Μπορεί η Ιστορία να γραφεί με μπλόφες, ψέματα κι εκβιασμούς; Μπορεί το «YMCA» εκτός από τραγούδι των Village People που όλοι έχουμε λίγο πολύ χορέψει στα πάρτι να έπαιξε καθοριστικό ρόλο για τη σωτηρία 300.000 και πλέον Ελλήνων από την αποβάθρα της φλεγόμενης Σμύρνης; Και μπορεί όλα αυτά τα άγνωστα εν πολλοίς γεγονότα να τα διηγηθεί με ακρίβεια –βασισμένος σε αρχειακό υλικό –ένας αμερικανός καθηγητής πανεπιστημίου πολωνικής καταγωγής με ρίζες από τη Μάνη; Αρκεί να πάρει κάποιος στα χέρια του το βιβλίο «Η μεγάλη φωτιά» (εκδ. Ψυχογιός) του δημοσιογράφου, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης και βραβευμένου συγγραφέα με το National Outdoor Book Award (2007) Λου Γιουρένεκ για να διαπιστώσει ότι όλα αυτά μπορούν να συμβούν και να χωρέσουν μάλιστα σε 544 σελίδες.
Το νήμα αρχίζει να ξετυλίγεται στο Κε, την παραλία της Σμύρνης. Η πόλη ήδη καίγεται. Το ημερολόγιο δείχνει Τετάρτη 13 Σεπτεμβρίου 1922. Το πλήθος στοιβάζεται ασφυκτικά σε έκταση μισού χιλιομέτρου. Ολόκληρος ο πληθυσμός έχει εγκλωβιστεί σε έναν στενό πλακόστρωτο πεζόδρομο μεταξύ ενός πύρινου τείχους και της θάλασσας. Κι εκεί κάπου μέσα στον πανικό και την απόγνωση αρχίζουν να αναδύονται οι πρωταγωνιστές της Ιστορίας. Προσωπικότητες που δεν παρελαύνουν απλώς, είτε ο ρόλος τους είναι καθοριστικός, είτε όχι, αλλά που αποκαλύπτονται μέσα από τις πράξεις και τις αντιδράσεις τους, καθώς ο συγγραφέας επιλέγει να ακολουθήσει μια μυθιστορηματική γραφή που κάνει το ξεχωριστό αυτό κεφάλαιο της Ιστορίας ελκυστικό ακόμη και στον μη ειδικών ενδιαφερόντων αναγνώστη.
Δεν έβλεπε εμπόδια
Βασικός ήρωας του βιβλίου είναι ο Εϊσα Τζένινγκς, ένας μεθοδιστής πάστορας, στέλεχος στη Χριστιανική Αδελφότητα Νέων (YMCA), που είχε φτάσει στη Σμύρνη έναν μήνα πριν την καταστροφή. Το παρουσιαστικό του διόλου γοητευτικό, αλλά από εκείνα που δεν περνούν απαρατήρητα: μικροκαμωμένος –μετά βίας έφτανε το 1,60 μ. –γερμένος μονόπλευρα, με μεγάλα μυωπικά γυαλιά, μια τεράστια καμπούρα, αποτέλεσμα φυματίωσης που είχε περάσει στα νιάτα του, κι ένα πλατύ, σχεδόν μόνιμο χαμόγελο στα χείλη. Είναι εκείνος που δεν βλέπει μπροστά του εμπόδια. Δεν σταματά μπροστά σε θρησκευτικές διαφορές. Βρίσκεται αντιμέτωπος με το ανθρώπινο δράμα κι ως φιλάνθρωπος και πιστός αναλαμβάνει δράση. Μετατρέπει τις κενές επαύλεις της προκυμαίας σε καταφύγια για κακοποιημένες και τραυματισμένες γυναίκες. Συναντιέται με τον Κεμάλ και καταφέρνει να εξασφαλίσει τη διάσωση προσφύγων μέσα σε πολύ αυστηρά χρονικά πλαίσια. Σύμμαχοι του Τζένινγκς, μεταξύ άλλων, ένας συμπατριώτης του, ο αμερικανός αξιωματικός του Ναυτικού Χόσλι Πάουελ που στηρίζει τις ενέργειές του. Κι ο κυβερνήτης του θωρηκτού «Κιλκίς» Ιωάννης Θεοφανίδης, που δέχτηκε να στείλει από τον ασύρματο του πλοίου του τα κωδικοποιημένα μηνύματα του Τζένινγκς προς την ελληνική κυβέρνηση για παραχώρηση πλοίων προς διάσωση των προσφύγων. Ανάμεσά τους κι ένα απειλητικό: αν δεν έδινε η κυβέρνηση –ο Τζένινγκς είχε ζητήσει να ξυπνήσουν τον έλληνα πρωθυπουργό –την εντολή παραχώρησης των πλοίων που κατέπλεαν για τη μεταφορά του Στρατού θα έστελνε το μήνυμα χωρίς κώδικα εκθέτοντάς την ότι άφηνε αβοήθητους τους εγκλωβισμένους στην προκυμαία της Σμύρνης!
