Ενα από τα στοιχεία της κρίσης είναι η απαξίωση των πολιτικών δεσμεύσεων και του πολιτικού λόγου, αφού η πολιτική φαίνεται να υποχωρεί συνεχώς μπροστά στην κυριαρχία των «έτοιμων» λύσεων εκτάκτου ανάγκης ή των «έντιμων» συμβιβασμών έναντι της προσδοκίας των μεγάλων στόχων, που συνήθως μένουν ανεκπλήρωτοι. Ετσι, γίνεται της μόδας ορισμένοι να προδιαγράφουν πρόθυμα το τέλος της πολιτικής, με το γνωστό σκεπτικό του «όλοι ίδιοι είναι» ή να απαξιώνουν πολύ βολικά τις προγραμματικές διεργασίες των πολιτικών κομμάτων με τον ισχυρισμό ότι πρόκειται για ασκήσεις κομματικής γυμναστικής, διατάξεις μηχανισμών στο πεδίο της εσωκομματικής εξουσίας και ανταγωνισμούς ομάδων. Επειδή πιστεύω ότι η ζωή και η Ιστορία, ιδιαίτερα τα χρόνια της κρίσης, αποδεικνύουν ότι δεν είναι ίδιοι όλοι, ούτε ότι όλες οι πολιτικές δυνάμεις αντιμετωπίζουν τη χώρα και την κοινωνία με τον ίδιο τρόπο, πιστεύω ταυτόχρονα ότι η πολιτική έχει ανάγκη από αξιακές δεσμεύσεις, από πολιτικές προτάσεις, από ιδεολογικό στίγμα για να μπορεί να ξανασυναντηθεί με τον πολίτη.
Αυτόν τον στόχο υπηρετεί το Συνέδριο της Δημοκρατικής Συμπαράταξης στις 30 Ιουνίου, επιδιώκοντας να αποτελέσει μία ιστορική καμπή στην πορεία της ανασυγκρότησης, της ανανέωσης και της διεύρυνσης του χώρου της Κεντροαριστεράς. Στην πορεία αυτή είναι απαραίτητο να αποσαφηνιστούν οι ιδεολογικές αρχές της ΔΗΣΥ, η πολιτική στρατηγική της, η οποία θα δώσει το στίγμα των νέων επιλογών για την προοδευτική διακυβέρνηση του τόπου. Είναι επίσης αναγκαίο να προσδιοριστούν συγκεκριμένα και ξεκάθαρα οι προγραμματικές θέσεις και κατευθύνσεις για την έξοδο της χώρας από την κρίση και να συζητηθεί το πρόγραμμα «Ελλάδα», με τις προοδευτικές μεταρρυθμίσεις που θα οδηγήσουν στην βιώσιμη ανάπτυξη και σε νέες θέσεις εργασίας. Το ζητούμενο αυτού του Συνεδρίου είναι, επομένως, η διαμόρφωση της πολιτικής φυσιογνωμίας της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, η οποία θα μπορεί να υποστηρίξει μία νέα στρατηγική ηγεμονίας του προοδευτικού χώρου.
Μετά τη διάψευση των προσδοκιών μιας μεγάλης μερίδας του ελληνικού λαού, μετά τη συσσωρευμένη και τραγική αποτυχία του εθνικολαϊκιστικού πειράματος των εταίρων της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η χώρα χρειάζεται σήμερα τη δύναμη και την σταθερότητα μιας ισχυρής και ενωμένης δημοκρατικής παράταξης. Είναι ίσως από τις ιστορικές περιόδους, όπου το μέλλον της χώρας συνδέεται άρρηκτα με τη δυναμική και το μέλλον του χώρου. Η αλλαγή στάσης και πεποιθήσεων που συντελείται κάθε μέρα και περισσότερο στην κοινωνία, πρέπει να αποτυπωθεί πολιτικά και εκλογικά.
Η Δημοκρατική Συμπαράταξη μπορεί πλέον να εκφράσει τη μεγάλη προοδευτική συμμαχία των πολιτών, των δυνάμεων της αλλαγής, του εκσυγχρονισμού, της ανοιχτής κοινωνίας, της ευρωπαϊκής προοπτικής, της νέας γενιάς που θέλει να δημιουργήσει στον τόπο της, αλλά και να συγκρουστεί οριστικά με κάθε πελατειακό και παρασιτικό σύστημα, το οποίο κρατάει την χώρα εγκλωβισμένη στην αδράνεια και στη μιζέρια. Για να γίνει όμως αυτό, θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε στους πολίτες ότι για να «πάρουμε τη χώρα πίσω» αυτός ο χώρος δεν μπορεί να αποτελεί συμπλήρωμα του «μικρού δικομματισμού», ούτε να υιοθετεί τη λογική ενός «τρίτου πόλου», ιδεολογικά άμορφου και πολιτικά καχεκτικού. Οφείλει να διεκδικήσει μια εναλλακτική πρόταση εξουσίας που θα ενώνει τις δυνάμεις της Σοσιαλδημοκρατίας της ανανεωτικής Αριστεράς, του προοδευτικού μεταρρυθμιστικού Κέντρου και της πολιτικής οικολογίας, σε έναν ισχυρό πόλο της Κεντροαριστεράς, πλειοψηφικό πολιτικά και κοινωνικά και καταλύτη των εξελίξεων τα επόμενα χρόνια στην πατρίδα μας.
Αυτή η πολιτική πρόταση, που εκφωνήθηκε αρχικά από την πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ Φώφη Γενηματα, σήμερα πλαισιώνεται από πολιτικούς αρχηγούς και εκπροσώπους κομμάτων και δυνάμεων που συμφωνούν στην ανασυγκρότηση της προοδευτικής παράταξης. Αυτή τη συμφωνία, με προγραμματικό και μεταρρυθμιστικό πρόσημο, επιδιώκουμε να μοιραστούμε με τους πολίτες της πλειοψηφικής στην κοινωνία Κεντροαριστεράς, για να πάρουμε τη χώρα πίσω.
Ο καθηγητής Θεόδωρος Π. Παπαθεοδώρου είναι βουλευτής Αχαΐας της Δημοκρατικής Συμπαράταξης