Δύο είναι ο αριθμός – κλειδί που κρύβεται πίσω από όσα καταπιάνεται φέτος το καλοκαίρι ο Εκτορας Λυγίζος. Δεύτερη φορά καταβαίνει στην Επίδαυρο, τρία χρόνια μετά το ντεμπούτο του στο μεγάλο θέατρο με τον «Προμηθέα δεσμώτη». Δεύτερη φορά ασχολείται με τις «Βάκχες», τέσσερα χρόνια μετά την παράσταση που είχε ανεβάσει με τρεις άνδρες. Κι έχει διπλό ρόλο σε αυτό το νέο του εγχείρημα που αποτελεί συμπαραγωγή του Φεστιβάλ Αθηνών – Επιδαύρου και του ΔΗΠΕΘΕ Λάρισας. Δοκιμάζει τις δυνάμεις του και ως σκηνοθέτης και ως υποκριτής. «Μοιάζει και είναι δύσκολο κάποιες στιγμές», λέει στο «Νσυν» σχολιάζοντας τον διπλό του αυτό ρόλο ο καλλιτέχνης που έχει αγαπήσει τόσο το θέατρο όσο και τον κινηματογράφο κι έγινε γνωστός στο ευρύτερο κοινό μέσα από την βραβευμένη ταινία του «Το αγόρι τρώει το φαγητό του πουλιού». «Δεν ξέρω όμως πώς να είμαι μόνο σκηνοθέτης ή μόνο ηθοποιός. Νιώθω την ανάγκη και να είμαι μέσα στα πράγματα, αλλά και να τα οργανώνω. Δεν αισθάνομαι διχασμένος ωστόσο, απλώς δεν μπορώ να κάνω αλλιώς», συνεχίζει σε ένα διάλειμμα από τις πρόβες με τον θίασο που αποτελείται από τους Ανθή Ευστρατιάδου, Βασίλη Μαγουλιώτη, Αρη Μπαλή, Αργύρη Πανταζάρα, Ανέζα Παπαδοπούλου, Μαρία Πρωτόπαππα, Χρήστο Στέργιογλουκαι τον ίδιο.
ΣΑΝ ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ. Πώς είναι η αίσθηση να επιστρέφει σε μια παράσταση που αρχικά είχε σχεδιαστεί με τρεις μόλις ηθοποιούς οργανωμένη για κλειστό χώρο, την οποία τώρα καλείται να ανασυνθέσει με πολλά πρόσωπα και στην ορχήστρα ενός ανοιχτού θεάτρου; «Πρόκειται για μια συνέχεια, όχι για μια επιστροφή. Είχα την περιέργεια να δω πώς θα είναι η εκδοχή του έργου με πολλά πρόσωπα. Ενιωσα –και ειδικά με την τόσο ζωντανή μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά –σα να είχα στα χέρια μου μια παρτιτούρα με μουσική για ένα μικρό σύνολο και να έπρεπε να την φτιάξω έτσι που να ανταποκρίνεται για να την εκτελέσει ορχήστρα».
Ο 41χρονος σκηνοθέτης επιμένει σε αυτή την ιδιαίτερη τραγωδία του Ευριπίδη, όπου σχεδόν όλοι οι ήρωες μεταμορφώνονται σε κάτι διαφορετικό από αυτό που είναι. Ο λόγος; «Στην αρχή ήταν κάτι ακαθόριστο, όπως μας συμβαίνει όταν ερωτευόμαστε. Μας παίρνει καιρό για να αρχίσουμε να αναλύουμε τα πράγματα. Στην πορεία διαπίστωσα μελετώντας το έργο ότι με ενδιέφερε το πώς λειτουργούν οι αντιστάσεις μας και πώς οχυρωνόμαστε απέναντι στον κίνδυνο», εξηγεί διευκρινίζοντας ότι στο συγκεκριμένο έργο έχει να διαχειριστεί δύο στρατόπεδα: εκείνο του Πενθέα, ο οποίος αναδεικνύεται σε κεντρικό πρόσωπο με μια ισχυρή λειτουργία: του ανθρώπου που οργανώνεται απέναντι σε ό,τι εισβάλλει στα καθιερωμένα του. Κι από την άλλη ο Διόνυσος, που δεν έχει σχήμα και διακρίνεται από την τάση του να παρασύρει. Στο μεταξύ ένας προς έναν οι υπόλοιποι χαρακτήρες από αυτόνομες μονάδες εντάσσονται σε έναν χορό που μοιάζει να είναι τα διαφορετικά πρόσωπα, οι διαφορετικές φωνές του θεού.
Η ΕΠΙΔΑΥΡΟΣ. Η επιστροφή στην Επίδαυρο για τον Εκτορα Λυγίζο δεν μοιάζει να τον αγχώνει. «Είναι ένας χώρος που ζητά ενέργεια και υλικό. Η πρώτη μου εμπειρία ήταν πολύ θετική διότι το συγκεκριμένο θέατρο σού επιτρέπει να εξερευνήσεις τα εργαλεία του λόγου σε πολύ μεγάλη κλίμακα και υπό πολύ καλές συνθήκες θέασης και ακουστικής. Είναι ένας χώρος που εξυπηρετεί τον στόχο, να επικοινωνηθεί δηλαδή το κείμενο και το παιχνίδι που στήνουμε στην ορχήστρα προς το κοίλο».
«Bάκχες» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Εκτορα Λυγίζου την Παρασκευή και το Σάββατο στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου στις 21:00, με αγγλικούς υπέρτιτλους. Εισιτήρια: 5-45 ευρώ.