Λογική και ενόρμηση. Ανθρώπινη κοινότητα και ιερή ταυτότητα. Τα επιχειρήματα του Ιάσονα απέναντι στα επιχειρήματα της Μήδειας, που πασχίζει πάση θυσία να επιστρέψει στον Ηλιο. Μετά την «Ελένη» ο Δημήτρης Καραντζάς επιλέγει μία ακόμη εμβληματική τραγωδία του Ευριπίδη που δίνει φωνή στων «γυναικών το γένος». Η παράστασή του, όπου οι Γιώργος Γάλλος, Χρήστος Λούλης και Μιχάλης Σαράντης αποδίδουν όλα τα πρόσωπα του έργου, απέχει από τη ρεαλιστική ανάγνωση της προδομένης ξένης που φτάνει ώς τον φόνο των παιδιών της για να εκδικηθεί. Η «Μήδεια», με την οποία ανοίγει απόψε και αύριο το πρόγραμμα της Μικρής Επιδαύρου, είναι, σύμφωνα με τον σκηνοθέτη, η σύγκρουση δύο φύσεων.

Τι είδατε πέρσι από τις παραστάσεις που ξεκίνησαν στην Επίδαυρο;

Είδα τη «Λυσιστράτη» του Μαρμαρινού, παράσταση που μου άρεσε πολύ, επειδή είχε έναν προβληματισμό γύρω από το έργο τον οποίο έδειχνε πολύ καθαρά. Σε όλα αυτά τα έργα μπορείς να πάρεις ένα ειδικό σημείο και να το αναπτύξεις αρκεί να μην πετάξεις έξω την πλοκή. Στη «Λυσιστράτη» ο Μαρμαρινός άνοιξε ακόμη και στο σήμερα τον διάλογο για τη σημασία της ισότητας και του βαθύτερου αιτήματος που είχε εκείνη η επανάσταση πέρα από το να βγάλει γέλιο. Είναι μια κωμωδία, σίγουρα, αλλά ο προβληματισμός παραμένει βαθύς. Στον Αριστοφάνη δεν βγάζει κανείς πέντε φαλλούς επί σκηνής και περιμένει πλέον να πέσει η Επίδαυρος από τα γέλια.

Τηρουμένων των αναλογιών, έχετε επιλέξει στη «Μήδεια» ένα ειδικό σημείο που ξεκλειδώνει το έργο;

Για μένα αυτά τα έργα έχουν αλληγορική και συμβολική διάσταση. Η δομή τους δεν έχει καθόλου τη λογική του ρεαλισμού: «η Μήδεια σκότωσε τα παιδιά της» είναι ήδη ένας εκτροχιασμός που έχουμε αποδεχθεί στις μέρες μας τόσο φορτισμένος που χάνουμε το δάσος. Καταρχάς θεωρώ ότι η “Μήδεια” έχει μεγάλη σχέση με τις “Βάκχες”. Και στα δύο έργα του Ευριπίδη ένα ξένο στοιχείο με ένθεη προέλευση διαταράσσει τις ισορροπίες της κοινωνίας. Από την αρχή η ηρωίδα φωνάζει ότι είναι άφυλη. Πηγαίνει μεν στις γυναίκες, εξισώνει τον εαυτό της με μια γυναίκα της εποχής, μόνο και μόνο για να τους θυμίσει την ικανότητα του γένους τους. Αυτομάτως δεν μιλάμε για ένα θηλυκό, αλλά για μια ενσάρκωση γυναίκας. Στην πορεία θα ακυρώσει όλες τις ανθρώπινες διαστάσεις της: κόρη, αδερφή (ξεχνάμε ότι ήδη έχει σκοτώσει τον αδερφό της μετά την Αργοναυτική Εκστρατεία), μητέρα. Με αυτόν τον τρόπο και μέσα από την επαφή με τους άντρες επιστρέφει στη θεϊκή κατάσταση απορρίπτοντας ένα στενόμυαλο, εξουσιοκρατικό πρότυπο κοινωνίας.

