«Ελληνας τραγουδοποιός και ηθοποιός, γνωστός για τη σάτιρα και τον καυστικό και αθυρόστομο στίχο του»: έτσι χαρακτηρίζει τον Τζίμη Πανούση η ελληνική Wikipedia. Αλλά λέει τη μισή αλήθεια. Γιατί θα έπρεπε να συμπληρώνει: «Γνωστός επίσης για τις αντισημιτικές, ρατσιστικές, ανιστόρητες και γενικότερα ανόητες δηλώσεις που κάνει κατά καιρούς προκειμένου να προκαλέσει θόρυβο γύρω από το όνομά του».
Η σάτιρα είναι μια ευγενής έννοια. Είναι όμως και μια από τις πιο ταλαιπωρημένες και εξευτελισμένες λέξεις της ελληνικής γλώσσας. Στο όνομά της έχουν διατυπωθεί έξοχες κριτικές της εξουσίας, πολιτικής, οικονομικής ή πνευματικής. Οπως έχουν εκφραστεί και αποκρουστικές απόψεις, που μπορεί να είναι νόμιμες στο όνομα της ελευθερίας του λόγου, δεν είναι όμως και θεμιτές. Και αποτελούν μια ευκαιρία για να αποκαλυφθεί το πραγματικό ποιόν αυτού που τις αρθρώνει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο Λάκης Λαζόπουλος.
Ο Τζίμης Πανούσης είναι μια διαφορετική περίπτωση. Οπως λέει στη συνέντευξή του στο «Βήμα», ήταν πάντοτε απέναντι στην εξουσία. Και έχει αντιμετωπίσει κατά καιρούς τη Δικαιοσύνη επειδή τα έβαλε με τη θρησκεία, με τη σημαία και με άλλα εθνικά σύμβολα. Ευτυχώς πάντα αθωωνόταν (και εμμέσως διαφημιζόταν). Η αθυροστομία χρονολογείται πράγματι από την εποχή του Αριστοφάνη. Μόνο που δεν είναι αθυροστομία, και πολύ περισσότερο δεν είναι ελευθεροστομία, να λες για τους Εβραίους «γουρούνια, δολοφόνοι, κακό ψόφο να ‘χετε». Ούτε να λες ότι «όπως τότε διάλεξαν οι Ναζί τους Εβραίους για θύματα, τώρα οι νεοναζί, το μπλε σόι του Σόιμπλε, έχει διαλέξει εμάς τους Ελληνες».
Αν μια τέτοια φράση εκστομιζόταν από τα χείλη ενός Χάιντερ ή μιας Λεπέν, θα αποτελούσε κλασικό δείγμα ρατσισμού. Στο στόμα του Πανούση, όμως, είναι κάτι άλλο, κάτι που δεν μπορεί να χαρακτηριστεί παρά μόνο με τη βοήθεια της δικής του αθυροστομίας: μαλακία. Ιδίως αν συνδυαστεί με διάφορα περισπούδαστα για τον τζιχαντιστή καμικάζι που «είναι σε άμυνα γιατί του έχουν φάει όλη τη ζωή του». Γιατί δεν πάει να δώσει μια παράσταση στο Παρίσι, στο Λονδίνο ή στο Μάντσεστερ και, ανάμεσα στα τραγούδια με τους «καυστικούς στίχους», να δοκιμάσει να κάνει τους θεατές κοινωνούς των απόψεών του περί τρομοκρατίας;
Κάποιος έγραψε ευφυώς ότι την παράσταση της «Ειρήνης», στην Επίδαυρο ο Σόιμπλε θα τη χρηματοδοτήσει. Δεν ξέρω αν ο Τρυγαίος-Πανούσης θα σατιρίζει τον «νεοναζί» υπουργό Οικονομικών και το «μπλε σόι» του, κατά τη μέθοδο που συνηθίζεται σε αυτές τις παραστάσεις. Ξέρω ότι το γέλιο που θα συνοδεύσει μια τέτοια ατάκα θα είναι πράξη συνενοχής. Στον ρατσισμό ή στη μαλακία, είναι ζήτημα επιλογής.
Οπως ξέρω ότι η αποχώρηση από το θέατρο εκείνη τη στιγμή θα είναι πράξη αντίστασης στην έκπτωση των αξιών, της αισθητικής, της κοινής λογικής και της γλώσσας. Και αυτό δεν αφορά φυσικά μόνο τον Πανούση.