Η προσωποπαγής κειμενική τακτική του Κώστα Γ. Παπαγεωργίου, ο οποίος συγκαταλέγεται στους αντιπροσωπευτικότερους, πολυβραβευμένους δημιουργούς της γενιάς του ’70, διασφαλίζει, μεταξύ άλλων, την απρόσκοπτη διαδοχή των διαφορετικών τρόπων πρόσληψης των όποιων δεδομένων. Τόσο όσων προέρχονται από τη σφαίρα της λεγομένης εξ αντικειμένου πραγματικότητας όσο και των άλλων βεβαίως, τα οποία κατάγονται κατευθείαν από την ενδοχώρα του αμιγώς φαντασιακού. Οι αλληλουχίες απροσδόκητων αφορισμών, οι αμφισημίες των κρίσιμων φαινομένων του βίου, οι κύριες ανταποκρίσεις μεταξύ ύπαρξης και μη ύπαρξης και βεβαίως οι διαχρονικές, υποδόριες σχεδόν πάντα, διασυνδέσεις υποκειμένων και αντικειμένων επιβεβαιώνονται, αποτυπώνονται και ταξινομούνται με υποδειγματική νηφαλιότητα, όπως έχω ήδη κατά καιρούς υποστηρίξει, διερμηνεύοντας την προσωποπαγή αυτή ποίηση. Υποβάλλοντας νέες στρατηγικές ύφους, όπως ακριβώς συμβαίνει και στην προκειμένη περίπτωση, ο ποιητής χαρτογραφεί το μεταίχμιο εκείνο, όπου το έλλογο στοιχείο και το αντίθετό του συνυπάρχουν ισότιμα, διευκρινίζοντας μάλιστα το ένα την αξία του άλλου. Η πνευμάτωση του υλικού στοιχείου, η Vergeistung του Φρίντριχ Νίτσε, συνεπάγεται εν ολίγοις μιαν ευεργετική ρήξη με την τυποποίηση της αντίληψης. Ετσι, το κατά τα φαινόμενα παράδοξο ή αλλόκοτο μπορεί να εξημερωθεί, να καταστεί εν τέλει οικείo, διατείνεται, εμμέσως πλην σαφώς, η συγκεκριμένη αυτή ποιητική πρόταση.
Προσδιορισμοί του αληθινού
Οι διάσπαρτοι συναρπαστικοί αφορισμοί και οι κρίσιμες τελετές εικονοποιίας επικυρώνουν την παραγωγική συνταύτιση του εξαιρετικά παρατηρητικού εγώ με εκείνη ακριβώς τη σημασιολογική τάξη, η οποία παράγει, συν τοις άλλοις, τους πλέον ακριβείς προσδιορισμούς του αληθινού. Παραθέτω για τις ανάγκες της εποπτικής στιγμής τα εξής χαρακτηριστικά: «Αποκαλώ επιδημία της πέτρας το τελευταίο βλέφαρο ενός βάρους κοιμισμένου στην καρδιά του αυτό το αδέκαστο σύμβολο ουρανού συννεφιασμένου από διαρκείς εκκλήσεις βοηθείας όσο απλώνονται κατά μήκος οδών ακυβέρνητων στην αχαλίνωτη ορμή του μετάλλου» και «της ακοής σου οι λόφοι από κεριών σταξίματα επειδή δεν βρέθηκαν οι κόρες του νεωκόρου να σε φροντίσουν κι έτσι αχτένιστη έμοιαζες φυκιών σχεδίασμα πρόχειρο ή βροχής τσαλακωμένη ορμή». Παρατηρώ ότι οι συγκεκριμένες προαιρέσεις της έμπειρης και εμπύρετης ταυτοχρόνως γραφής δεν παύουν να αποκαλύπτουν, με χαρακτηριστική πράγματι άνεση, απόκρυφες εννοιολογικές συγγένειες ή κρίσιμες αλληλεξαρτήσεις των εμπειριών μιας όντως κρίσιμης μέρας, αυτής του πένθους για την οριστική απώλεια ενός ιδιαίτερα προσφιλούς προσώπου. Φρονώ ότι οι γραμματικές εικόνες η μία μετά την άλλη καταδηλώνουν ότι η γλώσσα δεν επιχαίρει από στροφή σε στροφή, επειδή φτάνει εδώ πανηγυρικά στα άκρα των τεταμένων εμπεδώσεών της, αλλά μέσα από το ξέσπασμά της συμμετέχει κι αυτή στην καταβύθιση του εγώ στην ίδια του την οιμωγή, που είναι, οίκοθεν νοείται, η οιμωγή του είδους μας ενώπιον μιας σαφώς αδιάφορης φύσης για όσα συμβαίνουν στον άνθρωπο, υποψιασμένο ή μη περί της ματαιότητας του κόσμου.
Πάνω γνάθος ουρανός