Το πράσινο φως
Το πράσινο φως φτάνει από την Αθήνα. Ο δρόμος προς τη σωτηρία για τους πρόσφυγες ανοίγει. Και μια όχι και τόσο γνωστή, αλλά ιδιαιτέρως σημαντική, σελίδα της Ιστορίας μόλις είχε γραφεί. Mόνο που ο Λου Γιουρένεκ –ο οποίος προσφάτως μοιράστηκε με ιδιαιτέρως παραστατικό τρόπο την εμπειρία της συγγραφής του βιβλίου του ενώπιον του ελληνικού κοινού στο Ψηφιακό Μουσείο Σμύρνης και Νέας Σμύρνης παρουσία αρκετών απογόνων προσφύγων –δεν στάθηκε μόνο στην ψυχρή καταγραφή των γεγονότων. Προσέθεσε πινελιές από στιγμές της καθημερινότητας. Μικρές ανθρώπινες ιστορίες που δίνουν πνοή στην αφήγηση και την απομακρύνουν από την αποστειρωμένη εικόνα της απλής παράθεσης γεγονότων. Μαρτυρίες που αφήνουν τον πρώτο λόγο σε όσους έζησαν εκείνες τις δύσκολες ημέρες.
Για να το καταφέρει αυτό αλλά και για να συγκεντρώσει το υλικό του ο αμερικανός συγγραφέας χρειάστηκε να κάνει έρευνα στα εθνικά αρχεία των Ηνωμένων Πολιτειών. Να ταξιδέψει στην Τουρκία πέντε φορές για να περπατήσει στην προκυμαία, αλλά και για να φτάσει ώς το Κοτσάτεπε, ώς το σημείο όπου ο Κεμάλ διέταξε την επίθεση κατά των ελληνικών στρατευμάτων στο Αφιόν Καραχισάρ. Να επισκεφθεί τη Λέσβο για να αντικρίσει την εικόνα που είχαν οι πρώτοι διασωθέντες.
Σφαγές και γενοκτονίες
Και κάπως έτσι εκείνη η μικρή βιογραφία που σχεδίαζε για τον άγνωστο στους περισσοτέρους Εϊσα Τζένινγκς –τον οποίο έχει τιμήσει η Ελλάδα με τις υψηλότερες στρατιωτικές και πολιτικές διακρίσεις –μετατράπηκε σε ένα βιβλίο για μια ιδιαίτερα μελανή σελίδα του 20ού αιώνα, στο οποίο ο συγγραφέας αναφέρει τη Σμύρνη και την Κωνσταντινούπολη με τα ονόματα της εποχής εκείνης και όχι με τα σημερινά Ιζμίρ και Ιστανμπούλ.
Και πριν βάλει την τελευταία τελεία στο πόνημά του –το οποίο δεν έχει εκδοθεί κι ούτε πρόκειται, όπως εκτιμά ο συγγραφέας, να κυκλοφορήσει στην Τουρκία –ο Λου Γιουρένεκ θέτει ένα σοβαρό θέμα: και με τη χιλιομετρική, αλλά και χρονική πλέον απόσταση που τον χωρίζει από τα γεγονότα αναρωτιέται αν η σφαγή 3 εκατ. Αρμενίων, Ελλήνων και Ασσυρίων μέσα σε μια δεκαετία (1912-1922) θα έπρεπε να έχει χαρακτηριστεί γενοκτονία. «Μόνο όταν ξέρουμε την αλήθεια μπορούμε να ξεπεράσουμε τις πληγές που δημιούργησαν τα γεγονότα και να πάμε παρακάτω», είπε κατά την παρουσίαση του βιβλίου του. Η άρνηση, η λήθη ή άγνοια προφανώς και δεν είναι λύση. Πόσω μάλλον η παραποίηση.

Lou Ureneck

Η μεγάλη φωτιά

Μτφ. Χρήστος Καψάλης

Εκδ. Ψυχογιός 2016, σελ. 544

Τιμή: 20 ευρώ