Η πρότασή της περιλαμβάνει εκλογή αρχηγού από τη βάση με ανοιχτές διαδικασίες, νέο μητρώο μελών τον Οκτώβριο, και διεξαγωγή του συνεδρίου μέχρι το τέλος του Δεκεμβρίου.
Πρότεινε ακόμη, τη συγκρότηση ανεξάρτητης οργανωτικής επιτροπής που θα αναλάβει τη οργάνωσή του, με πρόεδρο τον καθηγητή Νίκο Αλιβιζάτο.
Συγκεκριμένα η κ. Γεννηματά ανέφερε: «Αμέσως μετά το Συνέδριο τα πολιτικά κόμματα και οι φορείς που θα θελήσουν να συμμετέχουν σε αυτή την προσπάθεια οφείλουν να τοποθετηθούν ως προς τον οδικό χάρτη των επόμενων βημάτων και το μεταβατικό διάστημα που απαιτείται για να φθάσουμε στον στόχο της ενιαίας παράταξης. Θέλουμε να ακούσουμε τη φωνή των κομμάτων και της βάσης της παράταξης μας.
Μαζί θα διαμορφώσουμε την τελική απόφαση και το χρονοδιάγραμμα της.
Πρώτον: Οι αποφάσεις του συνεδρίου μας καθώς και το πλαίσιο της Επιτροπής Θέσεων και Διαλόγου για την Κεντροαριστερά, αποτελούν ισχυρή προγραμματική βάση και διαμορφώνουν ξεκάθαρη ταυτότητα και πολιτικό στίγμα.
.
Δεύτερον: Εκλογή επικεφαλής από την κοινωνική βάση της παράταξης, μέσα από ανοιχτές και διαφανείς διαδικασίες. Προτείνω η εκλογή να γίνει τον Οκτώβριο 2017.
Προτείνω την άμεση συγκρότηση ανεξάρτητης επιτροπής δεοντολογίας και πιστοποίησης διαδικασιών, η οποία αναλαμβάνει την εποπτεία και εγγυάται την αξιοπιστία, την διαφάνεια και το αδιάβλητο της πορείας προς την εκλογή ηγεσίας και το ιδρυτικό συνέδριο του νέου ενιαίου προοδευτικού φορέα.
Ως επικεφαλής της ανεξάρτητης αυτής επιτροπής προσωπικοτήτων υψηλού κύρους, κοινής αποδοχής, προτείνω τον καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου κ. Νίκο Αλιβιζάτο.Τρίτον: Δημιουργία μητρώου του νέου φορέα με βάση τους πολίτες που προσήλθαν στην ψηφοφορία και όλους όσους άλλους το επιθυμούν.
Τέταρτον: Εκλογή συνέδρων με βάση το νέο μητρώο με διαφανείς διαδικασίες.
Πέμπτον: Ιδρυτικό συνέδριο της νέας παράταξης, και εκλογή των κεντρικών οργάνων της. Καταληκτική ημερομηνία για το συνέδριο ο Δεκέμβριος του 2017»
.
Η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ απηύθυνε τη πρότασή της προς όλους για να ενώσουν τις δυνάμεις τους, λέγοντας πως «είναι η ώρα για απλές και καθαρές λύσεις. Όλοι θα κριθούμε από τους πολίτες για την στάση μας. Περιθώρια για διαστρεβλώσεις, παιγνίδια με τις λέξεις και πλαστά διλήμματα δεν υπάρχουν πια».
Η κ. Γεννηματά «έκλεισε» τη πόρτα της συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ, ασκώντας δριμεία κριτική στον Αλέξη Τσίπρα για τον οποίο ανέφερε ότι «πρόδωσε τους προοδευτικούς πολίτες που τον εμπιστεύθηκαν, καλώντας μάλιστα με πατερναλιστικό ύφος σε δήθεν προοδευτικά μέτωπα.
