Ειλικρινά δεν μπορώ να καταλάβω γιατί ο δημόσιος θηλασμός είναι κατόρθωμα. Δεν είναι η πρώτη φορά που τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ασχολούνται με το θέμα εκθειάζοντας τις γυναίκες που θηλάζουν σε δημόσιους χώρους. Η πρόσφατη αφορμή δόθηκε από τη γερουσιαστή Λαρίσα Ουότερς, του Ομοσπονδιακού Kοινοβουλίου της Αυστραλίας. Τον περασμένο Μάιο ήταν η ίδια που θήλασε την κόρη της μέσα στη Βουλή και προσφάτως έκανε το ίδιο ενώ μιλούσε, όρθια, σχετικά με κάποιο νομοσχέδιο.
Με μία πετσέτα στον ώμο, κρύβοντας το στήθος της, κρατούσε το μωρό στην αγκαλιά, το οποίο θήλαζε όσο εκείνη αγόρευε… Με τον τρόπο της, όπως το είχε κάνει και παλαιότερα, προτρέπει τις γυναίκες να κάνουν το ίδιο. «Είμαι τόσο περήφανη που η κόρη μου είναι το πρώτο μωρό που θηλάζει εδώ στο Κοινοβούλιο» είχε πει προ διμήνου. Γιατί άραγε;
Εχουμε μπερδέψει λίγο τα πράγματα: Καλός και άγιος ο θηλασμός, που όπως έχει αποδειχθεί επιστημονικώς κάνει καλό στην υγεία του βρέφους παρέχοντάς του αντισώματα και πολλά άλλα. Αν τώρα μια γυναίκα δεν μπορεί να θηλάσει –ή δεν θέλει να θηλάσει, γιατί κι αυτό είναι πιθανό, το βέβαιο είναι ότι σωστά και υγιώς θα αναπτυχθεί το παιδί της. Διότι τα επιχειρήματα υπέρ του θηλασμού δεν είναι κατ’ ανάγκην εις βάρος του αντιθέτου.
Γιατί όμως μια τόσο προσωπική υπόθεση να μετατρέπεται σε δημόσιο γεγονός, ακολουθούμενο από χειροκροτήματα και επευφημίες; Γιατί μια φυσική επιλογή να πρέπει να πάρει τις διαστάσεις «εθνικού κινήματος»; Δεν είναι ούτε θέμα ηθικής τάξεως, αλίμονο, ούτε συστολής ή ντροπής. Είναι ζήτημα σεβασμού του άλλου, του χώρου, του εαυτού μας.
Προφανώς και υπάρχουν συνθήκες κάτω από τις οποίες μια μητέρα θα πρέπει θηλάσει το παιδί της δημοσίως –αλίμονο, όταν η ανάγκη το επιβάλει. Αλλά ως επιλογή και μάλιστα με την τάση να πρέπει να γίνει μόδα, του στερεί κάθε ουσιαστική, διαπροσωπική διάσταση. Συγγνώμη…