Πρόκειται ασφαλώς για διάθλαση της πραγματικότητας. Η προσπάθεια σύνδεσης της επιτυχίας της Εθνικής Ελλάδας στο Euro 2004 με τη γενικότερη εικόνα του ελληνικού ποδοσφαίρου είναι τουλάχιστον άστοχη και ανεδαφική.
Η Εθνική ως ομάδα και το πρωτάθλημα ως προϊόν δεν αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία. Ενας ταλαντούχος παίκτης δεν χάνει δράμι από το ταλέντο του αν οι ποδοσφαιρικοί παρίες ανταλλάσσουν γροθιές στις εξέδρες. Οι ιδέες και η προσωπικότητα ενός ομοσπονδιακού προπονητή δεν έχουν σχέση με υποψίες για χειραγωγημένους αγώνες ούτε με διελκυστίνδες στην Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία. Αν το βράδυ της 15ης Ιουλίου 2018 ο Βασίλης Τοροσίδης σηκώσει προς τον μοσχοβίτικο ουρανό το τρόπαιο του Παγκοσμίου Κυπέλλου, δεν θα σημάνει ταυτόχρονα και η έναρξη μιας νέας εποχής για το ελληνικό πρωτάθλημα, όπως ακριβώς δεν συνέβη μετά το 2004.
Αν είχε σχέση η ποιότητα του πρωταθλήματος κάθε χώρας με τις διακρίσεις της εθνικής ομάδας, τότε η Αγγλία θα έπρεπε να σαρώνει τα τρόπαια.
Συμβαίνει όμως ακριβώς το αντίθετο. Η Ιταλία που βρίθει σκανδάλων με στημένους αγώνες έχει κατακτήσει τέσσερις φορές το Παγκόσμιο Κύπελλο. Τις δύο τελευταίες φορές, το 1982 και το 2006 η επιτυχία ήρθε στο περιθώριο ερευνών για χειραγωγημένα παιχνίδια και παράνομο στοιχηματισμό (Τοτονέρο και Καλτσιόπολι).
Στη Βραζιλία των πέντε παγκόσμιων τίτλων, ο χλοοτάπητας του Μαρακανά είναι χειρότερος από του δικού μας Ελ Πάσο και η μπόχα από τα σκάνδαλα πνίγει τη χώρα του καφέ.