Πρόκειται για μια ακόμα επίδειξη πολιτικού κυνισμού. Όλοι έχουν αντιληφθεί ότι ο κ. Τσίπρας έχει προ πολλού διαβεί τον πολιτικό του Ρουβίκωνα και οδεύει προς στην απέναντι όχθη της… αβύσσου. Ας μην ματαιοπονεί λοιπόν. Δεν βρισκόμαστε στην χώρα των λωτοφάγων.
Θα ηττηθούν στις εκλογές με εκκωφαντικό τρόπο», υπογράμμισε η Φώφη Γεννηματά. Και συμπλήρωσε: «Όσο πιο γρήγορα φύγει αυτή η κυβέρνηση τόσο το καλύτερο. Αλλά αυτό δεν αρκεί.
Η στρατηγική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ και της λογικής που εκφράζει, προϋποθέτει την καθοριστική ενίσχυση της Δημοκρατικής Συμπαράταξης». «Η ήττα των ΣΥΡΙΖΑ /ΑΝΕΛ δεν πρέπει να αποτελέσει ήττα, ούτε των ιδεών και αξιών της αριστεράς, αλλά ούτε να αφήσει ζωτικό χώρο για συντηρητική παλινόρθωση» τόνισε.
Αιχμηρά βέλη εξαπέλυσε και εναντίον της ΝΔ, λέγοντας προς τον Κ. Μητσοτάκη ότι η βία δεν προέρχεται μόνο από την Αριστερά και θύμισε την εγκληματική βία της Χρυσής Αυγής.
«Γιατί εναλλακτική λύση δεν αποτελούν οι συντηρητικές πολιτικές που εκφράζει η Νέα Δημοκρατία και οι ευρωπαίοι εταίροι της – η συντηρητική Ν.Δ. που δεν αναλαμβάνει τις ευθύνες της για την περίοδο 2004-2009 του κ. Καραμανλή που οδήγησε στην κρίση».
Σύμφωνα με την κ. Γεννηματά, αναγκαία σήμερα είναι η «ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΝΕΝΝΟΗΣΗ». Η ίδια ανέπτυξε το «σχέδιο Ελλάδα», εκφράζοντας την φιλοδοξία να γίνει αυτό ο κορμός μιας «εθνικής γραμμής εξόδου από την κρίση» που μόνο μια ισχυρή κυβέρνηση ευρείας λαϊκής και κοινοβουλευτικής στήριξης, μπορεί να την υλοποιήσει.
Η επικεφαλής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, τόνισε ότι «στόχος είναι η νέα αλλαγή για την ζωή μας, για την ανάπτυξη, την κοινωνική δικαιοσύνη, νέα αλλαγή για προοδευτικές μεταρρυθμίσεις και ανατροπές. Νέα αλλαγή για μια νέα, μεγάλη συμμαχία εμπιστοσύνης».
Προσδιόρισε ως ταυτότητά της τη μεγάλη πολιτική συμμαχία των Σοσιαλιστών, των Σοσιαλδημοκρατών, της Ανανεωτικής Αριστεράς, του Προοδευτικού Μεταρρυθμιστικού Κέντρου, της πολιτικής οικολογίας που είναι, όπως είπε, θεματοφύλακες της μεγάλης δημοκρατικής παράταξης που σφράγισε τις καλύτερες στιγμές της νεότερης ιστορίας μας.
Μίλησε για πατριωτική, ευρωπαϊκή, αναπτυξιακή προοδευτική μεταρρυθμιστική παράταξη, που θα εγγυηθεί ένα αξιοπρεπές μέλλον για τον ελληνικό λαό με ανάπτυξη, απασχόληση, αλληλεγγύη.
Απών ήταν ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ο οποίος πρόκειται να μιλήσει αύριο στην ολομέλεια του συνεδρίου.
