Ο Ανδρέας είχε φύγει μόλις μια εβδομάδα νωρίτερα έπειτα από μια μακρά περίοδο ταλαιπωρίας με την υγεία του και ισχυρών εσωκομματικών αντιπαραθέσεων. Το ΠΑΣΟΚ βρισκόταν στην πιο κρίσιμη καμπή τής μέχρι τότε ιστορίας του: είτε θα συνέχιζε την πολιτική που το έφερε στην εξουσία η οποία, χωρίς τον Ανδρέα, έδειχνε πια να ξεφτίζει είτε θα άνοιγε τα φτερά του σε ένα πιο εκσυγχρονιστικό μέλλον, ανοιχτό στις ευρωπαϊκές ευκαιρίες και στις μεταρρυθμίσεις. Ο Κώστας Σημίτης και ο Ακης Τσοχατζόπουλος συγκρούστηκαν μπροστά στους συνέδρους και τις τηλεοπτικές κάμερες: ο δεύτερος πρότεινε το «σύστημα της διαρχίας» ώστε να καταφέρει να εκλεγεί αρχηγός και να ελέγχει το κόμμα, ενώ ο Σημίτης θα παρέμενε πρωθυπουργός. Ο πρώτος ήταν κάθετος –ή όλα ή τίποτα. Ζητώντας «καθαρή λύση» από μια τεράστια κομματική βάση που ακόμα θρηνούσε τον ηγέτη της, ο Σημίτης κέρδισε και την προεδρία του κόμματος.

Κανείς δεν μπορεί να ξέρει πώς θα ήταν σήμερα το ΠΑΣΟΚ με πρόεδρο τον Τσοχατζόπουλο, και όχι μόνο λόγω όσων του επιφύλασσε το μέλλον. Ο Σημίτης έδωσε στο κόμμα νέα πνοή, ξεσκόνισε από πάνω του το παρελθόν και κέρδισε δύο εκλογικές αναμετρήσεις. Η παρουσία του ήταν καθοριστική για την Ελλάδα αλλά και για τον χώρο της Κεντροαριστεράς που συνδέθηκε με το εκσυγχρονιστικό όραμα και μετακίνησε στο ΠΑΣΟΚ πολλά στελέχη της ανανεωτικής Αριστεράς.