Ποιο δραματικό σκοπό εξυπηρετούν τα εμβόλιμα κείμενα του Χάινερ Μίλερ ή του Παζολίνι;

Ειδικά του Παζολίνι αναδεικνύουν την ιερή σχέση της Μήδειας με τα φυσικά φαινόμενα και τους φυσικούς νόμους, τον έρωτα, την πίστη και τον όρκο. Τα θεωρεί σχεδόν θρησκευτικές έννοιες και όχι αστικές συμβάσεις που ισχύουν για έναν ωφέλιμο σκοπό. Και εδώ φαίνεται ξεκάθαρα η σχέση με τις “Βάκχες”, όπου μια ένθεη μορφή έρχεται σε ένα στείρο περιβάλλον, όπου η εξουσία πρέπει να ασκείται με συγκεκριμένο τρόπο. Σαν οι άνθρωποι να παραγνωρίζουν ένα τέτοιο κομμάτι τους. Η ύβρις μοιάζει περισσότερο των ανθρώπων παρά της Μήδειας.

Εχετε έναν φόβο ή μια καχυποψία ότι η δική σας ανάγνωση δεν φτάνει πάντα στο κοινό;

Κάθε σκηνοθέτης πρέπει να δείχνει υπερβάλλουσα πίστη. Οτι αν επιμείνει στα επιχειρήματα και στις δομές σύγκρουσης μέσα στο έργο θα μπορέσει να μεταφέρει απέναντι την άποψή του. Στη Μήδεια, για παράδειγμα, βλέπουμε μια προδομένη ερωμένη ή μια άλλη φύση που δεν αποδέχεται τη νόρμα της δημοκρατίας; Προσωπικά, μόνο το κείμενο μ’ ενδιαφέρει. Και ο λόγος απλοποίησης του σχήματος με τους 3 ηθοποιούς είναι ότι θέλω να γίνουν απολύτως ξεκάθαροι οι εκπρόσωποι κάθε επιχειρήματος. Ολοι οι άντρες μπαίνουν ορμητικά και φεύγουν ηττημένοι. Η Μήδεια χρησιμοποιεί όλο το φορτίο και την “προδοσία” που έχει υποστεί για να πάρει μαζί της τον Κρέοντα ή τον Αιγέα, αλλά μετά μπορεί να τους ακυρώσει. Σαν να γνωρίζει ότι πρέπει να πάρει στοιχεία από το ανθρώπινο φαινόμενο για να λειτουργήσει τόσο ωφελιμιστικά. Σαν να ακυρώνει την ανθρωπότητα μέσα από τη χρήση τους. Γι’ αυτό θέλω να ακουστούν τα επιχειρήματα όλων.

Πότε είχατε πρωτοδιαβάσει «Μήδεια»;

Στις εξετάσεις για τη δραματική σχολή είχα δώσει τον Αγγελιαφόρο. Και μετά βέβαια διδαχθήκαμε το κείμενο στη σχολή. Από τότε μου είχαν μείνει τα χορικά. Δεν καταλάβαινα όλη αυτή την εστίαση γιατί ένας άντρας παρατάει μια γυναίκα –την ψυχολογική εξήγηση δηλαδή. Βέβαια πρέπει να τη δεις μακροσκοπικά και καταλαβαίνεις γιατί είναι τόσο σημαντική η πρώτη σύγκρουση Μήδειας – Ιάσονα.

Υπάρχουν σημεία ή σκηνές που έχετε επανεκτιμήσει το έργο όσο περνούσαν τα χρόνια;

Υπάρχουν διάφορα σημεία. Ενα από αυτά είναι όταν η Μήδεια βάζει τον Αιγέα να ορκιστεί, η πρώτη της φράση είναι «δίχως θεό εγώ είμαι ανύπαρκτη». Δεν είναι τόσο θεωρητικό: είναι η βάση από την οποία παλεύει κι αγωνίζεται. Επίσης το χορικό στο οποίο καταλήγει ο Χορός, που είναι μαζί της, λέει ότι καλύτερα να είσαι άτεκνη και στείρα. Το βασικό επίσης είναι η φράση την ώρα που αποφασίζει: «αφού το θέλει η ανάγκη, εμείς που δώσαμε ζωή θα πάρουμε». Ακούγεται σχεδόν σαν θεϊκή ρήση ακόμη και σήμερα.

Και βέβαια ανακάλυψα εκ νέου, αν μπορώ να το πω έτσι, τη σκηνή όπου η Μήδεια καλεί τον Ιάσονα για να τον πείσει ότι δεν έχει τίποτε μαζί του και του προτείνει να κρατήσει τα παιδιά. Σ’ αυτή τη σκηνή ενώ ξεκινάει σαφώς με ψεύδος, στη συνέχεια δεν υποκρίνεται καθόλου. Υπάρχουν εδώ στίχοι οριακοί: όταν ο Ιάσονας τη ρωτάει “γιατί κλαις για τα παιδιά μου;» και η Μήδεια απαντάει «γιατί τα γέννησα – με πήρε ο πόνος αν κάποτε θα τ’ αξιωθώ κι εγώ». Δεν είναι ψεύτικη εδώ, αλλά σχεδόν ωμή. Του λέει ουσιαστικά τι πρόκειται να γίνει.

