Αν υπάρχει ένας πρόεδρος αθλητικού συλλόγου που μπορεί να διεκδικήσει τον τίτλο «Γκαλάκτικο», αυτός δεν είναι άλλος από τον Φλορεντίνο Πέρεθ.
Το όνομά του έχει συνδεθεί με τις ακριβότερες μεταγραφές στην Ιστορία του ποδοσφαίρου και τη μετεξέλιξη της Ρεάλ Μαδρίτης, της οποίας έχει ηγηθεί 14 σεζόν και θα συνεχίσει για τουλάχιστον άλλες τέσσερις, από έναν αθλητικό οργανισμό σε μία από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις παγκοσμίως.
Ο 70χρονος Ισπανός εξασφάλισε για πέμπτη φορά την επανεκλογή του στον προεδρικό θώκο της πιο επιτυχημένης ομάδας του κόσμου, χωρίς αντίπαλο. Γι’ αυτό είχε φροντίσει νωρίτερα ο ίδιος, αλλάζοντας τους κανόνες για τους υποψήφιους προέδρους με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι σχεδόν αδύνατο κάποιος να του αντιπαρατεθεί.
Μεταξύ άλλων αύξησε από 10 σε 20 τα χρόνια που θα πρέπει να είναι μέλος της Ρεάλ ο υποψήφιος πρόεδρός της και ταυτόχρονα να προσκομίζει τραπεζική εγγύηση 75 εκατ. ευρώ!
Ο Πέρεθ μπήκε στο ποδόσφαιρο σαν σίφουνας το 2000 υιοθετώντας αμοραλιστική τακτική που απέδωσε τα μέγιστα. Για να εξασφαλίσει την πλειοψηφία στις εκλογές υποσχέθηκε στους socios της Ρεάλ πως αν εκλεγεί πρόεδρος θα φέρει στο Σαντιάγο Μπερναμπέου τον καλύτερο παίκτη της μισητής αντιπάλου Μπαρτσελόνα, τον Λουίς Φίγκο. Ο Πέρεθ εξελέγη και κράτησε την υπόσχεσή του: ενεργοποίησε τη ρήτρα των 60 εκατ. ευρώ του Πορτογάλου πραγματοποιώντας την ακριβότερη ποδοοσφαιρική μεταγραφή. Ηταν η ανατολή της εποχής των Γκάλακτικος. Εκτοτε, ο Πέρεθ κάθε φορά που εκλεγόταν πρόεδρος έκανε δώρο στη Ρεάλ και έναν σουπερστάρ. Το 2004 έφερε τον Οουεν, το 2009 τον Κριστιάνο Ρονάλντο για το ποσό ρεκόρ των 94 εκατ. ευρώ και το 2013 τον Γκάρεθ Μπέιλ επίσης για ποσό – ρεκόρ (100 εκατ. ευρώ). Και όλοι βέβαια αναρωτιούνται τώρα αν ο Πέρεθ θα διατηρήσει την παράδοση και θα φέρει έναν ακόμα Γκαλάκτικο στο Παλάτι της Βασίλισσας.
Η φιλοσοφία του ισπανού επιχειρηματία για την οικονομική γιγάντωση της Ρεάλ είναι απλή: «Φέρνω μεγάλα ονόματα κι αυτά με τη σειρά τους φέρνουν πολλά χρήματα». Η δικαίωσή του ήταν απόλυτη, αφού ακόμα και τις σεζόν που η Ρεάλ δεν κατακτούσε τρόπαιο κατάφερνε να είναι ο σύλλογος με τα περισσότερα έσοδα.
Με εξαίρεση την τριετία 2006 – 2009, που τα ηνία της ομάδας ανέλαβε ο Ραμόν Καλντερόν, ο Πέρεθ κρατά το τιμόνι της Ρεάλ από το 2000 μέχρι σήμερα και στο διάστημα αυτό δημιούργησε τους περίφημους Γκαλάκτικος με παίκτες όπως ο Ζιντάν, ο Ρονάλντο, ο Μπέκαμ και ο Ρομπίνιο. Το τίμημα του επιτυχημένου, όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων, πειράματός του κόστισε σε μεταγραφές 1,301 δισ. ευρώ. Αυτό μεταφράστηκε σε 19 τρόπαια, εκ των οποίων τα τέσσερα Τσάμπιονς Λιγκ. Μόνο επί ημερών του ιστορικού ηγέτη της Ρεάλ, του Σαντιάγο Μπερναμπέου, οι Μερένχες είχαν κατακτήσει περισσότερους τίτλους (31), έξι εκ των οποίων ήταν Κύπελλα Πρωταθλητριών.
Η νέα θητεία του Πέρεθ στην προεδρία της Ρεάλ αρχίζει με έναν πονοκέφαλο. Ο Κριστιάνο Ρονάλντο θέλει να φύγει από τον σύλλογο και το ισπανικό ποδόσφαιρο μετά τις διώξεις εναντίον του για φοροδιαφυγή ποσού 14,6 εκατ. ευρώ.
Ο Πέρεθ πρέπει να καταθέσει όλο του το ταλέντο στις δημόσιες σχέσεις για να αποφύγει το κάζο.
Εχοντας πάρει το πτυχίο του πολιτικού μηχανικού από το Πολυτεχνείο της Μαδρίτης, ο Πέρεθ εργάστηκε για μικρό χρονικό διάστημα στον ιδιωτικό τομέα πριν εισέλθει στην πολιτική το 1976. Εργάστηκε αρχικά στον Δήμο της Μαδρίτης και στη συνέχεια ως επικεφαλής έργων στο υπουργείο Μεταφορών. Ορίστηκε γενικός γραμματέας του Ρεφορμιστικού Δημοκρατικού Κόμματος που δεν μακροημέρευσε και το 1986 αποφάσισε να εγκαταλείψει την πολιτική.
Εκείνη την εποχή είχε ήδη αγοράσει μαζί με φίλους του μία μικρή κατασκευαστική εταιρεία. Από μια σειρά συγχωνεύσεων γεννήθηκε η ACS, μία από τις μεγαλύτερες κατασκευαστικές εταιρείες στον κόσμο, η οποία σήμερα απασχολεί 176.000 εργαζομένους και κάνει τζίρο 32 δισ. ευρώ.
Την εποχή της μεγάλης οικονομικής κρίσης και της κατακόρυφης πτώσης των κατασκευών στην Ισπανία, η ACS κατάφερε να πάρει μεγάλα έργα στο εξωτερικό, όπως για τα μετρό της Νέας Υόρκης, του Λονδίνου και της Οτάβας και ενός νέου αυτοκινητόδρομου στην Αυστραλία.
Ο αστικός μύθος λέει πως πολλές από αυτές τις συμφωνίες έχουν κλειστεί στις σουίτες του Σαντιάγο Μπερναμπέου, στο περιθώριο κάποιου μεγάλου αγώνα.
Στη δίκη πρώην μελών του Λαϊκού Κόμματος που κατηγορήθηκαν για διαφθορά, ένας από τους κατηγορουμένους κατέθεσε πως η ACS ήταν μία από τις εταιρείες που δωροδοκούσαν για να παίρνουν δημόσια έργα. Ο Πέρεθ είχε απαντήσει πως «η εταιρεία μου είναι τόσο ανταγωνιστική που δεν έχει ανάγκη να πληρώσει κανέναν για να πάρει συμβόλαια».