Δεν θα μπορούσε παρά να είναι κοινής αποδοχής η επιλογή του Νίκου Αλιβιζάτου για να «τρέξει» την Επιτροπή Δεοντολογίας και Πιστοποίησης Διαδικασιών στον δρόμο προς την εκλογή προέδρου και το ιδρυτικό Συνέδριο της «νέας» Δημοκρατικής Συμπαράταξης. Διότι δεν αποτελεί μόνο πρόσωπο εγνωσμένου κύρους, ως καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, αλλά επιπλέον έχει λόγο και άποψη στα τεκταινόμενα της Κεντροαριστεράς. Προερχόμενος από το ΚΚΕ Εσωτερικού και έχοντας επαφές με τον Συνασπισμό της δεκαετίας του ’90, τον κέρδισε τελικώς ο εκσυγχρονισμός του Κώστα Σημίτη. Οι φοιτητές του στη Νομική Σχολή της Αθήνας τον θυμούνται να είναι έντονα πολιτικοποιημένος προς την κατεύθυνση του μεταρρυθμιστικού και προοδευτικού Κέντρου, αλλά να μην είναι ποτέ φανατικός ή κομματικά περιχαρακωμένος και ταγμένος. Το μάθημά του, άλλωστε, αλλά και η αγάπη του για τη Συνταγματική Ιστορία –την οποία γνωρίζει καλύτερα ίσως από τον καθένα –καλλιεργούσαν το έδαφος για πολιτικό λόγο.

ΑΠΟ ΤΟ ΕΣΡ ΕΩΣ ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ. Από τα χέρια του πέρασαν, τινί τρόπω, δύο σπουδαίες πολιτικές υποθέσεις: στις αρχές της δεκαετίας του ’90 είχε χειριστεί τα «γεννητούρια» της ιδιωτικής τηλεόρασης ως μέλος του Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου και στις αρχές της επόμενης την υπόθεση των ταυτοτήτων, ως μέλος της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Τότε, συγκρούστηκε με την ιεραρχία και τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο.

Το 2004 ο Νίκος Αλιβιζάτος, από τη θέση του υπηρεσιακού υπουργού Εσωτερικών, ήταν ο θεματοφύλακας της εκλογικής αναμέτρησης. Εμελλε μάλιστα να παραδώσει σε έναν συνάδελφό του στο πανεπιστήμιο, με τον οποίο δίδασκαν συχνά μαζί, τον Προκόπη Παυλόπουλο. Λίγα χρόνια νωρίτερα, κατά τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001 είχε συγκρουστεί σε ακαδημαϊκό επίπεδο με τον Βαγγέλη Βενιζέλο, τον οποίο ωστόσο εξακολουθούσε και εξακολουθεί να αναγνωρίζει ως ικανό πολιτικό και ακαδημαϊκό.

Οι οχλήσεις για να ασχοληθεί με την πολιτική ήταν πολλές, αλλά ουδέποτε αποφάσισε να διαβεί τον Ρουβίκωνα. Προτιμούσε τον ρόλο του ενεργού πολίτη και δείγμα της ευρυμάθειας και της αποδοχής του από όλο το πολιτικό φάσμα ήταν το γεγονός ότι πολλές φορές συνομιλούσε με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, ο οποίος με τη σειρά του συνήθιζε να τον συμβουλεύεται για διάφορα θέματα.

ΠΡΟΣΩΠΟ ΚΟΙΝΗΣ ΑΠΟΔΟΧΗΣ. Μετά τις εκλογές του 2012, όταν ξεκίνησε η προσπάθεια ανασυγκρότησης της Κεντροαριστεράς, συμμετείχε στην Πρωτοβουλία των 58, η οποία συνέβαλε στη δημιουργία της (βραχύβιας) Ελιάς. Το 2015 αποδέχθηκε την τιμητική πρόταση του Σταύρου Θεοδωράκη να είναι υποψήφιος Πρόεδρος της Δημοκρατίας, απέναντι στον Προκόπη Παυλόπουλο. Την υποψηφιότητά του στήριξε το ΠΑΣΟΚ και στην ψηφοφορία στη Βουλή έλαβε 30 ψήφους. Το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς συμμετείχε στην τελευταία θέση του ψηφοδελτίου Επικρατείας του Ποταμιού.

Νωπή είναι, τέλος, η παρέμβασή του στη δίκη της Χρυσής Αυγής, την οποία από την πρώτη στιγμή αποδόμησε με νομικά και πολιτικά επιχειρήματα και ανέδειξε τον σκοτεινό ρόλο της. «Οταν έγιναν οι συλλήψεις το 2013, τότε ήταν που σταμάτησα να ντρέπομαι που είμαι καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου» δήλωσε.