Απομονώνω ενδεικτικές αναπαραστάσεις των συναφών παθών: «και ξέρω ακόμα ότι οι μυστικές συναλλαγές των δακρύων αλλοιώνουν όσο να ‘ναι το γαλάζιο της πηγής τους· νοθεύουν το αρραγές των νοημάτων και μετατρέπουν σε τρίξιμο φρικτό τον ήχο ακόμα κι ενός αραχνοΰφαντου λυγμού». Το αστικό τοπίο και τα συμφραζόμενά του συμπληρώνουν επίσης με τις αποχρώσεις τους το σκηνικό του δράματος: «σκουριά σε μάντρες που χάσκουν αδιάντροπα στις παρυφές της πόλης». Ο στίχος έχει αναλάβει το βάρος να υποστηρίξει αποτελεσματικά το πέρασμα από το εκ προοιμίου άρρητο στο σαφές νόημα. Οι δε αντιθέσεις, οι αντιπαραθέσεις, οι ανακολουθίες, οι οποίες διακρίνουν τη λειτουργία των επικοινωνιακών δεικτών, στις οποίες έχει δοκιμάσει να εντρυφήσει ο κοινός νους, λειαίνονται σε μεγάλο βαθμό. Τα τυχόν οξύμωρα ή παράδοξα σχήματα συνιστούν δηλαδή φύσει και θέσει πτυχές της ποιητικής αυταλήθειας. Οι παρεπόμενες δυναμικές συγκλίσεις συνιστούν όψεις του παρόντος κειμενικού επιτεύγματος. Η «πάνω γνάθος ουρανός», η «κάτω γνάθος γη ευπροσάρμοστη σε καιρικές συνθήκες» και η ένδειξη «βλέμματα νυχτόβιων φόβων βλοσυρά» αποτελούν σαφέστατα δείγματα της εν λόγω ρηματικής δράσης. Τα απεικάσματα των ένδον τριγμών και οι εφιαλτικές εμπειρίες αναζητούν τα δικά τους δικαιώματα συνύπαρξης μέσα στο γενικότερο ποιητικό σχέδιο. Περιορίζομαι στα εξής δύο προσώρας: «Ενός φιλιού το άγριο φύλλωμα» και «απλώνω παλάμη ανοιχτή κατά τη μεριά που χέρι αόρατο κραδαίνει χάρακα τιμωρίας». Η λεκτική στρατηγική δεν υπαινίσσεται θαύμα, απλώς προτάσσει τη μεταπραγματικότητα ως κεκτημένο της ψυχής. Ητοι: «εγώ δεινός υποβρύχιος κολυμβητής υποτελής μιας βιαστικά κρατημένης ανάσας κυκλωμένος από φως ιλαρό πετρωμάτων ασύνταχτων». Οι κατακτήσεις των διαλεκτικών προσαρμογών του, οι πρόσφορες συνέργειες ορατών και των αοράτων, οι αποχρώσεις του υπεραισθητού, όλα δηλαδή τα κύρια συστατικά μιας διευρυμένης τακτικής συγκερασμών συντελούν στη διαμόρφωση του όλου αισθητικού κλίματος. Απομονώνω τα εξής ενδεικτικά: «ανθοφορία της τέφρας», «τα πουλιά αν ήξεραν με τι γυαλιά είναι στρωμένος ο ουρανός θα ζήλευαν την τύχη του ερπετού», «του χώματος η διαρκής επαγρύπνηση» και «το θαύμα του θανάτου δεν είναι παρά το γυμνό σώμα μιας μέρας ξαπλωμένης σε ολόλευκο μάρμαρο». Το ρήμα ενεργεί έτσι ώστε η όλη σημασιοσυντακτική πολιτική να διατηρεί διαρκώς τις ισορροπίες της.
Ανεπαρκείς κοσμοθεωρίες
Το ποιητικό υποκείμενο, ανασκευάζοντας συστηματικά τα περί συμβατικού πένθους, σπεύδει να δει στο βάθος του κοσμοειδώλου την κεκρυμμένη ουσία. Δεν θα παραλείψει μάλιστα να ακυρώσει εκ προοιμίου το δεδομένο πλαίσιο των ψευδαισθήσεων, καθώς προετοιμάζεται να αναβαθμισθεί σε οραματικό Εαυτό. H μεθοδολογική ενδοσκόπηση διανοίγει τα τοπία. Η ευεργετική, δηλαδή η στοχαστική αξιοποίηση της εμπειρίας είναι γεγονός. Οι κοσμοθεωρίες φαίνονται ανεπαρκείς. Η ομολογία πίστης στη δυνατότητα συνειδητής αυθυπέρβασης της κρίσιμης, πρωτοβάθμιας εντύπωσης και της συνακόλουθης αναβάθμισής της σε υπεραίσθηση τεκμαίρεται άλλωστε σε πλείστα όσα σημεία των ποιητικών κρυσταλλώσεων. Διακρίνω κατεξοχήν την εξής παραλλαγή: «εξάλλου εγώ δεν είμαι παρά η αφανής προέκταση των αποστάσεων που διάνυσα μαζί και η άγονη διασταύρωσή τους και το βουβό σημείο συνάντησης αυτουργών ζωής που αμήχανα ορίζεται όπως όταν αιφνίδια παγώνει η λίμνη του μαξιλαριού και το κεφάλι αγέρωχα προτάσσει μέτωπο αρυτίδωτο ή νερό που μονίμως ακροβατεί απλησίαστο από τη μια μορφή του στην άλλη». Από την αρχή ώς το τέλος των εξομολογήσεων το ποιητικό ρήμα διατηρεί το δικαίωμα να αποφαίνεται και εκ μέρους μιας απώτερης συλλογικής ψυχής. Η εμφανής αυτή διεύρυνση συνιστά το εξαιρετικό πλεονέκτημα του έργου. Εξού και η γοητεία του.

Κώστας Γ. Παπαγεωργίου

Εκτακτο δελτίο καιρού

Εκδ. Μελάνι, 2017,

σελ. 64

Τιμή: 9 ευρώ