«Οραματίζομαι μία Παράταξη που θα σαλπίσει ξανά την πρόοδο στη χώρα»
Το όραμα του για “μια παράταξη που θα σαλπίσει ξανά την πρόοδο στη χώρα”, παρουσίασε ο πρώην πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, κατά την ομιλία του στο συνέδριο της Δημοκρατικής Συμπαράταξης στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας.
“Οραματίζομαι μία Παράταξη που θα σαλπίσει ξανά την πρόοδο στη χώρα και θα επιβάλλει αδιαπραγμάτευτες προοδευτικές αλλαγές σε οποιαδήποτε κυβερνητική συνεργασία.
Οραματίζομαι να χτίσουμε μαζί την νέα παράταξη της σύγχρονης αριστεράς “, είπε ο κ. Παπανδρέου και αφού παρατήρησε ότι κανείς δεν μπορεί μόνος του να φέρει αυτό το έργο εις πέρας, τόνισε την ανάγκη να υπάρξει πολιτική συναίνεση, λέγοντας:
“Με στοιχειώδη πολιτική συναίνεση το 2010, όταν η Ελλάδα βρέθηκε σε κατάσταση οικονομικού πολέμου, ή έστω τον Οκτώβριο του 2011 με τη Συμφωνία των Βρυξελλών και το δημοψήφισμα, η Ελλάδα σήμερα θα είχε περάσει προ πολλού τον κάβο. Οι Έλληνες θα είχαν γλυτώσει πολλά.Χρόνια σε χάσιμο χρόνου.
Θεοχαρόπουλος: «Για όλα να αποφασίσει η βάση της ευρύτερης Κεντροαριστεράς με κάλπη»
«Η προοδευτική παράταξη πρέπει να γίνει ένα κόμμα της βάσης και όχι ένα κόμμα παραγόντων», τόνισε στην ομιλία του στο συνέδριο ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ Θανάσης Θεοχαρόπουλος, υπογραμμίζοντας τη μεγάλη ευθύνη της Δημοκρατικής Συμπαράταξης να ανταποκριθεί στο αίτημα της κοινωνίας για μια ισχυρή ενιαία παράταξη, να προχωρήσει με αποφασιστικότητα για ένα ενιαίο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.
Ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ υπογράμμισε ότι για να είναι πειστικό το εγχείρημα όλες οι αποφάσεις πρέπει να ληφθούν με ανοιχτές δημοκρατικές διαδικασίες από τη βάση. Συγκεκριμένα πρότεινε «άμεσα να δημιουργηθεί ο νέος ενιαίος φορέας χωρίς συνιστώσες, με υπέρβαση της σημερινής ομοσπονδιακής δομής με τη διεξαγωγή ιδρυτικού συνεδρίου για ένα ενιαίο κόμμα και εκλογή επικεφαλής του από την βάση εντός του 2017».
Συμπλήρωσε την πρόταση του λέγοντας επιπλέον: «Σταθερή θέση της Δημοκρατικής Αριστεράς είναι ότι πρώτα δημιουργείς το νέο ενιαίο κόμμα μέσω ιδρυτικού συνεδρίου και αμέσως μετά προχωρείς σε εκλογή επικεφαλής του από τη βάση. Η εκλογή επικεφαλής από την βάση, εξάλλου, πρέπει να αφορά το νέο κόμμα και όχι έναν ομοσπονδιακό πολυκομματικό φορέα, που άλλωστε αποτελεί ενδιάμεσο μεταβατικό στάδιο».
Ωστόσο ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ πρότεινε πως στην περίπτωση που αποφασιστεί η αντίστροφη διαδικασία, δηλαδή πρώτα εκλογή επικεφαλής από την βάση και μετά το ιδρυτικό συνέδριο, και ιδίως εφόσον τα κόμματα και οι κινήσεις που συμμετέχουν στο εγχείρημα έχουν μεταξύ τους διαφορετική άποψη για την μορφή του φορέα, τότε: «η βάση όλης της Κεντροαριστεράς πρέπει να αποφασίσει για την μορφή του φορέα, ενιαίος ή πολυκομματικός.
