Για να κρίνει κανείς τις εξελίξεις, πρέπει καταρχήν να δει ποιοι ενοχλούνται από αυτές.
Κι από τις εξελίξεις στην Κεντροαριστερά ενοχλήθηκαν οι εξής δύο: ο ΣΥΡΙΖΑ και η κυβερνητική «παράγκα» στη Δεξιά.
Οσοι δηλαδή νόμισαν το 2015 ότι θα μοιράσουν την τράπουλα μεταξύ τους και θα συνεννοηθούν για να φάνε τους υπόλοιπους. Ο Καμμένος λειτουργούσε περίπου ως εμπροσθοφυλακή αυτής της τερατώδους σύλληψης που είχε διάφορα παρακλάδια.
Αλλά το σενάριο απέτυχε. Σε διαδοχικές φάσεις και για τρεις κυρίως λόγους.
Πρώτον, επειδή οι εμπνευστές του δεν υπολόγισαν τον ΣΥΡΙΖΑ. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να καλύψει έναν χώρο από τον οποίο διαχωρίζεται καταρχήν πολιτισμικά.
Δεύτερον, επειδή δεν υπολόγισαν τη ΝΔ. Καμία παράταξη δεν δέχεται να διευθύνεται από «παράγκα» του αντιπάλου της.
Τρίτον, επειδή δεν υπολόγισαν τη δημοκρατία. Καμία δημοκρατική πολιτεία δεν μπορεί να ανεχτεί τέτοια χονδροειδή νταραβέρια ενός άθλιου παρασκηνίου.
Εχασαν, λοιπόν. Ευτυχώς για τον τόπο. Διότι η ανασύνταξη της Κεντροαριστεράς δεν είναι κομματικό παιχνίδι, αλλά εθνική επιταγή.
Να το εξηγήσω.
Η επιστροφή στην κανονικότητα και την ομαλότητα προϋποθέτει ότι η διαταραχή στην οποία οδηγήθηκε το πολιτικό σύστημα λόγω της οικονομικής χρεοκοπίας και της μνημονιακής διαχείρισης δεν θα αποκτήσει μόνιμα χαρακτηριστικά. Αυτονόητο.
Πάμε παρακάτω. Η Κεντροδεξιά έχει ανασυνταχθεί πλήρως κι όλα δείχνουν ότι στις επόμενες εκλογές θα κινηθεί στα ιστορικά ποσοστά της.
Ο δεξιός κι αριστερός λαϊκισμός που απείλησε τη δημοκρατία μας βρίσκεται σε πλήρη υποχώρηση στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη.
Προκύπτει λοιπόν ένα κενό. Το δημοκρατικό σύστημα χρειάζεται κι άλλα σημεία ισορροπίας για να επιστρέψει στην ομαλότητα. Κι η Κεντροαριστερά ανήκει σε αυτά.
Θα πάρω ένα παράδειγμα.
Από τη μια πλευρά, ένα υποθετικό εκλογικό αποτέλεσμα 40% ΝΔ, 18% ΣΥΡΙΖΑ και 8% ΔΗΣΥ.
Από την άλλη, ένα επίσης υποθετικό αποτέλεσμα 38% ΝΔ, 16% ΣΥΡΙΖΑ και 12% ΔΗΣΥ.
Και τα δυο είναι εξίσου πιθανά. Και τα δυο έχουν το ίδιο πρακτικό αποτέλεσμα: μια κυβέρνηση ΝΔ κι έναν βαριά ηττημένο ΣΥΡΙΖΑ.
Αλλά το γενικό σκηνικό είναι διαφορετικό και στη δεύτερη περίπτωση πολύ πιο κοντά στα καλώς εννοούμενα συμφέροντα της χώρας.
Διότι η δημοκρατική μεταρρυθμιστική προσπάθεια που θα βγάλει την Ελλάδα από την κρίση αποκτά μεγαλύτερο πολιτικό βάθος, έστω χωρίς συγκυβέρνηση.
Παρεμπιπτόντως αποκτά και προεδρική πλειοψηφία ώστε να μην ξαναρχίσει το ΣΥΡΙΖΑ τα δικά του.
Εξ αυτού του λόγου λοιπόν το ερώτημα «με ποιον θα πάει η Κεντροαριστερά» είναι ανόητο, άκαιρο κι ανιστόρητο.
Θα πάει προφανώς με τη χώρα. Οπως πάντα.