«Το μπαρ»: Ωραία είναι τα μπαρ, είτε είσαι μόνος είτε με παρέα. Ακούς καλή μουσική, πίνεις με παρέα που αγαπάς (ή μόνος –και πάλι καλύτερο από το να είσαι μόνος στο σπίτι), βγάζεις τα εσώψυχά σου στον ταλαίπωρο μπάρμαν, γενικώς θα έπρεπε να επιχορηγούνται για τη συμβολή τους στη κοινωνική συνοχή.
Εχω επίσης την αίσθηση πως ο Αλεξ ντε λα Ιγκλέσια, ο σκηνοθέτης του «Μπαρ» (που ξεκινάει με μια από τις πιο όμορφα φωτογραφισμένες σεκάνς που είδα φέτος), «μέτρησε» σοβαρά τον κοινωνικό τους ρόλο όταν έστηνε τούτη εδώ την ίντριγκα. Το στόρι έχει ως εξής: Μια ομάδα ετερόκλητων χαρακτήρων (ψεκασμένοι, χιπστεράδες, συνταξιούχοι –όλοι οι καλοί χωράνε) βρίσκεται σε ένα μπαρ όπου, μέσα στο καταμεσήμερο, ένας εκ των θαμώνων κάνει το… λάθος να βγει έξω, εισπράττει μια σφαίρα στο κεφάλι και σωριάζεται καταγής. Βγαίνει κι άλλος. Αλλη μια σφαίρα, άλλο ένα πτώμα. Ο πανικός που επικρατεί μέσα στο μπαρ φέρνει σταδιακά τους θαμώνες του αντιμέτωπους με ένα αλλόκοτο γεγονός: Στους δρόμους δεν υπάρχει άνθρωπος. Είναι άραγε κάποιος ψυχασθενής που πυροβολεί από κάποια οροφή; Ή μήπως ο κίνδυνος βρίσκεται μέσα στο μπαρ;
Η αλήθεια είναι πως η απάντηση σε αυτό το αίνιγμα αποτελεί την αφορμή για μια σαρκοβόρα σάτιρα υπό τη μορφή κοινωνιολογικής μελέτης μέσω ακραίων «δειγμάτων», όπως άλλωστε συνηθίζει ο Ιγκλέσια. Η δαιμόνια κάμερά του εξερευνά πόντο πόντο το μικρό πεδίο δράσης (που, φυσικά, κρύβει και μυστικά περάσματα) και το χιούμορ εναλλάσσεται με το σασπένς σχεδόν αδιάκοπα. Μέχρι που, κάπου στα μισά, συνειδητοποιείς πως το φιλμ έχει ξεμείνει από καύσιμα. Ετσι, το μόνο που απομένει στον σκηνοθέτη είναι να οδηγήσει όλους τους χαρακτήρες του στη σχιζοφρένεια και να οδηγηθεί σε ένα «χαοτικό» φινάλε.
Δεν λέω, καλά περνάς με το «Μπαρ», μόνο που η τεχνική του αρτιότητα (και η μούρλα του Ιγκλέσια που κορυφώνεται στις σουρεαλιστικές πινελιές της κρύπτης και του παραμορφωμένου άνδρα) δεν αρκούν για να μασκαρέψουν τη σεναριακή του κενότητα. Φυσικά, αυτή είναι μια «κατηγορία» που θα μπορούσες να εξαπολύσεις εναντίον πολλών φιλμ, σε τούτο εδώ όμως υπάρχει ξεκάθαρα μια επίφαση κοινωνικής κριτικής. Ως εκ τούτου, οφείλω να είμαι αυστηρότερος.
Βαθμοί: 6