Ηγέτες απ’ όλο τον κόσμο παραβρέθηκαν στην κηδεία του Χέλμουτ Κολ, «ενός γίγαντα της μεταπολεμικής Ευρώπης», όπως τον χαρακτήρισε ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ. Ο Κολ, που πέθανε στις 16 Ιουνίου σε ηλικία 87 ετών, είχε συμβάλει στη γερμανική επανένωση και στον τερματισμό του Ψυχρού Πολέμου.

Το Σάββατο το πρωί, πραγματοποιήθηκε τελετή στη μνήμη του στο Στρασβούργο. Το φέρετρο με τη σορό του τοποθετήθηκε μέσα στην αίθουσα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου –για πρώτη φορά το Ευρωκοινοβούλιο απέτισε φόρο τιμής σε ηγέτη κατ’ αυτόν τον τρόπο. «Ο Χέλμουτ Κολ δεν ήταν μόνο αρχιτέκτονας της γερμανικής ενότητας. Συνέβαλε ουσιαστικά, περισσότερο από άλλους, στη συμφιλίωση μεταξύ ευρωπαϊκής ιστορίας και ευρωπαϊκής γεωγραφίας» είπε ο Γιούνκερ, προσθέτοντας ότι χωρίς τον Κολ «η Ευρώπη δεν θα είχε το ευρώ». Μαζί με τον πρώην πρόεδρο της Γαλλίας Φρανσουά Μιτεράν, ο Κολ συνέβαλε στην επέκταση και την ενοποίηση της ΕΕ.

«Ο Χέλμουτ Κολ μάς έδωσε την ευκαιρία να ασχοληθούμε με κάτι μεγαλύτερο από εμάς, μεγαλύτερο από το αξίωμα που κατείχαμε και μεγαλύτερο από τις καριέρες μας που κάποτε τελειώνουν» είπε ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον. Η διάδοχος του Κολ, που υπήρξε προστατευόμενή του πριν οι δυο τους μαλώσουν, Ανγκελα Μέρκελ προσπάθησε να συγκρατήσει τα έντονα συναισθήματά της καθώς αποχαιρέτησε «τον καγκελάριο της ενοποίησης. Χωρίς τον Χέλμουτ Κολ, οι ζωές εκατομμυρίων ατόμων, συμπεριλαμβανομένης και της δικής μου, που ζούσαμε στην άλλη πλευρά του Τείχους, δεν θα ήταν σήμερα αυτές που είναι», τόνισε. Ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν χαρακτήρισε τον εκλιπόντα «φίλο της Γαλλίας».

Το φέρετρο είχε σκεπαστεί με τη σημαία της Ευρωπαϊκής Ενωσης και μεταφέρθηκε στην αίθουσα του Ευρωκοινοβουλίου από οκτώ γερμανούς στρατιώτες. Τρία στεφάνια τοποθετήθηκαν μπροστά –ένα με τα χρώματα της γερμανικής σημαίας, το άλλο στο όνομα της ΕΕ και το τρίτο με το όνομα της δεύτερης συζύγου του Μάικ Κολ-Ρίχτερ, γράφοντας επάνω «In liebe, deine Maike» («Με αγάπη, Μάικε»). H επιλογή του Στρασβούργου για την τελετή είχε συμβολική σημασία. Πόλη στον Ρήνο, στα σύνορα με τη Γερμανία, το Στρασβούργο βρίσκεται σε μια περιοχή για την οποία είχε χυθεί πολύ αίμα μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας.

Μετά την τελετή, το φέρετρο του Κολ μεταφέρθηκε με ελικόπτερο της γερμανικής αστυνομίας στην πόλη όπου γεννήθηκε, το Λούντβισχαφεν, όπου οι κάτοικοι είχαν την ευκαιρία να τον αποχαιρετήσουν, και κατόπιν με το ποταμόπλοιο «Μάιντς» μέσω του Ρήνου στον καθεδρικό ναό του Σπάιερ, σε απόσταση 25 χιλιομέτρων. Κάτι αντίστοιχο είχε γίνει το 1967 στην κηδεία του Κόνραντ Αντενάουερ. Στον καθεδρικό ναό του Σπάιερ ήταν συγκεντρωμένα περίπου 1.500 άτομα, ενώ όταν ολοκληρώθηκε η τελετή ακολούθησε απόδοση τιμών από στρατιωτικό άγημα. Το φέρετρο μόλις πέρασε σε γερμανικό έδαφος σκεπάστηκε με τη σημαία της Γερμανίας. Εξω από τον καθεδρικό ναό είχαν τοποθετηθεί γιγαντοοθόνες, ώστε να παρακολουθούν την εξόδιο ακολουθία τα εκατοντάδες άτομα που είχαν συγκεντρωθεί εκεί.

Κατά τη νεκρώσιμη τελετή ο επίσκοπος Καρλ Χάιντς Βίσμαν χαρακτήρισε τον Κολ έναν «πραγματικά μεγάλο ηγέτη». Χωρίς να υπεισέλθει σε λεπτομέρειες, αναφέρθηκε διακριτικά και στη δύσκολη οικογενειακή κατάσταση του πρώην καγκελάριου, επαινώντας τη δεύτερη σύζυγό του, η οποία «βρέθηκε κοντά του σε καλές ημέρες αλλά και όταν αρρώστησε», ενώ εξέφρασε τη συμπάθειά του προς τους δύο απόντες γιους του. Τα γερμανικά ΜΜΕ έκαναν αρκετές αναφορές στην απουσία τους από όλες τις τελετές. Ο Κολ είχε διακόψει τις σχέσεις μαζί τους από το 2011. Μετά τον θάνατο του πρώην καγκελάριου, ένας από τους γιους, ο Βάλτερ, κατήγγειλε ότι εμφανίστηκε στο σπίτι τού εκλιπόντος μαζί με τα παιδιά του, αλλά αστυνομικοί τού απαγόρευσαν την είσοδο έπειτα από εντολή της μητριάς του. Οι γιοι του Κολ επιθυμούσαν να μεταφερθεί το φέρετρο πρώτα στο Βερολίνο, για μια τελετή μπροστά στην Πύλη του Βρανδεμβούργου, όπου θα μπορούσαν να τον αποχαιρετήσουν οι γερμανοί πολίτες.

Εκεί που κρυβόταν από τις βόμβες

Ηταν επιθυμία του Χέλμουτ Κολ να ενταφιασθεί στην πόλη Σπάιερ και όχι στον οικογενειακό τάφο, δίπλα στην πρώτη σύζυγό του Χανελόρε. Στον καθεδρικό ναό του Σπάιερ, κοντά στα σύνορα με τη Γαλλία, είχε βρει προστασία από τους βομβαρδισμούς κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου όταν ήταν παιδί και εκεί τον πήγαινε συχνά η μητέρα του για να εκκλησιασθεί.