Η COSCO γίνεται η τρίτη μεγαλύτερη εταιρεία μεταφοράς κοντέινερ στον κόσμο, ανεβαίνοντας μια ακόμη θέση στη σχετική λίστα ύστερα από νέα μεγάλη εξαγορά που κατάφερε να πετύχει στον κλάδο. Ο κινεζικός ναυτιλιακός κολοσσός συμφώνησε να αποκτήσει την Orient Overseas International (OOIL) έναντι 6,3 δισ. δολαρίων για να αυξήσει κι άλλο την παρουσία της στους ωκεανούς.  

Πρόκειται για μια ακόμη εξαγορά σε έναν κλάδο όπου το ένα ντιλ ακολουθεί το άλλο. Το αποτέλεσμα αυτού του πυρετού εξαγορών είναι να ελέγχουν το 63% της αγοράς κοντέινερ μόνο έξι εταιρείες.

Μετά το νέο ντιλ, η COSCO Shipping θα έχει παγκοσμίως στόλο 400 πλοίων με ικανότητα μεταφοράς 2,9 εκατ. TEU. Με τον τρόπο αυτό η COSCO βρίσκεται πλέον στην τρίτη θέση των μεγαλύτερων εταιρειών μεταφοράς κοντέινερ σε όλο τον πλανήτη, πίσω από τη Maersk Line της Δανίας και τη Mediterranean Shipping Company (MSC) της Ελβετίας. Μέχρι σήμερα η COSCO ήταν η τέταρτη μεγαλύτερη εταιρεία μεταφοράς κοντέινερ μετά την CMA CGM της Γαλλίας. Η θυγατρική τής Orient Overseas International, η Orient Overseas Container Line (OOCL), κατέχει μερίδιο 2,7% στην παγκόσμια αγορά.

Η ΣΥΜΜΑΧΙΑ ΤΩΝ ΩΚΕΑΝΩΝ. Οπως αναφέρει το Reuters, η OOCL ιδρύθηκε το 1969 από τον μεγιστάνα του Χονγκ Κονγκ, Τουνγκ Τσάο Γιουνγκ. Η OOCL και η COSCO Shipping ανήκουν στην επονομαζόμενη Συμμαχία των Ωκεανών (Ocean Alliance), στην οποία συμμετέχουν επίσης οι εταιρείες CMA CGM και η Evergreen Marine. Η συμμαχία δημιουργήθηκε πέρυσι για να ενισχύσουν οι εταιρείες αυτές τη θέση τους απέναντι στον ανταγωνισμό από τη Maersk Line και τη MSC.

Η ίδια η COSCO έχει δημιουργηθεί από τις εταιρείες China Ocean Shipping Company και China Shipping Group. Οι εταιρείες αυτές ήταν ανταγωνίστριες, αλλά συγχωνεύτηκαν με πρωτοβουλία του κράτους για να ισχυροποιήσουν τη θέση τους στην αγορά. Αν προχωρήσει η συμφωνία εξαγοράς της OOIL, το αρχηγείο της τελευταίας αναμένεται ότι θα συνεχίσει να βρίσκεται στο Χονγκ Κονγκ προκειμένου να στηριχτεί η επιχειρηματική δραστηριότητα στο μεγάλο αυτό λιμάνι, το οποίο αποτελεί ναυτιλιακό κέντρο.

Για να προχωρήσει η εξαγορά, οι δύο εταιρείες θα πρέπει τώρα να λάβουν πράσινο φως από τις αρμόδιες εποπτικές Αρχές.