και πριν από την ολοκλήρωση του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018, κλείνοντας έτσι πολιτικά το μάτι στην κυβέρνηση ότι μετά τις γερμανικές εκλογές μπορεί να ξανασυζητήσουν το ζήτημα. Στο ανακοινωθέν του Eurogroup όμως δεν υπάρχει η παραμικρή σχετική αναφορά, ενώ ακόμα και το περιβόητο γαλλικό μοντέλο με τη διασύνδεση χρέους – ανάπτυξης παραπέμπεται ασαφώς στο μέλλον.

Η ΕΞΟΔΟΣ ΣΤΙΣ ΑΓΟΡΕΣ. Το πλαίσιο το οποίο διαμορφώνεται με βάση την απόφαση του Eurogroup κάθε άλλο παρά ανοίγει τον δρόμο για την έξοδο στις αγορές και την απαγκίστρωση από τα Μνημόνια. Παρότι το δίδυμο Τσακαλώτου – Χουλιαράκη ρωτήθηκε χθες αναφορικά με τον κίνδυνο νέου Μνημονίου με τη λήξη του τρέχοντος το καλοκαίρι του 2018, απέφυγε να απαντήσει. Ακόμα και στο ερώτημα για το πότε θα μπορέσει η Ελλάδα να σταθεί βιώσιμα στις αγορές ο υπουργός Οικονομικών δήλωσε αναρμόδιος, επικαλούμενος τεχνικά θέματα και παραπέμποντας το ζήτημα στον επικεφαλής του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους.

Το κυβερνητικό αφήγημα για άμεση έξοδο στις αγορές στηρίζεται πλέον μόνο στην τελευταία παράγραφο του ανακοινωθέντος του Eurogroup «ενόψει της ολοκλήρωσης του τρέχοντος προγράμματος τον Αύγουστο του 2018, το Eurogroup δεσμεύεται να παράσχει στήριξη στην Ελλάδα για την επιστροφή στις αγορές. Το Εurogroup συμφωνεί ότι θα παράσχει μελλοντικές εκταμιεύσεις όχι μόνο για την πληρωμή ληξιπρόθεσμων χρεών αλλά και για τη δημιουργία ρευστότητας ώστε να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών και να διευκολυνθεί η επιστροφή στις αγορές».