Εγκλωβισμένοι στην ακρίβεια που έφερε η αύξηση των έμμεσων φορών στην αγορά είναι οι έλληνες καταναλωτές. Παρά τις συνεχείς μειώσεις των εισοδημάτων στη χώρα μας, οι τιμές δεν ακολουθούν την ίδια καθοδική πορεία. Το τρίτο Μνημόνιο της υπερφορολόγησης τις διατηρεί σε υψηλότερα επίπεδα απόαυτό που αντέχει η αγοραστική δύναμη των Ελλήνων. Και όλα αυτά, παρά τον πόλεμο προσφορών και εκπτώσεων από τις αλυσίδες σουπερμάρκετ, οι οποίες προσπαθούν να διατηρήσουντις πωλήσεις τους που ήδη καταγράφουν διψήφια νούμερα πτώσης. Η επιστροφή του πληθωρισμού, μάλιστα,είναι ακόμα ένα δείγμα ότι η ακρίβειαείναι εδώ και θα παραμείνει, ως αποτέλεσμα της εφαρμογής των μέτρων που έφερε το τρίτο Μνημόνιομε την επιβολή νέων έμμεσων φόρων σε καύσιμα, ποτά, τσιγάρα, καφέαλλά και της αύξησης του ΦΠΑ στο 24% το περασμένο καλοκαίρι.

ΑΥΞΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΘΑ ΜΕΙΝΟΥΝ. Η τελευταία τριμηνιαία έκθεση του Ινστιτούτου Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών σημειώνει χαρακτηριστικά ότι η ελληνική οικονομία, έπειτα από σχεδόν τέσσερα έτη συνεχόμενου αποπληθωρισμού παρουσίασε πληθωρισμό 1,4% το πρώτο τρίμηνο του 2017, ο οποίος τον Μάιο περιορίστηκε στο 1,2%.Ως πιθανά αίτια για την ανοδική τάση των τιμών από την αρχή του έτους αναφέρειτην αύξηση της διεθνούς τιμής του πετρελαίου από τον περασμένο Οκτώβριο, καθώς και την αύξηση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης τόσο στο πετρέλαιο όσο και στο υγραέριο κίνησης από την αρχή του τρέχοντος έτους, ενώ επιπρόσθετοι λόγοι της αυξητικής πορείας των τιμών θεωρούνται οι αυξήσεις στους έμμεσους φόρους (φόρος κατανάλωσης στον καπνό και στα τσιγάρα, επιβολή τέλους στους συνδρομητές σταθερής τηλεφωνίας και φορολογία στην εισαγωγή καφέ, επίσης από την 1η Ιανουαρίου 2017).

Οι ανατιμήσεις στα πετρελαιοειδή και γενικότερα στην ενέργεια αποτελούν μια από τις σημαντικότερες αιτίες που επηρεάζουν έμμεσα και τις τιμές των λοιπών προϊόντων, αφού τροφοδοτούν το κόστος τόσο της παραγωγής όσο και της μεταφοράς. Μάλιστα εκπρόσωποι από τον κλάδο της βιομηχανίας τονίζουν ότι όσο και αν θέλουν να απορροφήσουν το κόστος αυτό, είναι αδύνατον δεδομένων των συνθηκών.

Αν αυτό προστεθεί στις επιπλέον επιβαρύνσεις που έφεραν οι αυξήσεις άλλων έμμεσων φορών σε συγκεκριμένες κατηγορίες τροφίμων και ποτών, η εικόνα γίνεται πιο δυσάρεστη. Στη βιομηχανία τροφίμων και ποτών και άλλων καταναλωτικών αγαθών οι επιχειρήσεις έχουν επιστρατεύσει την πολιτική των προσφορών, και αυτές όμως γίνονταιγια συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα και δεν μπορούν να καλύψουν τις επιβαρύνσειςπου καλούνται να πληρώσουν οι καταναλωτές ολόκληρο τον χρόνο.

ΟΙ ΤΙΜΕΣ ΣΤΗΝ ΑΝΗΦΟΡΑ. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, η επιβάρυνση του καφέ από την 1η Ιανουαρίου 2017 με Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (ΕΦΚ) είχε ως συνέπεια τον Μάιοη τιμή των προϊόντων καφέ να είναι14,7%υψηλότερη σε σχέση με τον Μάιο του 2016. Αντίστοιχα η αύξηση των ειδικών φορών στον καπνό έφερε αύξηση 8,9% και στα αλκοολούχα ποτά 3,9% το ίδιο διάστημα. Ενδεικτικά, ένα μπουκάλι κρασί από 4,80 ευρώπέρυσι σήμερα πωλείται 5,26 ευρώ, ενώ ένα κουτί στιγμιαίος καφές 200 γρ. από 3,35 ευρώ έφτασε τα 3,85 ευρώ και ένα πακέτο τσιγάρα από 3,8 ευρώ που κόστιζε πέρυσι έφτασε τα 4,5 ευρώ. Αν μάλιστα εξετάσει κανείς τις τιμές και πριν από την αύξηση του ΦΠΑ στο 24% το περασμένο καλοκαίρι, διαπιστώνει ότι κάθε άλλο παρά ακολουθούν τις μειώσεις των εισοδημάτων, τα οποία από την αρχή της κρίσης έως σήμερα έχουν μειωθεί τουλάχιστον 35%.

Αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία μελέτης του Ινστιτούτου Ερευνας Λιανεμπορίου (ΙΕΛΚΑ) που δείχνουν την επιβάρυνση των τιμών από τους φόρους. Συγκεκριμένα από το 2008 έως το 2017 ο μέσος συντελεστής ΦΠΑ στα τρόφιμα και είδη παντοπωλείου σχεδόν διπλασιάστηκε από 10,8% σε 18,9%, δηλαδή αύξηση 75%. Αντίστοιχα σημαντική είναι η επιβάρυνση των τιμών από τον αυξημένο ΦΠΑ. Το 2008 στο ένα ευρώ που πλήρωνε ο καταναλωτής για κάποιο είδος παντοπωλείου (τρόφιμα και λοιπά είδη σουπερμάρκετ), λιγότερα από 10 λεπτά (0,097 ευρώ) αναλογούσαν στον ΦΠΑ και τα 90 λεπτά στα λοιπά κόστη του προϊόντος. Σήμερα στο ένα ευρώ που πληρώνει ο καταναλωτής για κάποιο είδος παντοπωλείου, τα 16 λεπτά (0,159 ευρώ) αναλογούν στον ΦΠΑ και τα 84 λεπτά στα λοιπά κόστη του προϊόντος.

Ωστόσο η επιβάρυνση στις τσέπες των ελλήνων καταναλωτώνδεντροφοδοτείται μόνο εγχωρίως. Η εξάρτηση της αγοράς από εισαγωγές κυρίως πρώτων υλών αλλά και από μία σειρά βασικών αγαθών όπως είναι το κρέας, τυποποιημένα είδη, αγροτικά εφόδια επηρεάζει τις τιμές. Ετσι, κάθε εξέλιξη στις διεθνείς τιμές έχει επίδραση, ενώ η έλλειψη ρευστότητας για τις ελληνικές επιχειρήσεις που αυξάνει το κόστος του χρήματος έχει και αυτή επιπτώσεις στη διαμόρφωση της τελικής τιμής.

ΑΔΕΙΑΖΕΙ ΤΟ ΚΑΛΑΘΙ. Η αδυναμία των καταναλωτών να ξοδέψουν φαίνεται καθαρά από τις πωλήσεις των σουπερμάρκετ που κινούνται πτωτικά. Τα τελευταία στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής το δείχνουν καθαρά. Ενδεικτικά, τον μήνα Μάρτιο η πτώση των πωλήσεων στις κατηγορίες τρόφιμα, καπνός και ποτά έφτασε σε αξία το -11,2% και σε όγκο το -12,5%. Στοιχείαέρευνας της MRB Hellas δείχνουν ότι ενώ το 2015 η μέση μηνιαία δαπάνη στο σουπερμάρκετ ήταν 280 ευρώ, τώρα πλέον είναι 239 ευρώ. Το διαρκώς συρρικνούμενο εισόδημα εξαιτίας φόρων και περικοπών σε συνδυασμό με το γεγονός ότι πλέον ο έλληνας καταναλωτής αναζητά και προμηθεύεται τις προσφορές αποτελούν τις βασικές αιτίες για την «ελάφρυνση» του καλαθιού. Σύμφωνα με την έρευνα ShopperHood Study που παρουσιάστηκε στο πλαίσιο του 12ου Συνεδρίου του ECR Hellas (σύνδεσμος προμηθευτών και λιανέμπορων), πλέον οι καταναλωτές όχι μόνο πάνε λιγότερες φορές τον μήνα στο σουπερμάρκετ (εννέα έναντι 10 το 2015), αλλά ξοδεύουν και λιγότερα (26,5 ευρώ το μέσο καλάθι φέτος έναντι 28 ευρώ το 2015).Μάλιστα είναι χαρακτηριστικό ότι τέσσερις στους 10 καταναλωτές (41,6%) είναι έτοιμοι να περικόψουν περαιτέρω δαπάνες για την αγορά προϊόντων σουπερμάρκετ εκτός τροφίμων και το 22,5% και για τρόφιμα.