Εχετε το άγχος της επικαιροποίησης; Της φόρμας έναντι του κειμένου;

Καταρχάς αν δεν καταλάβω τον λόγο, δεν ξέρω σε τι φόρμα εντάσσεται. Δεν μπορώ να στήσω μια σκηνή ερήμην του λόγου. Αν δεν βρω τι με δονεί στο κείμενο, δεν μπορώ να σκεφτώ ανθρώπους πάνω στη σκηνή. Εδώ μάλιστα η φόρμα είναι σχεδόν απούσα. Δεν υπάρχει καμία ένταση και ακούς τα λόγια των ηρώων μέσα στ’ αφτί σου, ενώ υπάρχει απόλυτη σφαιρική ένταση. Γι’ αυτό μάλιστα αποφασίσαμε να χρησιμοποιήσουμε “ψείρες”, παρ’ όλο που δεν τις συμπαθώ. Με ενδιαφέρει, όμως, να γίνει ανάγλυφη η ένταση του έργου με τον πιο αθώο τρόπο. Τίποτα που δεν είναι έξυπνο από αυτό που λέγεται και τίποτε πιο συγκρουσιακό απ’ ό,τι χρειάζεται. Επίσης δεν καταλαβαίνω την αγωνία να φέρουμε μια παράσταση στο 2017. Σχεδόν ξενερώνω. Η αγωνία ποια είναι; Μην τυχόν και νιώσει ο θεατής ότι δεν μιλάμε γι’ αυτόν; Αυτομάτως υποτιμάς και τον άλλο ότι πρέπει να αναγνωρίσει τον εαυτό του. Εχω ένα βασικότερο άγχος: να είναι καθαρά όλα τα επιχειρήματα και τα ερωτήματα ενός τόσο πυκνού λόγου. Ερωτήματα τόσο υπαρξιακά που δεν απαντιούνται ακόμη.

Μετά την «Ελένη» η «Μήδεια». Γιατί σας προκαλεί δραματουργικά ο Ευριπίδης;

Ενα κοινό είναι ότι και στα δύο έργα δίνει φωνή στις γυναίκες. Για τις γυναίκες της εποχής η Μήδεια είναι ξένη και από καταγωγή. Ομως, στον πρώτο της λόγο προς τις γυναίκες της Κορίνθου αυτομάτως εξισώνει όλες τις γυναίκες ως ξένες. «Η γυναίκα σαν ξένη στο νέο της σπίτι νέους νόμους, νέα συνήθεια πρέπει να μάθει». Οταν επίσης ο Χορός λέει στον Ιάσονα «αδίκησες γυναίκα, είσαι άδικος», αυτό είναι τεράστιο για την εποχή. Πέρα από αυτό, όμως, με ενδιαφέρει ο τρόπος με τον οποίο ο Ευριπίδης παίζει με τη δομή της τραγωδίας. Η Ελένη ξεκινάει ως τραγωδία, γίνεται φάρσα και καταλήγει μεγαλύτερη τραγωδία: η ηρωίδα προτείνει το φιλειρηνικό πνεύμα για να προτείνει τελικά την απόλυτη σφαγή. Ενώ ο Ευριπίδης αθωώνει στην αρχή το πρόσωπο, στο τέλος του βάζει μεγαλύτερο φορτίο.

Γιατί επιλέξατε τη μετάφραση του Βολανάκη;

Τη μετάφραση του Χειμωνά την ήξερα απέξω, αλλά δεν ήθελα να έχω καμία μνήμη και φόρτιση. Τη μετάφραση του Βολανάκη τη θεωρώ πιο λειτουργική και πιο ευθεία. Κάτι αγγίζει το βάθος του έργου, αλλά παραμένει πολύ ευθύβολο. Η ποίηση δεν υπερτερεί του νοήματος και του επιχειρήματος.

INFO

«Μήδεια», Μικρή Επίδαυρος, απόψε στις 21.30, αύριο 21.00 και 24.00. Παίζουν: Γιώργος Γάλλος, Χρήστος Λούλης, Μιχάης Σαράντης