Οι διανυκτερεύσεις και η κατά κεφαλήν δαπάνη των τουριστών που επισκέπτονται την Ελλάδα και όχι τόσο ο όγκος των αφίξεων, είναι τα κρίσιμα στοιχεία που καθορίζουν εάν μια τουριστική χρονιά είναι επιτυχημένη ή όχι.
Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει η Τράπεζα της Ελλάδος, προσπαθώντας να αιτιολογήσει το «παράδοξο» της αναντιστοιχίας αφίξεων και εισπράξεων στον τουρισμό το 2016.
Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνεται στην ‘Εκθεση Νομισματικής Πολιτικής του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, οι βασικοί λόγοι για τη μείωση των τουριστικών εισπράξεων το 2016, είναι:
* Η μείωση των διανυκτερεύσεων και των τιμών τους στα καταλύματα την περίοδο αιχμής.
* Η μείωση στις δαπάνες ανά ταξίδι, που αποτελεί παγκόσμια τάση.
* Το γεγονός ότι πλέον μεγάλο μέρος της αύξησης των αφίξεων προέρχεται από τουρίστες που επισκέπτονται τις μεγάλες πόλεις (Αθήνα, Θεσσαλονίκη) για λιγότερες ημέρες, π.χ. Σαββατοκύριακο (city breaks) και μάλιστα κατά την εκτός αιχμής περίοδο.
Σύμφωνα με την Έρευνα Συνόρων της Τράπεζας της Ελλάδος, το 2016 οι ετήσιες αφίξεις και οι διανυκτερεύσεις ταξιδιωτών αυξήθηκαν (κατά 5,1% και 2,9% αντίστοιχα), ενώ οι ταξιδιωτικές εισπράξεις μειώθηκαν (κατά 6,8%). Αυτό συνέβη παρά την οριακή αύξηση (κατά 0,2%) των τιμών διανυκτέρευσης σε ξενοδοχεία με βάση το σχετικό δείκτη της ΕΛΣΤΑΤ.
Όμως, όπως τονίζεται στην ανάλυση, εξετάζοντας την τελευταία εξαετία, διαπιστώνεται ότι οι ετήσιοι ρυθμοί μεταβολής του αριθμού των αφίξεων – διανυκτερεύσεων και των ταξιδιωτικών εισπράξεων, αποκλίνουν ήδη από το 2014 και τελικώς κινούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση το 2016.
Ουσιαστικά, ο ρυθμός μεταβολής των ταξιδιωτικών εσόδων βαίνει μειούμενος από το 2014, με επιταχυνόμενο ρυθμό και τελικά γίνεται αρνητικός το 2016.
Τα βασικά σημεία της ανάλυσης της ΤτΕ
Η εξέλιξη των τριών υπό εξέταση μεγεθών, δηλαδή των ταξιδιωτικών εισπράξεων, των αφίξεων και των διανυκτερεύσεων σε μηνιαία συχνότητα, για την περίοδο Ιανουαρίου 2013 -Δεκεμβρίου 2016, δείχνει ότι: Ενώ την περίοδο μέχρι το Μάρτιο του 2014 οι εξελίξεις των τριών μεταβλητών συμβαδίζουν, μετά τον Απρίλιο του 2014 οι συσχετίσεις μεταξύ των τριών μεταβλητών είναι λιγότερο ισχυρές. Ειδικότερα, η συσχέτιση μεταξύ αφίξεων και διανυκτερεύσεων είναι ιδιαίτερα χαμηλή για τους μήνες εκτός αιχμής (Οκτώβριος 2014 – Μάιος 2015). Αυτό επιβεβαιώνει το γεγονός ότι υπάρχει αύξηση των αφίξεων σε περιόδους εκτός αιχμής στις μεγάλες πόλεις (Αθήνα και Θεσσαλονίκη) για λιγότερες ημέρες, π.χ. επισκέπτες του Σαββατοκύριακου (city breaks).
Επιπλέον, η στατιστική συσχέτιση των διανυκτερεύσεων με τα ταξιδιωτικά έσοδα είναι σαφώς ισχυρότερη από τη στατιστική συσχέτιση μεταξύ των αφίξεων και των εσόδων. Κατά συνέπεια, λέει η ΤτΕ, η εξέλιξη των διανυκτερεύσεων φαίνεται να ερμηνεύει καλύτερα την εξέλιξη των εσόδων.
