Οση σχέση έχει η Συννεφούλα με τα Θρησκευτικά άλλη τόση έχει η κινόα με τα γεμιστά, η στέβια με τον βαρύ γλυκό στο χοντρό και το πιπέρι στα λάχανα. Κι αυτό το ξέρουν καλά ο Γαβρόγλου και ο Αρχιεπίσκοπος, για τούτο και επιδίδονται με τέτοια μανία σε fusion συνταγές που δεν τρώγονται με τίποτα. Σου λέει, όλο και κάποιος θα τσιμπήσει πως το μάθημα των Θρησκευτικών ανοίγεται στον κόσμο και γίνεται, και καλά, ελκυστικό. Και τσίμπησαν πολλοί, πάρα πολλοί που ήθελαν μια «Συννεφούλα άλλοθι» κι όχι μ’ αγαπάει τη μια / την άλλη με ξεχνάει. Κανονικά, αν υπήρχε κουκούτσι μυαλό, θα έπρεπε να σκανδαλιστούν από το κυρίως φαγητό, αυτό που κρύβεται κάτω από τα καρυκεύματα και κουκουλώνεται κάτω από τόνους ντρέσινγκ. Γκαρσόν, μια τρίχα στο πιάτο μου.
Αν ήμουνα Ριάνα θα είχα βγει από τα ρούχα μου κι αν ήμουνα Νικόλας Ασιμος θα είχα κατεβάσει καντήλια. Παστώνοντας το πείσμα της Εκκλησίας να βάλει πόδι στην παιδευτική διαδικασία, το πολύ που μπορεί να σου προκύψει είναι μπακαλιάρος. Πώς αλλιώς να το πω; Μουρούνα. Το λάδι της οποίας κράτησε στη ζωή τόσα και τόσα υποσιτισμένα παιδάκια της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου.
Είναι αλήθεια ότι η ψαρίλα δεν πάει κάτω με τίποτα, γι’ αυτό και πολλά πιτσιρίκια της εποχής το έπιναν κρατώντας τη μύτη τους κλειστή, μεταξύ δείκτη και αντίχειρα. Ενα άλλο σναπ που τραβιόταν τότε πολύ ήταν και το κινίνο. Αλλ’ αυτό το έπαιρναν με τις χούφτες μόνον λαϊκά κορίτσια με κρεπαρισμένες αλογοουρές και φουστανάκια με καρό κι από μέσα το φουρό, λόγω ερωτικής απογοήτευσης. Οπότε δεν μας νοιάζει καθόλου. Η Εκκλησία ξέρει να τιμά τις Μαγδαληνές, σκασίλα της όμως για τις σουρλουλούδες. Και τριγύρνα μ’ όσους θέλεις κάθε βράδυ.
Αυτή τη μεγάλη απενοχοποίηση –συγχώρεση πες την εσύ –την χρωστάμε εξ ολοκλήρου στον Διονύση Σαββόπουλο. Οχι γιατί την εφηύρε, αλλά γιατί πρώτος αυτός την διατύπωσε έτσι που να συγκινεί και το άλλο φύλο. Και την τραγούδησαν φίλε μου, με μαλλιά, μουστάκια, γενειάδες, χαϊμαλιά, γρατζουνώντας κιθάρες και πισινούς πάνω σε βραχάκια, αμμουδιές, ακρογιαλιές, δειλινά. Από αυτής της απόψεως, ναι. Πιστεύω!