Με διπλή κάλπη, μία για την εκλογή επικεφαλής και μία για την μορφή του νέου φορέα. Να αποφασίσει η βάση όλης της Κεντροαριστεράς».
Σύμφωνα με τον κ. Θεοχαρόπουλο το νέο απαιτεί την υπέρβαση των μικρών «κομματικών πατριωτισμών» υπέρ μιας μεγάλης συλλογικής προσπάθειας.
«Ο χώρος για να πάει πέρα από αυτό που είναι σήμερα χρειάζεται ανανέωση και όχι αναπαλαίωση. Να δημιουργήσουμε το νέο σε πρόσωπα, ιδέες, προγράμματα και σύμβολα. Μόνο με μία τέτοια λογική, μακριά από τα στερεότυπα του παρελθόντος και έναν σύγχρονο πολιτικό λόγο μπορούμε να σπάσουμε τους φραγμούς για να εκφράσουμε ευρύτερα πλειοψηφικά ρεύματα».
Ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ έστειλε μήνυμα στα στελέχη του ΠΑΣΟΚ και του Κινήματος Δημοκρατών και Σοσιαλιστών να μην αναμοχλεύσουν αντιπαλότητες του παρελθόντος, καθώς όπως επισήμανε «η δικαίωση του παρελθόντος μπορεί να ακούγεται ευχάριστη, αλλά δεν αφορά παρά ελάχιστους στην κοινωνία».
«Η προσδοκία για το μέλλον είναι αυτή που κινητοποιεί τους πολίτες», τόνισε και προσέθεσε:
«Αν μείνουμε περιχαρακωμένοι στην αγωνία για δικαίωση, στα ιδεολογικά στερεότυπα τότε θα λέμε πολλά, αλλά τελικά θα κάνουμε λίγα. Οφείλουμε να κατανοήσουμε πλήρως την αγωνία όλων όσοι υποστηρίζουν πως ο υπό διαμόρφωση προοδευτικός πόλος δεν θα γίνει ισχυρός αν δεν εκφράσει και εκείνο το κομμάτι της κοινωνίας που σήμερα βρίσκεται εκτός των υπαρχόντων κομματικών σχηματισμών».
Υποστήριξε ακόμη πως απαιτούνται τολμηρές αλλαγές και ανατροπές, με μεταρρυθμίσεις που είναι υπέρ της πλειοψηφίας, που αφαιρούν προνόμια από μικρές αλλά ισχυρές ομάδες που αξιοποίησαν την πρόσβαση τους στο πελατειακό σύστημα. «Προοδευτικές μεταρρυθμίσεις που δεν είναι αυτοσκοπός ή “μόδα”, αλλά έχουν πολιτικό και ιδεολογικό περιεχόμενο. Προοδευτικές ανατροπές που αναιρούν τις παθογένειες που γέννησαν», ανέφερε.
Επιπλέον επέκρινε τη πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ που, «αναθεματίζει τη φτώχεια και πολλαπλασιάζει τους φτωχούς».
«Η Δημοκρατική Συμπαράταξη δεν πρόκειται να απλώσει χέρι βοηθείας σε μια τέτοια πολιτική», τόνισε ενώ μίλησε για ψευδεπίγραφες προσκλήσεις του κ. Τσίπρα και επικοινωνιακά πυροτεχνήματα και τακτικισμούς μπροστά στα αδιέξοδα.
Βέλη εξαπέλυσε και εναντίον της ΝΔ, σημειώνοντας ότι παραμένει μια βαθύτατα συντηρητική δύναμη που δεν μπορεί να ανταποκριθεί στα αιτήματα για κοινωνική δικαιοσύνη, συνοχή και αλληλεγγύη της κοινωνίας, για έξοδο από την κρίση. «Είναι προσκολλημένη στις παραδοσιακές λογικές των πελατειακών σχέσεων, όπως και σε ακραία συντηρητικές αντιλήψεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Προσκολλημένη στην καταστροφική πολιτική της περιόδου Καραμανλή 2004-2009 που έφερε την κρίση στη χώρα και διόγκωσε τα ελλείμματα» επισήμανε ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ.