Τα έσοδα από διανυκτερεύσεις και η επίπτωση των τιμών διαμονής
Ο αριθμός των διανυκτερεύσεων καθορίζει και τα έσοδα από διανυκτερεύσεις, τα οποία αποτελούν το υψηλότερο μερίδιο των δαπανών ενός ταξιδιού ή ενός τουριστικού πακέτου. Μια εκτίμηση για τις εισπράξεις από διανυκτερεύσεις μπορεί να γίνει υπολογίζοντας το γινόμενο: Διανυκτερεύσεις x Ξενοδοχειακές Τιμές. Στην ανάλυση χρησιμοποιούνται δύο εναλλακτικοί δείκτες ξενοδοχειακών τιμών, της ΕΛΣΤΑΤ και της trivago.
Δεδομένου ότι το ποσοστό των κρατήσεων που γίνεται διαδικτυακά βαίνει αυξανόμενο και πως η trivago καταγράφει πλέον τη μεταβολή των τιμών σε πραγματικό χρόνο, θεωρείται ότι η χρήση του δείκτη τιμών της προσφέρει σημαντική επιπλέον πληροφόρηση.
Σε κάθε περίπτωση, ο υπολογισμός των εισπράξεων από τις διανυκτερεύσεις με τη χρήση των δύο δεικτών, σύμφωνα με την ΤτΕ, πρέπει να θεωρηθεί ως μια προσέγγισή τους, καθώς οι τιμές ενδέχεται να είναι ακόμη χαμηλότερες.
Η εξέλιξη των ξενοδοχειακών τιμών και των διανυκτερεύσεων το 2016 δείχνει ότι το μεγαλύτερο μέρος των διανυκτερεύσεων πραγματοποιήθηκε την περίοδο αιχμής (από Μάιο έως Οκτώβριο), η οποία χαρακτηρίστηκε από πτώση των ξενοδοχειακών τιμών.
Από την ανάλυση διαπιστώνονται τα εξής:
* Η εξέλιξη των συνολικών ταξιδιωτικών εισπράξεων ακολουθεί την εξέλιξη των εισπράξεων από διανυκτερεύσεις.
* Η μείωση των τιμών διαμονής είναι ο πρωταρχικός παράγοντας της μείωσης των ταξιδιωτικών εσόδων από διανυκτερεύεις. Ειδικότερα, τους μήνες Μάιο-Ιούλιο η μείωση των εσόδων οφείλεται κυρίως στη πτώση των τιμών και κατά πολύ λιγότερο στην ελαφρά μείωση των διανυκτερεύσεων.
Τα αποτελέσματα της εμπειρικής ανάλυσης επιβεβαιώνουν την υπόθεση ότι μετά την παρατηρούμενη μείωση των διανυκτερεύσεων κατά την έναρξη της τουριστικής περιόδου, οι ιδιοκτήτες των ξενοδοχείων προχώρησαν σε επιθετικές πολιτικές προσέλκυσης τουριστών, μειώνοντας τις τιμές των καταλυμάτων – ειδικά στις διαδικτυακές πλατφόρμες στις οποίες γίνονται κρατήσεις από ιδιώτες και πολύ πιθανόν κρατήσεις της τελευταίας στιγμής- με στόχο την αύξηση των διανυκτερεύσεων. Η στρατηγική αυτή οδήγησε σε οριακή αύξηση των διανυκτερεύσεων τον Αύγουστο και σε σημαντικές αυξήσεις το Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο. Είχε όμως ως αποτέλεσμα τη μείωση των συνολικών εσόδων.
Μείωση εσόδων: Η επίπτωση της καταναλωτικής δαπάνης των ταξιδιωτών
Η μείωση των ταξιδιωτικών εισπράξεων παρά την αύξηση των αφίξεων το 2016 αντανακλά, εκτός από τις μειώσεις των τιμών διαμονής στις οποίες προέβη ο ελληνικός ξενοδοχειακός κλάδος και τη μείωση των λοιπών δαπανών των τουριστών. Η μείωση των λοιπών δαπανών των τουριστών στην Ελλάδα, συνδέεται και με άλλους παράγοντες στην παγκόσμια και την ευρωπαϊκή αγορά τουρισμού, όπως το γεγονός ότι ο εξωτερικός τουρισμός γίνεται σταδιακά προσιτός σε νοικοκυριά χαμηλότερου εισοδήματος, η ευρεία διάδοση του Διαδικτύου, η διάδοση νέων μορφών τουρισμού (π.χ σύντομα ταξίδια σε πόλεις – city breaks) και νέων μορφών διανυκτέρευσης (όπως σε καταλύματα τύπου Airbnb), αλλά και χαμηλότερους προϋπολογισμούς για αναψυχή των νοικοκυριών, ιδιαίτερα στην ΕΕ.
