Ο κίνδυνος τέταρτου Μνημονίου καραδοκεί. Μπορεί ο Πρωθυπουργός να διαμηνύει ότι η Ελλάδα θα βγει στις αγορές με το σπαθί της και χωρίς προληπτική γραμμή στήριξης περιγράφοντας μια clean exit, αλλά τουλάχιστον επί του παρόντος ύστερα από επτά χρόνια Μνημονίου τα δεδομένα καθόλου δεν προδιαγράφουν ότι το σενάριο αυτό θα έχει αίσιο τέλος.
Ο Κλάους Ρέγκλινγκ πριν δύο ημέρες, στο συνέδριο του «Economist», τόνισε με νόημα ότι «όταν η Ελλάδα σταθεί στα πόδια της, ο ESM δεν θα φύγει».
Αναλυτές θεωρούν βέβαιο ότι οι δανειστές δεν θα αφήσουν την Ελλάδα χωρίς επιτήρηση, όρους και δεσμεύσεις για πολλά χρόνια ακόμα.
Η έκθεση νομισματικής πολιτικής της Τραπέζης της Ελλάδος, η οποία υποβλήθηκε χθες στη Βουλή και στο Υπουργικό Συμβούλιο από τον διοικητή Γιάννη Στουρνάρα, χτυπάει καμπανάκια. Δεν αποκλείει μια clean exit, αλλά περιγράφει τις δύσκολες προϋποθέσεις για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο: αλλαγή του μείγματος οικονομικής πολιτικής ώστε οι φόροι να σταματήσουν να ροκανίζουν την ανάπτυξη, πλήρης και ταχεία εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και ρύθμιση χρέους.
Η παράταση της αβεβαιότητας όσον αφορά τη διευθέτηση του χρέους, επισημαίνεται, «εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους και προοιωνίζεται την ανάγκη νέας χρηματοδοτικής συνδρομής μετά το 2018, κάτι που απεύχονται τόσο η Ελλάδα όσο και οι εταίροι».
Ηδη ευρωπαϊκές πηγές δίνουν αυξημένες πιθανότητες στο ενδεχόμενο να καθιερωθεί μια προληπτική γραμμής στήριξης, με όρους και προϋποθέσεις, μετά τον Αύγουστο του 2018 εφόσον λήξει ομαλά, χωρίς εκπλήξεις, το τρίτο πρόγραμμα βοήθειας προς την Ελλάδα. Στο καλό σενάριο.
Η προληπτική γραμμή πίστωσης συνεπάγεται δεσμεύσεις ανάλογες με αυτές του Μνημονίου, αλλά δεν περιλαμβάνει εκταμιεύσεις με στόχο την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας. Τα κεφάλαια θα βρίσκονται διαθέσιμα λειτουργώντας μάλλον σαν μαξιλάρι ασφαλείας έναντι των κινδύνων που μπορεί να διαβλέψουν οι αγορές και η τρόικα θα συνεχίσει να έρχεται στην Αθήνα για να επιθεωρεί την τήρηση των συμφωνηθέντων.
ΕΞΟΔΟΣ. Προς το παρόν, ζητούμενο παραμένει να σταθεί η Ελλάδα στα πόδια της, με βιώσιμη έξοδο στις αγορές. «Είναι πολύ νωρίς για να προδιαγράψουμε εξελίξεις» αναφέρει σχετικά, ευρωπαϊκή πηγή, που υπενθυμίζει ότι τα μηνύματα που έχουν σταλεί από τους δανειστές στην κυβέρνηση είναι ξεκάθαρα: «Μη βιαστείτε, για λόγους εντυπωσιασμού». Μια έκδοση ομολόγων-πυροτέχνημα, ακόμα και εντός του Ιουλίου, θα μπορούσε να στεφθεί από επιτυχία. Δεν είναι όμως αυτό το κρίσιμο μέτωπο.
Οι δανειστές θέλουν να πάρουν τα λεφτά τους πίσω. Περισσότερο από το μισό δημόσιο χρέος της Ελλάδας βρίσκεται στα χέρια του ESM και ο Κλάους Ρέγκλινγκ, όχι τυχαία, τοποθετεί τα πρώτα βήματα εξόδου της Ελλάδας στις αγορές προς τα τέλη του έτους ή στις αρχές του 2018.
Μέχρι τότε, ο δρόμος είναι σπαρμένος από δύσκολες μεταρρυθμίσεις.
Στην έκθεση νομισματικής πολιτικής ο Γιάννης Στουρνάρας τονίζει ότι «η αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι η σοβαρότερη πρόκληση που αντιμετωπίζει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα και η ελληνική οικονομία».
Δεν είναι όμως η μοναδική. Προκειμένου να επανέλθει η οικονομία σε διατηρήσιμη τροχιά ανάπτυξης, καθοριστικά στοιχεία είναι, σύμφωνα με την ΤτΕ, η μείωση των φόρων, η επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων, η ταχεία αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου, ο δραστικός περιορισμός των μεγάλων καθυστερήσεων στην απονομή δικαιοσύνης, οι βαθιές μεταρρυθμίσεις στις αγορές ενέργειας, προϊόντων και υπηρεσιών καθώς και το άνοιγμα επαγγελμάτων που παραμένουν ακόμα κλειστά.
ΦΑΥΛΟΣ ΚΥΚΛΟΣ. Ηδη οι καθυστερήσεις, έχουν στοιχίσει ακριβά στην ελληνική οικονομία. Πριν από λίγους μήνες ο ρυθμός ανάπτυξης για το 2017 τοποθετούνταν από την κυβέρνηση στο 2,7% και από την Τράπεζα της Ελλάδος σε παρεμφερή επίπεδα. Μετά τη μνημειώδη καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, το υπουργείο Οικονομικών πρώτο κατέβασε τον πήχη στο 1,8% κα τώρα και η ΤτΕ αναθεωρεί την πρόβλεψή της στο 1,6%.
Προκειμένου να ξεκολλήσει με τρόπο βιώσιμο η ελληνική οικονομία από την ύφεση, απαραίτητη θεωρείται η μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης. Οπως προκύπτει από ειδική ανάλυση η οποία ενσωματώνεται στην έκθεση της ΤτΕ, σήμερα υπό το βάρος της υπερφορολόγησης τα νέα ληξιπρόθεσμα χρέη προς το Δημόσιο αυξάνονται με ρυθμό πέντε φορές υψηλότερο σε σχέση με τις παλαιές οφειλές που εισπράττονται.
Η συνεχής συσσώρευση νέου ληξιπρόθεσμου χρέους (4,5 δισ. ευρώ μόνο το πρώτο τετράμηνο του έτους) αποτελεί ένδειξη κόπωσης των φορολογουμένων όσον αφορά τη δυνατότητα να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, η οποία επιτείνεται τόσο από τους πολύ υψηλούς φορολογικούς συντελεστές όσο και από την παρατεταμένη στασιμότητα της ελληνικής οικονομίας. «Δημιουργείται έτσι ένας φαύλος κύκλος υψηλού ιδιωτικού χρέους προς το Δημόσιο, υψηλών φορολογικών συντελεστών και επίμονης ύφεσης που καταδεικνύει ότι η τρέχουσα φορολογική πολιτική θέτει σε κίνδυνο τη δυναμική της δημοσιονομικής προσαρμογής και αναιρεί κάθε προσπάθεια οικονομικής ανάπτυξης» τονίζει η ΤτΕ.