Τζανακόπουλος: «Τα πολιτικά σχέδια της Αριστεράς και της Δεξιάς ήταν, είναι και θα παραμείνουν ασυμφιλίωτα»
Η κεντροαριστερά θα κριθεί από τις επιλογές που θα κάνει στη σημερινή ιστορική καμπή και δεν υπάρχει η πολυτέλεια των ίσων αποστάσεων, της ουδετερότητας και των σχεδίων εθνικής συνεννόησης, τόνισε ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος, ο οποίος επισήμανε πως τα πολιτικά σχέδια της Αριστεράς και της Δεξιάς ήταν, είναι και θα παραμείνουν ασυμφιλίωτα, στον χαιρετισμό που απηύθυνε στο συνέδριο της Δημοκρατικής Συμπαράταξης.
Το ερώτημα της επόμενης μέρας είναι ποια πολιτική δύναμη και με ποιο πολιτικό σχέδιο, θα καταφέρει να επικρατήσει ώστε να καθορίσει τις εξελίξεις για την επόμενη μέρα της Ευρώπης και των λαών της”, είπε ο κ. Τζανακόπουλος και σε αυτό κάλεσε την κεντροαριστερά να δώσει τη δική της απάντηση, λέγοντας:
“Τα πολιτικά σχέδια της Αριστεράς και της Δεξιάς ήταν, είναι και θα παραμείνουν ασυμφιλίωτα και ευθέως ανταγωνιστικά. Στο ερώτημα της επόμενης μέρας δεν υπάρχει, δυστυχώς, η πολυτέλεια των ίσων αποστάσεων. Καθένας κρίνεται με βάση τα μέτωπα που θα ανοίξει, τις ιεραρχήσεις που θα θέσει, τις μάχες που είναι έτοιμος να δώσει, τα συμφέροντα που επιδιώκει να υπηρετήσει. Και η κεντροαριστερά θα κριθεί από τις επιλογές που θα κάνει σε αυτή την ιστορική καμπή”.
Σε ότι αφορά την Αριστερά ο κ. Τζανακόπουλος δήλωσε πως “θα είναι εκεί που βρισκόταν πάντα. Στην υπηρεσία των κοινωνικών αναγκών, στο πλάι του εργαζόμενου λαού και των υποτελών τάξεων. Πάντα έτοιμη να σηκώσει το βάρος της ευθύνης που της αναλογεί”.
Αναφερόμενος στον ρόλο της Αριστεράς στην Ευρώπη σημείωσε ότι “δεν πολιτεύεται ούτε ως ρομαντική φωνή στον ορυμαγδό της real politik, ούτε όμως ως συμπλήρωμα στα κόμματα της νεοφιλελεύθερης δεξιάς.
Θέτει ως προτεραιότητες την υπεράσπιση του κοινωνικού κράτους, την προστασία και διεύρυνση των εργασιακών δικαιωμάτων, την αντιστροφή της τάσης απορρύθμισης της αγοράς εργασίας, τη δίκαιη διανομή του παραγόμενου πλούτου και φυσικά της προστασίας του περιβάλλοντος”.
Στη βάση αυτών των προταγμάτων, η Αριστερά διευρύνει την επιρροή της και ταυτόχρονα διαμορφώνει δυνατότητες συνεννόησης και όσμωσης με τον ευρύτερο προοδευτικό χώρο και ανέφερε ως πρώτα αισιόδοξα μηνύματα από τις εξελίξεις στην Ισπανία, με την προσέγγιση των Σοσιαλιστών και της Αριστεράς, όπως και οι ανάλογες θετικές εξελίξεις στην Πορτογαλία.
