Σε περασμένο κείμενό μου εδώ ασχολήθηκα με τον υποκειμενισμό των «απομνημονευμάτων» σημαντικών ιστορικών αλλά και εν γένει δημόσιων προσώπων (λογοτεχνών, επιστημόνων, επιχειρηματιών, στρατιωτικών). Είναι, έλεγα, φυσικό ο καθένας να αποπειράται μέσα από τις καταθέσεις της ζωής του να δικαιώσει ή τουλάχιστον να δικαιολογήσει πράξεις, παραλείψεις, αδικίες, ακόμη και προδοσίες.
Δεν είναι ο καθένας Θουκυδίδης, που όταν γράφει Ιστορία σε γεγονότα της οποίας κλήθηκε να λάβει ενεργό και κύριο ρόλο και απέτυχε, να διαπιστώνει την ανκανότητά του και να δικαιώνει την Αθήνα που τον καταδίκασε σε θάνατο χαρακτηρίζοντας την απόφαση με τη λέξη: «Δικαίως»!
Ανάλογες δυσχέρειες διαπιστώνονται και στις βιογραφίες. Βέβαια η βιογραφία διαφέρει από το «απομνημόνευμα», αφού γράφεται από άλλο πρόσωπο από τον δράσαντα και πράξαντα. Παρ’ όλα αυτά η βιογραφία δεν είναι Ιστορία, όση και να είναι η προσπάθεια του συγγραφέα να εξαντλήσει τις πηγές και να παραθέσει και τις θετικές και τις αρνητικές όψεις των γεγονότων στα οποία πρωταγωνίστησε ο βιογραφούμενος. Ακόμη και ο καθαρόαιμος ιστορικός σπάνια θα αποφύγει να ρίξει το βάρος των εκτιμήσεών του, αρνητικά ή θετικά, κοιτώντας μέσα από τον προσωπικό ιδεολογικό και ηθικό του φακό.
Ο πρώτος μεγάλος βιογράφος της δυτικής παράδοσης, ο Πλούταρχος, στους «Παράλληλους Βίους» του αντιπαραθέτοντας ανά δύο, έλληνες και ρωμαίους πολιτικούς ή στρατιωτικούς ηγέτες, παρ’ όλο που εμμονικά αναφέρει πληθώρα πηγών που ξετίναξε για να εξασφαλίσει μια δίκαιη προσωπογραφία του μελετώμενου ιστορικού βίου, δεν κρύβει τις προτιμήσεις του και δεν διαφοροποιεί τα κριτήριά του ανάλογα με τα δικά του ιδεολογικά δόγματα και τα ηθικά του προτάγματα.
Ο βιογράφος που επιθυμεί να είναι τίμιος, δίκαιος και πειστικός δεν αρκείται στα θετικά γεγονότα που δικαιώνουν πράξεις και απόψεις του βιογραφούμενου. Τονίζει ελαττώματα, παραλείψεις, προτιμήσεις, συμμαχίες, στρατηγικές που έβλαψαν και τον βιογραφούμενο, αλλά κυρίως ευνόησαν αντιπάλους και ζημίωσαν την πατρίδα του.
Οταν όμως κάνει τον ισολογισμό, φτάνοντας στην τελική εκτίμηση ενός βίου, είναι φυσικό και αυτονόητο να γείρει η πλάστιγγα υπέρ ή κατά, ανάλογα με τον σκοπό που εξαρχής είχε τάξει στον νου του ο βιογράφος. Γιατί υπάρχουν βιογράφοι που εκκινούν με αγιολογικές προθέσεις και άλλοι με ισοπεδωτικές, κατεδαφιστικές και όχι σπάνια δόλιες.
Ετσι για πρόχειρα παραδείγματα σας παραπέμπω σε τελείως αντιφατικές βιογραφίες του Ναπολέοντα, του Στάλιν, του Μιτεράν και του Αρη Βελουχιώτη.
