Το πιο δημοφιλές θέατρο του κόσμου, εκεί όπου κάθε καλλιτέχνης ονειρεύεται να εμφανιστεί έστω μία φορά, το θέατρο με τη μοναδική ακουστική, έχει απόψε πρεμιέρα. Αλλη μία πρεμιέρα.
Κοντεύουν ογδόντα χρόνια από τη λειτουργία του Αρχαίου Θεάτρου της Επιδαύρου, από την πρώτη «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη με την Κατίνα Παξινού και την Ελένη Παπαδάκη (1938) και εξήντα δύο από τότε που το Φεστιβάλ μπήκε σε τροχιά (1954-1955) με τα Επιδαύρια και τον «Ιππόλυτο»…
Κι όμως παραμένει αγέραστη. Η Επίδαυρος θυμίζει εκείνες τις γυναίκες που γοητεύουν πάντα, όσα χρόνια κι αν περάσουν από πάνω τους. Γιατί έχουν τη δική τους, εσωτερική φλόγα, ενώ αδιαφορούν πλήρως για τη φθορά.
Ωστόσο, δεν τα έχουν καταφέρει όλοι στην αναμέτρηση μαζί της. Κάποιοι τη σεβάστηκαν και δεν τόλμησαν να πατήσουν –όπως ο Δημήτρης Χορν και η Ελλη Λαμπέτη, που θεωρούσαν ότι δεν κάνει η φωνή τους. Κάποιοι άλλοι, ανάξιοι, την άλωσαν, λες και το θέμα είναι να παίξεις εκεί. Και έχασαν. Γιατί αυτές οι αγέραστες γυναίκες ξέρουν πώς να επιβιώνουν.
Παράλληλα η Επίδαυρος παραμένει το πιο δύσκολο στοίχημα για κάθε καλλιτεχνικό διευθυντή: στην τελική αναμέτρηση, εκείνη θα βγει νικήτρια, έτσι κι αλλιώς. Το έχει αποδείξει η διάρκειά της. Το θέμα είναι αν θα την «εκμεταλλευθούμε» σωστά και πλήρως: Χρειάζεται να της δοθεί ένας θεματικός χαρακτήρας; Πρέπει να φιλοξενήσει μεγάλες παραγωγές και διεθνή σημαντικά ονόματα; Ποιος, αλήθεια, θα της επιτρέψει να ξεδιπλώσει όλες τις χάρες της; Αυτά είναι θέματα που παραμένουν ανοιχτά προς συζήτηση. Δεν λύνονται.
Πέραν αυτού, όμως, η εμπειρία της Επιδαύρου είναι από μόνη της μοναδική. Την ώρα που σκοτεινιάζει και σβήνουν τα γύρω φώτα, προτού ανάψουν εκείνα της σκηνής, μια μυστική συμφωνία έχει ήδη τελεστεί. Και λειτουργεί ανεξαρτήτως παράστασης. Είναι η δύναμη του τόπου μαζί με τη δυναμική του χώρου. Παρέα με τον γκιόνη…