Οπως είπε, οι εξελίξεις αυτές δείχνουν ότι υπάρχουν δυνατότητες συνεννόησης και κοινής δράσης, και παρατήρησε: “Δεν πρέπει να μένει εκτός αυτού του πλαισίου, η πολύ μεγάλη επιτυχία των Εργατικών του Jeremy Corbyn στη Μεγάλη Βρετανία.
Μια επιτυχία που βασίστηκε σε μια ριζοσπαστική πολιτική στρατηγική που σηματοδότησε το διαζύγιο των Εργατικών με τη χρεοκοπημένη γραμμή του Μπλερισμού, η οποία αποτέλεσε υπόδειγμα για μεγάλο τμήμα των Ευρωπαίων σοσιαλιστών που οδηγήθηκαν στην απόλυτη ταύτιση με το συντηρητικό στρατόπεδο, απαξιώνοντας έτσι ιστορικές παραδόσεις, καταβολές και εμπειρίες αλλά και την ίδια την καταγωγή αυτής της πολιτικής οικογένειας που προέρχεται από φυσικά από την κοινή μήτρα του ευρωπαϊκού εργατικού κινήματος”.
Με δεδομένη την κοινωνική και πολιτική ρευστότητα της περιόδου ο νέος πολιτικός συσχετισμός και άρα το μέλλον των ευρωπαϊκών κοινωνιών θα το είναι αποτέλεσμα μιας σκληρής, μιας αδυσώπητης πολιτικής σύγκρουσης, επισήμανε και συνέχισε: “Μιας συνολικής αντιπαράθεσης πλήρως ανταγωνιστικών αρχών, αξιών και υποδειγμάτων οργάνωσης της κοινωνίας. Και σε μια τέτοια αντιπαράθεση δεν μπορούν να υπάρξουν ίσες αποστάσεις ακριβώς επειδή η πολιτική συγκυρία είναι αυτή που ορίζει τις μάχες που πρέπει να δοθούν και όχι τα πολιτικά υποκείμενα”.
Σε ότι αφορά στην Ελλάδα ο κ. Τζανακόπουλος τόνισε ότι “αν κάτι μπορεί να ισχυριστούμε με βεβαιότητα, είναι το ότι η εισαγωγή της Ελλάδας στο καθεστώς της επιτροπείας και των μνημονίων, διέρρηξε παραδοσιακές πολιτικές εκπροσωπήσεις και διαμόρφωσε νέες κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες.
Το πολιτικό τοπίο στη χώρα άλλαξε, απόρροια των πολιτικών επιλογών των δύο ισχυρότερων κομμάτων της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Η ελληνική σοσιαλδημοκρατία, υπέστη ιστορικές απώλειες, παρά το ότι διατηρούσε την παρακαταθήκη σημαντικών κατακτήσεων και προοδευτικών τομών κατά τη δεκαετία του 1980″.
Για την πολιτική ευθύνη σχετικά με τις αιτίες αλλά και τη διαχείριση της κρίσης, είπε ότι αποδόθηκαν από τον ελληνικό λαό και δεν θέλησε να επεκταθεί στην κριτική που έγκαιρα διατύπωσε η ριζοσπαστική αριστερά απέναντι στο ΠΑΣΟΚ.
Επισήμανε ότι “η υπέρβαση της κρίσης και η επερχόμενη έξοδος από τα μνημόνια και την επιτροπεία, στο τέλος του τρέχοντος προγράμματος, τον Αύγουστο του 2018, αποτελούν ορόσημο για την μελλοντική πορεία της ελληνικής οικονομίας και της ελληνικής κοινωνίας” και πως “στη βάση αυτού του ορόσημου, διαμορφώνονται τα ανταγωνιστικά πολιτικά σχέδια και η επικράτηση του ενός ή του άλλου, κρίνει και την πορεία της μεταμνημονιακής (ή όχι), Ελλάδας”.
Έτσι, από τη μία πλευρά βρίσκεται το πολιτικό σχέδιο που εκπορεύεται από τις δυνάμεις της νεοφιλελεύθερης, συντηρητικής ελληνικής δεξιάς που εκφράζεται από τη ΝΔ.