Είναι αυτονόητο πως όσο σημαντικότερη είναι η συμμετοχή στα κοινά ενός πολιτικού ή στρατιωτικού ηγέτη αλλά και ενός επιστήμονα (απλώς επισημαίνω την αρχική κατεδαφιστική κριτική του Θεοτοκά για τον Καβάφη) τόσο περισσότερες είναι οι βιογραφικές αντιπαραθέσεις, οπαδών και αντιπάλων.
Ο ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ. Ας σταθμεύσουμε στον Ελευθέριο Βενιζέλο. Δεν νομίζω πως σ’ ολόκληρη τη μακραίωνη ελληνική Ιστορία (από την αρχαιότητα έως σήμερα) υπήρξε ηγέτης που να λατρεύτηκε και να μισήθηκε περισσότερο.
Κανένας άλλος με τις πράξεις του και τις ιδέες του δεν προκάλεσε εθνικό διχασμό, αιματηρό και αγεφύρωτο για πολλά χρόνια.
Δεν μαρτυράται ούτε στη χώρα μας ούτε σε άλλη χώρα την ίδια εποχή να θεωρούν τον ίδιο ηγέτη σχεδόν θαυματοποιό και άγιο και συνάμα άλλοι να τον ξορκίζουν ως διάβολο και αιμοδιψή δολοφόνο.
Για εκατό χρόνια και βάλε ο Βενιζέλος δίχαζε το έθνος και οι όροι «βενιζελικός», «αντιβενιζελικός» συγκροτούσαν βιογραφικά που διεκδικούσαν καριέρες.
Στα χρόνια που ζούμε και ογδόντα χρόνια από την εκδημία του (στην εξορία!) έχει κοπάσει τουλάχιστον το προσωπικό μίσος και έχει πλέον εγγραφεί η πολιτική του παρακαταθήκη έντονα στις δέλτους της Ιστορίας ώστε να γίνεται αποδεκτή η προσφορά του ως προσφορά εθνάρχη. Πώς να χωρέσει αυτός ο πολιτικός σεισμογράφος του καιρού του μέσα σε δύο ώρες μιας θεατρικής βιογραφίας. Γεγονότα θεμελιώδη για τη χώρα στα οποία πρωταγωνίστησε, αναφέροντάς τα και μόνο σηκώνεις τα χέρια ψηλά όταν ζητείται να αποτελέσουν θεατρικό υλικό. Υπάρχει ένα βουνό με πολλές κορυφές που ορθώθηκε στην πορεία του Βενιζέλου και με θάρρος, αποφασιστικότητα περπάτησε: Κρητική Επανάσταση, Στρατιωτικός Σύνδεσμος και πρόσκληση στην Ελλάδα, Βαλκανικοί πόλεμοι, Διχασμός, Ανάθεμα, Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, οι μεγάλες καθοριστικές Συνθήκες, Μικρασιατική Καταστροφή, Ιδιώνυμο, εκστρατεία στην Ουκρανία, Κίνημα του 1935, εξορία, απόπειρες δολοφονίας…
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ο Βενιζέλος ήταν μια σπάνια πολιτική ιδιοφυΐα και σε τέτοιες προσωπικότητες τουλάχιστον από τα αρχαία χρόνια στην Ελλάδα συγκεντρώνονται πολύ μίσος, έχθρα, χολή και πλήρης άρνηση. Διότι μια πολιτική ιδιοφυΐα εν πρώτοις δεν συμβιβάζεται και παλεύει να επιβάλει τις ιδέες της και τις καινοτομίες προκαλώντας συμφέροντα, πάγιες συνθήκες, στερεότυπα και διαπλοκές.
Η προσωπικότητα του Βενιζέλου έχει εμπνεύσει συγγραφείς, καλλιτέχνες, ιστορικούς φυσικά, ψυχιάτρους και κινηματογραφιστές. Η ταινία του Παντελή Βούλγαρη π.χ. ήταν μια τίμια απόπειρα βιογραφίας του μεγάλου πολιτικού. Πρόσφατα, ο Μίμης Ανδρουλάκης μας αιφνιδίασε με μια άγνωστη πτυχή του Βενιζέλου σε μια εποχή που νομίζαμε πως απλούστατα ήταν μια νεκρή ζωή στο πολεμικό τοπίο της ζωής του.
Στο θέατρο Τέσσερις Εποχές, όπου τα τελευταία χρόνια ο έμπειρος και πάντα πιστός στις καλλιτεχνικές αρχές του Γιάννης Μόρτζος παρουσιάζει παραστάσεις που έχουν πάντα στόχο και ποιότητα, ανέβηκε και θα συνεχιστεί για πολλοστή φορά το έργο του Γρηγόρη Χαλιακόπουλου «Ελευθέριος Βενιζέλος».
Ο συγγραφέας που έχει εντρυφήσει στη βιβλιογραφία, την τερατώδη σε ποσότητα και ποικιλία για τον μεγάλο Κρητικό, σκέφτηκε σωστά πως σε δύο ώρες μιας θεατρικής παράστασης δεν χωράει ένας τέτοιου ποιού ταραχώδης και δημιουργικός βίος.
Αποφάσισε λοιπόν να δει τον βίο του Βενιζέλου από το τέλος, σαν μια πνευματική διαθήκη και μια προσπάθεια του ηγέτη να σταθμεύσει στις σημαντικές ιστορικές, αλλά και προσωπικές, στιγμές. Να δει τον ορθολογιστή, τον οραματιστή, τον επαναστάτη, αλλά και τον ρομαντικό, τον συναισθηματικό και τον ερωτευμένο άνθρωπο.
Δεν αποπειράθηκε αγιογραφία, αλλά μια σειρά φλασμπάκ ισορροπώντας το δημόσιο με το ιδιωτικό. Και πέτυχε.
Η Λ. Καρδαρά έραψε έξοχα κοστούμια και με λιτότητα επίπλωσε το καταφύγιο του ηγέτη. Ο Φίλιππος Περιστέρης έγραψε έξοχη μουσική, ψυχολογικής αποτελεσματικότητας. Τα video ήταν της Χρ. Οικονόμου, οι φωτισμοί του Τάκη Ποδαρόπουλου. Ο Γιάννης Μόρτζος σκηνοθέτησε με στέρεο χέρι και οικείους ρυθμούς τον θίασο και ο ίδιος έπλασε έναν Βενιζέλο αξέχαστο, βαθιά προβληματισμένο, θλιμμένο και κουρασμένο από αγώνες σκληρούς. Δίπλα του η Γιούλη Ζήκου (Ελενα) έξοχη και η Ελεάννα Πουλίδα (Μαρία) αποκαλυπτική.
Δεν θα ήθελα να ξεχωρίσω ιδιαίτερα το θαυμάσιο σύνολο και ατομικά επαρκές που επανδρώνει τη διανομή: Νίκος Κανατάς, Βασίλης Σαμαριτάκης, Μανώλης Γεραπετρίδης, Βαγγέλης Πετρόπουλος, Τιτίκα Μαρίνου.
Σε εποχές κρίσης οικονομικής που το θέατρο «μονολογεί», ένας πολυάνθρωπος θίασος είναι μάθημα επαγγελματισμού.
Κείμενο: Γρηγόρης Χαλιακόπουλος
Σκηνοθεσία: Γιάννης Μόρτζος
Σκηνικά – κοστούμια: Λαμπρινή Καρδαρά
Μουσική: Φίλιππος Περιστέρης
Φωτισμοί: Τάκης Ποδαρόπουλος
Ερμηνείες: Γιάννης Μόρτζος, Γιούλη Ζήκου, Βαγγέλης Πετρόπουλος, Μανώλης Γεραπετρίτης, Βασίλης Σαμαριτάκης, Τιτίκα Μαρίνου, Γιάννης Μυλωνάς και Ειρήνη Παπαδημητρίου
Πού: Θέατρο Τέσσερις Εποχές – Γιάννης Μόρτζος, Μοσχονησίων 36 & Σπάρτης, Πλατεία Αμερικής, τηλ. 210-8812.289.