Την αναίρεση του βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών με το οποίο παραπέμπονται σε δίκη οι έξι εμπειρογνώμονες του ΤΑΙΠΕΔ για απιστία σε βάρος του ελληνικού Δημοσίου και τρία μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του για πλημμεληματική υπεξαίρεση στην υπηρεσία, ζητούν οι πληρεξούσιοι δικηγόροι του Ταμείου Αλέξανδρος Λυκουρέζος, Ιωάννης Γιαννίδης και Νικόλαος Πατεράκης.
Με αίτηση που κατέθεσαν στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, ζητούν την άσκηση αναίρεσης του υπ’ αριθμ. 999/2017 παραπεμπτικού βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών, επικαλούμενοι την «ομπρέλα» ποινικής και αστικής προστασίας που παρέχει ο νόμος στα μέλη των γνωμοδοτικών οργάνων του ΤΑΙΠΕΔ.
Οπως σημειώνουν χαρακτηριστικά, «βασική αιτίαση αναφορικώς με την παραπομπή των εμπειρογνωμόνων είναι η παραγνώριση από το Συμβούλιο Εφετών της διάταξης του άρθρου 192 § 8 του Ν. 4389/2016, δυνάμει του οποίου “Οι εμπειρογνώμονες, τα μέλη Συμβουλίων Εμπειρογνωμόνων ή τα μέλη άλλων γνωμοδοτικών οργάνων της εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών της δεν υπέχουν αστική ή ποινική ευθύνη για γνωμοδοτήσεις τους, εφόσον οι τελευταίες έχουν συνταχθεί σύμφωνα με τις προβλεπόμενες από τον νόμο διαδικασίες ή τα οριζόμενα στους εσωτερικούς κανονισμούς και τα καταστατικά τους, γεγονός που τεκμαίρεται αν έχει ακολουθήσει θετικός έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου”.
Σημειώνεται ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση είχε ακολουθήσει τέτοιος θετικός έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΣ 1204/2014).
Για δε την υποτιθέμενη υπεξαίρεση εκ μέρους των τριών μελών του ΔΣ του ΤΑΙΠΕΔ, προβλήθηκε το επιχείρημα ότι δεν νοείται καν αποστέρηση του ελληνικού Δημοσίου του ποσού των τόκων που προέκυψαν από την τραπεζική τοποθέτηση του συμβατικού τιμήματος, καθώς το συγκεκριμένο ποσό πιστώθηκε στον κύριο τραπεζικό λογαριασμό του ΤΑΙΠΕΔ, καταχωρήθηκε εμφανώς στις οικείες ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, ετέθη υπ’ όψιν του υπουργού Οικονομικών, ως εκπροσώπου του Δημοσίου, ελέγχθηκε από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και πιστοποιήθηκε η ορθότητα της διακράτησής του από το Ταμείο.
Η αίτηση έρχεται μετά το θέμα που έθεσαν οι ευρωπαίοι δανειστές και δη εκπρόσωποι της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Σλοβακίας οι οποίοι απαίτησαν την άμεση διευθέτησή του απειλώντας διαφορετικά με «πάγωμα» της καταβολής της δόσης των 8,5 δισ. ευρώ.
Η υπόθεση αφορά την πώληση και επαναμίσθωση των 28 ακινήτων του ελληνικού Δημοσίου, την περίοδο 2013-2014, από την οποία φέρεται να προκλήθηκε ζημία η οποία κυμαίνεται στα 575.856.504 ευρώ.