Κατηγόρησε τον πρόεδρο της Ν.Δ. Κυριάκο Μητσοτάκη ότι οι εξαγγελίες του σημαίνουν πλήρη απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, κατάργηση των βασικών πυλώνων της κοινωνικής προστασίας, περικοπή δαπανών στην υγεία, την παιδεία και την κοινωνική ασφάλιση, εκποίηση της δημόσιας περιουσίας, παράδοση σε ιδιωτικά συμφέροντα μιας σειράς κομβικών δημοσίων αγαθών, φοροαπαλλαγές στην ολιγαρχία του πλούτου.
Αυτό το πολιτικό σχέδιο, δεν εξαντλείται όμως μονάχα στην οικονομία. Η ελληνική δεξιά, δεν υπήρξε ποτέ φειδωλή στην ιδεολογική αντιπαράθεση και παρά τα βήματα που έγιναν τις πρόσφατες δεκαετίες, σήμερα μοιάζει να επανέρχεται στις ιδεολογικές ρίζες της.
Για τη Ν.Δ. είπε ότι “λίγη σχέση έχει με την κεντροδεξιά, ένα κόμμα του οποίου τη στρατηγική ορίζουν στελέχη περιβόητων ακροδεξιών σχηματισμών, πολιτεύεται απέναντι στην Αριστερά με ακατάσχετη λασπολογία και κινείται διαρκώς στα όρια της προβοκάτσιας, αναπαράγοντας κατά καιρούς τα διχαστικά στερεότυπα του «κομμουνιστικού κινδύνου».
Πρόκειται για ένα κόμμα που ο αρχηγός του αντιμετωπίζει μια ναζιστική εγκληματική οργάνωση, «σα να μην υπάρχει».
Από την άλλη πλευρά όμως, υπάρχει ένα ανταγωνιστικό προοδευτικό πολιτικό σχέδιο, το οποίο σήμερα επιδιώκει να εκφράσει ο ΣΥΡΙΖΑ και η σημερινή κυβέρνηση.
Πρόκειται για “ένα συνολικό σχέδιο ριζοσπαστικών αλλαγών, στην οικονομία, την εργασία, το κοινωνικό κράτος, την τοπική αυτοδιοίκηση. Με παραγωγή νέου πλούτου και στήριξη στους τομείς που η χώρα διαθέτει συγκριτικό πλεονέκτημα και με βασικό μέλημα να αξιοποιήσουμε το πολύτιμο ανθρώπινο δυναμικό των χιλιάδων νέων επιστημόνων, που στα χρόνια της κρίσης έφτασαν να αντιμετωπίζονται ως πλεονάζον προσωπικό σε επιχείρηση υπό εκκαθάριση”.
“Η Αριστερά, επιδιώκει να είναι στην πρώτη γραμμή της μάχης για την υλοποίηση αυτού του προοδευτικού σχεδίου που θα βγάλει τη χώρα και το λαό, από τα αδιέξοδα που δημιούργησε η κρίση”, είπε ο κ. Τζανακόπουλος και πρόσθεσε:
“Οι προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας, είναι μεγάλες. Είναι ανοιχτό το ερώτημα της επόμενης μέρας για την Ελλάδα μετά τα μνημόνια, για την Ευρώπη μετά την κρίση.
Και νομίζω είναι σαφές ότι σε αυτό το ερώτημα αποκλείεται ως απάντηση, μια στρατηγική εθνικής συναίνεσης ή συνεννόησης, με τη συμμετοχή της ΝΔ ως δήθεν αναγκαίας για να αποκρουστούν οι έξωθεν επιβολές και οι οικονομικοί εκβιασμοί. Διότι πολλές από τις αντικοινωνικές έξωθεν επιβολές και πολλοί από τους εκβιασμούς να είναι ταυτόσημοι με το πολιτικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας”.