Παγκόσμια Ημέρα Ενημέρωσης για τον Καρκίνο του Νεφρού σήμερα και στο προσκήνιο έρχεται μία νόσος που έχει πολλές πιθανότητες ιάσεως, ιδιαίτερα όταν γίνεται αντιληπτή νωρίς.
Όπως αναφέρει η Αμερικανική Εταιρεία Καρκίνου (ACS) κάθε άνθρωπος έχει μία στις 63 πιθανότητες να εκδηλώσει καρκίνο του νεφρού κάποια στιγμή στη ζωή του, αλλά οι πιθανότητες αυτές είναι αυξημένες σε ορισμένες πληθυσμιακές ομάδες, όπως οι καπνιστές, οι παχύσαρκοι, όσοι έχουν οικογενειακό ιστορικό της νόσου, οι πάσχοντες από ορισμένα κληρονομούμενα σύνδρομα και οι ασθενείς με υπέρταση ή/και προχωρημένη νεφρική νόσο.
Οι πρώιμοι καρκίνοι του νεφρού συνήθως δεν προκαλούν συμπτώματα αλλά όταν μεγαλώσουν αρκετά μπορεί να εκδηλωθούν με:
* Αίμα στου ούρα (αιματουρία)
* Πόνο χαμηλά στην πλάτη, στην μία πλευρά της μέσης (χωρίς να έχει προηγηθεί τραυματισμός)
* Αίσθημα ότι υπάρχει μια μάζα στο μέσον περίπου της πλάτης ή χαμηλότερα
* Κόπωση, ανορεξία, απώλεια βάρους (χωρίς δίαιτα), αναιμία ή/και πυρετό που δεν οφείλεται σε λοίμωξη και δεν υποχωρεί.
Ο καρκίνος του νεφρού συνήθως ανιχνεύεται σε ηλικιωμένους (η μέση ηλικία κατά την εποχή της διάγνωσης είναι άνω των 65 ετών) και είναι πολύ σπάνιος στις ηλικίες κάτω των 45 ετών. Οι άνδρες διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να τον εκδηλώσουν απ’ ό,τι οι γυναίκες (έχουν μία στις 49 πιθανότητες έναντι μίας στις 84).
Το Παγκόσμιο Ταμείο Έρευνας του Καρκίνου (WCRF) υπολογίζει ότι είναι ο 12ος συχνότερος στον κόσμο, καθώς προσβάλλει ετησίως 338.000 ανθρώπους, μεταξύ των οποίων και 1.100 Έλληνες.
Όπως εξηγεί ο παθολόγος-ογκολόγος Αριστοτέλης Μπάμιας, καθηγητής Θεραπευτικής Ογκολογίας στην Θεραπευτική Κλινική του Πανεπιστημίου Αθηνών στο Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα» και πρόεδρος της Ελληνικής Ερευνητικής Ομάδας Ουρογεννητικού Καρκίνου (ΕΕΟΟΓΕΚ), η συχνότερη μορφή καρκίνου του νεφρού είναι το νεφροκυτταρικό καρκίνωμα, το οποίο αναπτύσσεται σχετικά περιφερειακά στο νεφρό, στο τμήμα του που παράγει τα ούρα (λέγεται νεφρικό παρέγχυμα).
«Το νεφροκυτταρικό καρκίνωμα αντιπροσωπεύει το 80-90% των κρουσμάτων της νόσου και παρότι δεν υπάρχει τσεκάπ γι’ αυτό, συνήθως διαγιγνώσκεται σε αρχικά στάδια σαν τυχαίο εύρημα στις εξετάσεις απεικόνισης της κοιλιακής χώρας που συχνά γίνονται για άλλους λόγους», λέει.«Έτσι, συνήθως μπορεί να ιαθεί με χειρουργική εξαίρεση (αφαίρεση) είτε του νεφρού είτε μόνο ενός τμήματός του».
Οι προχωρημένες μορφές
Για τους ασθενείς με πιο προχωρημένη νόσο, καθώς και αν ο καρκίνος υποτροπιάσει, πρόσθετη θεραπευτική επιλογή αποτελούν διάφορες φαρμακευτικές θεραπείες. «Υπολογίζεται ότι σε ποσοστό 30% των ασθενών παρουσιάζονται μεταστάσεις μετά την αφαίρεση της πρωτοπαθούς εστίας, ενώ υπάρχουν και περιστατικά όπου ο καρκίνος υποτροπιάζει, ακόμα και αρκετά έτη μετά την αρχική θεραπεία», εξηγεί ο δρ Μπάμιας.
Σε τέτοιες περιπτώσεις, χορηγούνται φάρμακα που στοχεύουν συγκεκριμένα βιολογικά «μονοπάτια», τα οποία είναι σημαντικά για την επιβίωση και την εξάπλωση του καρκίνου.
«Την τελευταία δεκαετία αναπτύχθηκαν και εγκρίθηκαν αρκετά στοχευμένα φάρμακα (sorafenib, sunitinib, bevacizumab, pazopanib, everolimus, temsirolimus, axitinib, cabozantinib, lenvatinib) τα οποία υπερδιπλασίασαν την μέση επιβίωση στις μεταστατικές μορφές», λέει ο καθηγητής. «Επιπλέον, πρόσφατα εγκρίθηκε και η πρώτη ανοσοθεραπεία (το φάρμακο nivolumab) που παρατείνει ακόμα περισσότερο τη ζωή των ασθενών που δεν ανταποκρίνονται στα άλλα φάρμακα ή υποτροπιάζουν».
Και συνεχίζει: «Πρέπει να τονισθεί ότι η χειρουργική εξαίρεση του νεφρού ή και των μεταστάσεων, σε συνδυασμό πάντα με τις θεραπείες που προαναφέραμε, μπορεί να επιφέρει μακροχρόνιες επιβιώσεις ή ακόμα ίαση σε ασθενείς που πριν από λίγα χρόνια είχαν περιορισμένη διάρκεια ζωής. Γι’ αυτό είναι σημαντικό να υπάρχει στενή συνεργασία ογκολόγων και ουρολόγων και αντιμετώπιση των ασθενών σε εξειδικευμένα κέντρα, όπου η συνεργασία αυτή είναι εξασφαλισμένη, ώστε οι ασθενείς να τυγχάνουν της πλέον σύγχρονης αντιμετώπισης».
Όσον αφορά τις παρενέργειες των φαρμάκων, ο δρ Μπάμιας τονίζει ότι οι σύγχρονες θεραπείες είναι πολύ καλά ανεκτές και έχουν ανεπιθύμητες ενέργειες (π.χ. κόπωση, υπέρταση, διάρροια, δερματικές εκδηλώσεις και πιο σπάνια διαταραχές του θυρεοειδούς, στοματίτιδα, πνευμονίτιδα κ.ά.) που είναι διαχειρίσιμες από τον εξειδικευμένο ογκολόγο.