Με απόλυτη επιτυχία στέφθηκε η πρώτη κλινική δοκιμή σε ανθρώπους ενός εναλλακτικού τρόπου εμβολιασμού, με τη χρήση ενός επιθέματος (τσιρότου) που διαθέτει μικροβελόνες. Τη μελέτη διενήργησαν επιστήμονες στις ΗΠΑ, μεταξύ των οποίων και η Ελληνίδα Ιωάννα Σκούντζου.
Η νέα ανώδυνη μέθοδος μπορεί μελλοντικά να καταστήσει περιττή τη χρήση της σύριγγας για τον εμβολιασμό, η οποία συχνά δημιουργεί αρνητικές ψυχολογικά ή και επώδυνες σωματικά αντιδράσεις – και όχι μόνο στα παιδιά. Έτσι, ελπίζεται ότι θα αυξηθεί ο αριθμός όσων εμβολιάζονται.
Οι ερευνητές του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Τζόρτζια (Georgia Tech) και της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Έμορι της Ατλάντα, με επικεφαλής τους καθηγητές Ναντίν Ρούφαελ και Μαρκ Πράουσνιτς, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό «The Lancet». Η ανάπτυξη του νέου εμβολιαστικού «τσιρότου» έχει την ευλογία των δημόσιων Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας (ΝΙΗ) των ΗΠΑ, από τα οποία και χρηματοδοτείται.
Στη μελέτη συμμετείχε η Ιωάννα Σκούντζου, αναπληρώτρια καθηγήτρια του Τμήματος Μικροβιολογίας και Ανοσολογίας του Πανεπιστημίου Έμορι, η οποία αποφοίτησε από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Πάτρας και μετά πήρε το διδακτορικό της στην Ανοσολογία το 1991 από την Ιατρική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Η πρώτη κλινική δοκιμή σε 100 υγιή άτομα ηλικίας 18 έως 49 ετών του επιθέματος, το οποίο προσκολλάται στο δέρμα και απελευθερώνει το φάρμακο μέσω πολύ μικρών βελονών στην επιφάνειά του, έδειξε ότι μπορεί να προκαλέσει μια εξίσου ισχυρή ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος (δημιουργία αντισωμάτων) με το παραδοσιακό εμβόλιο στην περίπτωση της γρίπης.
Επιπλέον, η νέα μέθοδος είναι ασφαλής και χωρίς παρενέργειες, καθώς οι μικροβελόνες, αφού επιτελέσουν το έργο τους, αυτοδιαλύονται χωρίς πρόβλημα. Το μόνο που αναφέρθηκε, ήταν κάποιες κοκκινίλες και φαγούρα λόγω ερεθισμού του δέρματος σε λίγα άτομα, συμπτώματα που κράτησαν δύο έως τρεις μέρες. Πάνω από το 70% των συμμετεχόντων στη δοκιμή δήλωσαν ότι προτιμούν το τσιρότο από τις παραδοσιακές σύριγγες.
Πλεονέκτημα της νέας μεθόδου είναι ότι τα επιθέματα – που έχουν μέγεθος μικρού κέρματος – μπορούν να σταλούν ακόμη και ταχυδρομικά εκεί όπου υπάρχει ανάγκη και οι χρήστες να τα χρησιμοποιήσουν χωρίς καν την ανάγκη εξειδικευμένου ιατρικού ή νοσηλευτικού προσωπικού.
Κάθε «τσιρότο» διαθέτει 100 στερεές, αλλά υδατοδιαλυτές μικροσκοπικές βελόνες, που έχουν τόσο μήκος όσο χρειάζεται για να τρυπήσουν το δέρμα. Το τσιρότο μένει κολλημένο στο δέρμα, όσο το εμβόλιο απελευθερώνεται μέσα στο σώμα. Στη συνέχεια, μετά από λίγα λεπτά, διαλύονται και οι μικροβελόνες, οπότε το τσιρότο μπορεί να πεταχτεί.
Το εμβόλιο παραμένει δραστικό επί τουλάχιστον ένα έτος μέσα στο τσιρότο χωρίς να πρέπει να παραμένει στο ψυγείο.
Το κόστος παραγωγής του νέου τσιρότου εμβολιασμού αναμένεται να είναι ανταγωνιστικό σε σχέση με τα σημερινά εμβόλια.
Σημαντική ωστόσο θα είναι η μείωση στο κόστος του εμβολιασμού, αφού θα μπορούν να τον κάνουν μόνοι τους οι εμβολιαζόμενοι. Το γεγονός ότι το τσιρότο πακετάρεται εύκολα για μαζική αποστολή και δεν χρειάζεται ψυγείο αποτελεί σημαντικό πλεονέκτημα από άποψη χρόνου και χρήματος.
Θα ακολουθήσουν κλινικές δοκιμές σε περισσότερους ανθρώπους, ενώ οι ερευνητές ήδη εργάζονται για την ανάπτυξη και άλλων εμβολίων σε μορφή τσιρότου (πολιομυελίτιδας, ιλαράς, ερυθράς κ.α.), πέρα από τη γρίπη. Παράλληλα, έχει ιδρυθεί η εταιρεία Micron Biomedical, που κατέχει τα δικαιώματα ευρεσιτεχνίας (πατέντα) του εμβολιαστικού επιθέματος και η οποία θα προχωρήσει στην εμπορική αξιοποίησή του.