Δεν το είπε ο Νίκος Κοτζιάς αυτοπροσώπως. Το είπαν, όμως, οι αξιωματούχοι του υπουργείου του: Η Ελλάδα μπλόκαρε σχέδιο απόφασης που θα κατέθετε η ΕΕ στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ για τις διώξεις των αντιφρονούντων στην Κίνα επειδή η ενέργεια αυτή συνιστά «μη εποικοδομητική κριτική» απέναντι στο κινεζικό καθεστώς.
Το βέτο είναι κατανοητό για μια χώρα που την ενδιαφέρουν μόνο οι μπίζνες με τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη. Μπορεί να είναι κατανοητό και για μια χώρα της οποίας ο πρωθυπουργός είχε πει κάποτε ότι «μπορεί τα κομμουνιστικά καθεστώτα να είχαν αυτό το τεράστιο έλλειμμα ελευθερίας, αλλά τουλάχιστον είχαν στο κέντρο της σκέψης τους τον άνθρωπο». Αλλά είναι εντελώς ακατανόητο για μια χώρα που επαίρεται ότι γέννησε τη δημοκρατία. Κι ακόμη περισσότερο για μια χώρα πολλοί πολίτες της οποίας υπέστησαν διώξεις και βασανισμούς ακριβώς επειδή επέκριναν το αστυνομικό κράτος και διεκδίκησαν το δικαίωμά τους στην ελεύθερη πολιτική βούληση.
Η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ δεν προσβάλλει με το βέτο της μόνο τη σημερινή Ελλάδα. Δεν είναι ότι πληγώνουν την εικόνα της κάνοντας τους εταίρους να την βλέπουν ως τίποτε περισσότερο από εμπορικό αντιπρόσωπο του Πεκίνου. Δεν είναι η «τουλάχιστον ανέντιμη» στάση του εμποράκου που εκθέτει. Η προσβολή είναι και απέναντι σε εκείνη την Ελλάδα που αγωνίστηκε για να γίνει μια σύγχρονη δημοκρατία. Απέναντι στα θύματα των αυταρχικών και των ολοκληρωτικών καθεστώτων που την κυβέρνησαν στη νεότερη ιστορία της. Ευτυχώς, εκείνη η Ελλάδα δεν υπάρχει πια. Δυστυχώς, όμως, υπάρχει η Ελλάδα του εμποράκου. Εκείνη που παραδίδει τους τούρκους ικέτες στο καθεστώς Ερντογάν. Κι εκείνη που βουλώνει το στόμα της Ευρώπης για τους κινέζους αντιφρονούντες.