Γιατί μόνο στα ΤΕΙ και όχι στα ΑΕΙ; Μέχρι ποιο σημείο θα φτάσουν οι διακρίσεις στην εκπαιδευτική διαδικασία; Για την ιδέα του υπουργείου Παιδείας ο λόγος, να εισέρχονται οι Ρομά σε ορισμένα τμήματα τεχνολογικών ιδρυμάτων χωρίς εξετάσεις, η οποία ακούστηκε ως «αντίμετρο» μετά τον θάνατο του 11χρονου μαθητή στο Μενίδι από αδέσποτη σφαίρα. Από μόνη της θα ήταν μια ανέξοδη υπόσχεση, το πρακτικό αντίκρισμα της οποίας ελέγχεται ήδη από τη στιγμή της εξαγγελίας της. Θα ήταν ένας ακόμη επικοινωνιακός αυτοματισμός της κυβέρνησης για να ρίξει την μπάλα μακριά από τις «στραβές» του Γιάννη Μπαλάφα και το «κοινωνικό φαινόμενο» των Ρομά, όπως επιβάλλει η πολιτική ορθότητα στην ανακοίνωση των συναρμόδιων υπουργών.
Δεν είναι όμως μόνο μια υπόσχεση που οδηγεί σε αδιέξοδο. Συνιστά και απροκάλυπτη διάκριση για τη λοιπή μαθητική κοινότητα, από τη στιγμή που καταργείται το βασικό κριτήριο εισαγωγής. Το έλλειμμα αυτό δύσκολα θα μπορέσουν να το αντιμετωπίσουν οι απανταχού «δικαιωματικοί» μέσα στην παραζάλη της προάσπισης μειονοτήτων. Οσο αυστηρό κι αν ακούγεται, η απαλλαγή από τις εξετάσεις για τα ΤΕΙ –έστω και προσαρμοσμένες σε διαφορετικές ανάγκες –δεν αποτελεί μέτρο κοινωνικής πρόνοιας. Οι ίδιες οι εξετάσεις είναι απαραίτητος σταθμός σε μια διαδικασία που οφείλει να είναι και να φαίνεται εξίσου διαφανής και απαρέγκλιτη για όλους τους συμμετέχοντες.
Αλλά εκτός από διάκριση, είναι και κομμάτι ενός παζλ που αποκαλύπτει την προσέγγιση της κυβέρνησης όσον αφορά την εκπαίδευση. Από την «αριστεία» του Αριστείδη Μπαλτά, περάσαμε στην έξωση καθηγητών του εξωτερικού από τα Συμβούλια των Ιδρυμάτων, στη συμμετοχή φοιτητών στην πανεπιστημιακή διοίκηση από την πίσω πόρτα και στην «επιστροφή» του ασύλου ως ιερού ταμπού. Ο άσος στο μανίκι, έτσι κι αλλιώς, παραμένει: η εισαγωγή των επίδοξων φοιτητών στα ΑΕΙ χωρίς τις αντίστοιχες εξετάσεις. Οπότε ακόμη μία υπόσχεση δεν έβλαψε κανέναν –ειδικά όταν νιώθει σε απόσταση αναπνοής τα ποιοτικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων.