Εκείνο που καθιερώνει –για να μη γράψουμε ότι σώζει –μια καθημερινή ή εβδομαδιαία στήλη σε οποιαδήποτε εφημερίδα είναι κυρίως η ειλικρίνεια. Καλλιτεχνική ή πολιτική στήλη, πληροφοριακή ή σχολιαστική. Ειλικρίνεια βέβαια δεν σημαίνει ότι βγάζει κανείς στη φόρα όλα όσα ενδέχεται να γνωρίζει. Σημαίνει πως γράφει για κάτι που έχει συμβεί και πως το εκθέτει μ’ έναν τρόπο που να προκαλεί τόση συγκίνηση και παρηγοριά, ή αγανάκτηση και οργή, όση τουλάχιστον αισθάνεται ο άνθρωπος που πρωτοπαρατήρησε αυτό που συνέβη.
Οπως είναι γνωστό –το έχει άλλωστε δηλώσει η ίδια απερίφραστα σε συνεντεύξεις της -, η σόουγουμαν κυρίως, αλλά και πολλά άλλα, Ζωζώ Σαπουντζάκη δεν έχει φοιτήσει σε δραματική σχολή και πολύ περισσότερο σε πανεπιστήμιο. Με περισσή σεμνότητα λογαριάζει ως σχολείο της το σανίδι του θεάτρου –δεν εξαιρεί την πίστα -, έτσι καθώς το πρωτοπάτησε παιδάκι σ’ ένα θέατρο στη Θεσσαλονίκη, που αν δεν κάνουμε λάθος ήταν παράγκα κι όχι ένα κτίριο κανονικό. Προικισμένη με μια πηγαία και βαθιά εσωτερικότητα, όσες τουλάχιστον είναι η ζωντάνια της και η ευστροφία της, ενσαρκώνει, θα έλεγε κανείς, ένα πρότυπο καλλιτέχνη όπως κανείς δεν θα μπορούσε να τη βλάψει ή να τη μειώσει από τη στιγμή που η ίδια έχει ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς της τόσο με τους άλλους όσο και με τον εαυτό της.
Παρ’ όλα αυτά, αισθανθήκαμε κάτι περισσότερο από αιφνιδιασμό, όταν σε μια ολιγομελή συντροφιά φίλων, ενώ απευθυνόταν σ’ έναν ζωντανό μύθο του ελληνικού τραγουδιού, την ανεπανάληπτη Στέλλα Γκρέκα, που τιμούσε με την παρουσία της τη σύναξη αυτή και η θεία ερμηνεύτρια των τραγουδιών του Αττίκ, του Γιαννίδη και του Χαιρόπουλου ομολογούσε με κοριτσίστικη συστολή, στην προτροπή όλων να πει ένα τραγούδι, «μα δεν έχω πια φωνή», ακούσαμε τη Ζωζώ Σαπουντζάκη να της λέει: «Με όση φωνή έχεις, είσαι η Στέλλα Γκρέκα».
Δεν μπορεί να γνωρίζει κανείς τι περισσότερο θα είχε κερδίσει η Ζωζώ Σαπουντζάκη αν είχε φοιτήσει σε μια δραματική σχολή ή σ’ ένα πανεπιστήμιο, όταν μυριάδες απόφοιτοι και πτυχιούχοι δεν θα διανοούνταν για τον εαυτό τους μια αντίστοιχη αντίδραση στην εκφρασμένη από τον ίδιο αδυναμία οποιουδήποτε συναδέλφου τους. Η κυρία Σαπουντζάκη λέγοντας «Με όση φωνή έχεις, είσαι η Στέλλα Γκρέκα» δεν τιμούσε ή δεν ενθάρρυνε απλά μια συνάδελφό της προκειμένου ν’ ανταποκριθεί η τελευταία σε μια παράκληση φίλων που κάθε άλλο παρά θέλανε να τη στενοχωρήσουν ή να την κάνουν να αισθανθεί άβολα.
Η αειθαλής ερμηνεύτρια του «Τόσα χιλιόμετρα λαμέ και δεν σε νίκησα καημέ», με τη στεντόρεια ειπωμένη φράση της, συνόψιζε με τον πιο εύγλωττο τρόπο ένα τεράστιας σημασίας αξίωμα: ότι ο σεβασμός στο παρελθόν, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση το εξέφραζε η κυρία Στέλλα Γκρέκα, με τα ομολογημένα από την ίδια ενενήντα πέντε της χρόνια, σημαίνει αντίσταση στον χρόνο. Ο χρόνος δεν έχει χαριστεί σε κανέναν, είναι όμως εξαιρετικά ευχάριστο και διδακτικό να μαθαίνει κανείς το πώς χειραγωγείται χάρη σε καλλιτέχνες που με την τέχνη τους δοξάσανε το εφήμερο. Εχοντας απέναντι στον χρόνο τόσο σεβασμό όσο δεν θ’ αναγνώριζε κανείς σε δημιουργούς που ενεργούν με την προοπτική της αιωνιότητας.