Η παρουσία και συμβολή αυτών των παραγόντων επιβεβαιώνεται, μεταξύ άλλων, από το γεγονός ότι το 2016 η μέση δαπάνη ανά ταξίδι μειώθηκε και στις ανταγωνίστριες χώρες της Ελλάδος.
Επίσης, η εξέλιξη των εσόδων και η μείωση της καταναλωτικής δαπάνης των ταξιδιωτών συνδέονται με την αβεβαιότητα και τις χαμηλές ή στάσιμες οικονομικές προσδοκίες που χαρακτήρισαν την παγκόσμια και ιδίως την ευρωπαϊκή οικονομία το 2016.
Οι χαμηλές προσδοκίες, επισημαίνει η έκθεση της ΤτΕ, σχετίζονται στενά και με πολιτικές εξελίξεις όπως οι τρομοκρατικές επιθέσεις στη Γαλλία, το Βέλγιο και την Τουρκία, το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος για έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ κ.λ.π.
Άλλωστε, οι παραπάνω λόγοι οδήγησαν στην παρατηρούμενη μείωση των αφίξεων στην Ελλάδα από τη Γαλλία, την Τουρκία και το Βέλγιο, κατά 22,8%, 13,7% και 3,2%, αντίστοιχα, καθώς και στις μεγάλες μειώσεις των δαπανών ανά διανυκτέρευση των ταξιδιωτών από το Ηνωμένο Βασίλειο και την Τουρκία κατά 13,9% και 12,1%, αντίστοιχα. Την ίδια στιγμή, οι αφίξεις από τις άλλες βασικές χώρες προέλευσης ταξιδιωτών αυξήθηκαν.
Υπενθυμίζεται ότι οι αφίξεις κατοίκων χωρών της Ε.Ε αποτελούν το 59% των αφίξεων κατά μέσο όρο την περίοδο 2010-2016. Κατά συνέπεια, τα έσοδα από τον τουρισμό συσχετίζονται σε μεγάλο βαθμό με την οικονομική δραστηριότητα στην ΕΕ.
Συμπερασματικά, τα στοιχεία της ΤτΕ για τον τουρισμό το 2016, δείχνουν ότι:
* Oι διανυκτερεύσεις και όχι οι αφίξεις έχουν ισχυρότερη συσχέτιση με τα ταξιδιωτικά έσοδα.
* Aύξηση των αφίξεων (και των διανυκτερεύσεων) σημειώθηκε κυρίως σε περιόδους, κατά τις οποίες οι τιμές διανυκτέρευσης ήταν χαμηλές.
Λαμβάνοντας υπόψη αυτές τις δύο παραμέτρους, καθώς και άλλες μεταβολές στην αγορά τουρισμού, διαπιστώνεται ότι:
* Bασική αιτία μείωσης των ταξιδιωτικών εσόδων στην Ελλάδα το 2016 ήταν η πτώση των τιμών διανυκτέρευσης στα καταλύματα, ιδιαίτερα την περίοδο αιχμής, γεγονός που συνέβαλε σημαντικά στη συνολική μείωση των ταξιδιωτικών εσόδων.
* Η γενική μείωση στις δαπάνες ανά ταξίδι, αποτυπώνει επιπρόσθετα μια παγκόσμια τάση στον κλάδο του τουρισμού, προς οικονομικότερες τουριστικές προτάσεις σε νοικοκυριά χαμηλότερου εισοδήματος.
Η αντίστροφη πορεία τουριστικών αφίξεων και εσόδων
Αφίξεις τουριστών
– 18 εκατ. επισκέπτες το 2013
– 22 εκατ. επισκέπτες το 2014
– 23,6 εκατ. επισκέπτες το2015
– 24,8 εκατ. επισκέπτες το 2016
Μέση κατά κεφαλήν δαπάνη ανά επισκέπτη
– 653,3 ευρώ το 2013
– 590,2 ευρώ το 2014
– 582,9 ευρώ το 2015
– 514,3 ευρώ το 2016