«Απαράδεκτη τραγωδία» χαρακτηρίζει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) τους θανάτους από το ξέσπασμα της ιλαράς στην Ευρώπη. Τριάντα πέντε άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωής τους, τους τελευταίους 12 μήνες, με το πιο πρόσφατο θύμα ένα 6χρονο αγοράκι από την Ιταλία.
«Οι θάνατοι αυτοί θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί με τον εμβολιασμό» δήλωσε πρόσφατα με κατηγορηματικό τρόπο η Σουζάνα Τζάκαμπ, περιφερειακή διευθύντρια του ΠΟΥ για την Ευρώπη.
«Υπάρχει μεγάλος προβληματισμός καθώς, παρά το γεγονός ότι είναι διαθέσιμο ένα ασφαλές, αποτελεσματικό και οικονομικό εμβόλιο, η ιλαρά παραμένει μία από τις βασικές αιτίες θανάτου στον παιδικό πληθυσμό. Και δυστυχώς η Ευρώπη δεν αποτελεί εξαίρεση» πρόσθεσε η ίδια.
Επικρατούσα αιτία, σύμφωνα με τους ειδικούς, είναι ο ιός της αμφισβήτησης για την ασφάλεια των εμβολίων, που εξαπλώνεται τα τελευταία χρόνια στη Γηραιά Ηπειρο. Και παρόλο που η επιστημονική κοινότητα επαναλαμβάνει σε κάθε ευκαιρία ότι οι μαζικοί εμβολιασμοί των περασμένων δεκαετιών ήταν η αιτία που σοβαρές ασθένειες πέρασαν στην Ιστορία, τα εμβόλια φαίνεται να πέφτουν θύματα της επιτυχίας τους.
Μοιραία, αναδύεται μια νέα γενιά γονέων που επαναστατεί εναντίον των εμβολίων, καθώς παράλληλα φουντώνει και η σχετική παραπληροφόρηση, που έχει στον πυρήνα της την κινδυνολογία. Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, εκτιμάται ότι ένας στους δέκα γονείς δηλώνει επιφυλακτικός τόσο για την ασφάλεια όσο και για την αποτελεσματικότητα των εμβολίων.
Οι επιστήμονες, ωστόσο, προειδοποιούν ότι οι επιπτώσεις του αντιεμβολιαστικού κινήματος αποτυπώνονται με τον πλέον τραγικό τρόπο.
Το παράδειγμα της Ιταλίας
Ενδεικτική είναι η περίπτωση της Ιταλίας: ενώ το 2016 είχαν καταγραφεί συνολικά 844 κρούσματα ιλαράς, κατά το πρώτο τρίμηνο του 2017 εκδηλώθηκαν περισσότερα από 700(!), με την πλειονότητα των ασθενών να είναι 15-37 ετών. Τα τελευταία δεδομένα από τις ιταλικές Αρχές είναι ακόμη πιο ανησυχητικά, καθώς από τον Ιούνιο του 2016 έως και σήμερα ο αριθμός των κρουσμάτων έχει εκτοξευτεί στις 3.300, με τη χώρα να μετράει δύο θανάτους. Επιπλέον, η Ρουμανία έχει αναφέρει 31 θανάτους.
Πάντως, στην περίπτωση της Ιταλίας φαίνεται το πάθημα να έχει γίνει μάθημα, καθώς αποτελεί το πλέον θετικό παράδειγμα ευρωπαϊκής χώρας που επιδεικνύει ισχυρή πολιτική βούληση ώστε να εκμηδενίσει το αντιεμβολιαστικό κίνημα. Και αυτό διότι για τους επιστήμονες εκεί σήμανε συναγερμός για έναν επιπλέον λόγο: το ποσοστό των παιδιών ηλικίας δύο ετών που έχουν εμβολιαστεί έχει υποχωρήσει τα τελευταία χρόνια από το 90% στο 80%. Σημειωτέον, δε, ότι ο ΠΟΥ συνιστά ως όριο ασφαλείας –ώστε να δημιουργείται ένα «τείχος» που εμποδίζει τη μετάδοση της νόσου –το 95%.
Ετσι, από τον περασμένο Μάιο η κυβέρνηση της γείτονος χώρας αποφάσισε ότι ο εμβολιασμός των παιδιών είναι υποχρεωτικός. Συνεπώς, οι γονείς για να εγγράψουν το παιδί τους στον παιδικό σταθμό ή στο νηπιαγωγείο θα πρέπει να αποδείξουν μέσω του βιβλιαρίου υγείας ότι ήταν συνεπείς στα ραντεβού με τον παιδίατρο.
Μάλιστα, από το Δημοτικό προβλέπονται πρόστιμο στους γονείς (έως και 7.500 ευρώ) και απαγόρευση εγγραφής, στην περίπτωση που τα «πρωτάκια» δεν έχουν υποβληθεί στον υποχρεωτικό εμβολιασμό (12 εμβόλια συνολικά).
Αδρανεί το ελληνικό υπουργείο Υγείας
Και ενώ και η Γερμανία εξετάζει σοβαρά πλέον το ενδεχόμενο να αυστηροποιήσει το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο, η χώρα μας είναι εκτός ευρωπαϊκού πολιτικού παλμού.
Είναι ενδεικτικό ότι τόσο η Ελληνική Παιδιατρική Εταιρεία όσο και η Ενωση Ελευθεροεπαγγελματιών Παιδιάτρων Αττικής έχουν αποστείλει σχετικές συστάσεις – προτάσεις ώστε το ελληνικό νομικό πλαίσιο να γίνει πιο αυστηρό.
Παρά ταύτα, την περίοδο που η Ιταλία νομοθετούσε, η ηγεσία του υπουργείου Υγείας στην οδό Αριστοτέλους αναλωνόταν σε… σκέψεις. Υπενθυμίζεται ότι τον περασμένο Μάιο ο υπουργός Υγείας Ανδρέας Ξανθός είχε αναφέρει έπειτα από σχετική ερώτηση ότι «υπάρχει μια σκέψη να είναι υποχρεωτικό ο γονιός που αρνείται να εμβολιαστεί το παιδί του, να υπογράφει ένα έντυπο το οποίο θα καταχωρίζεται στο βιβλιάριο υγείας του παιδιού και άρα στον ηλεκτρονικό φάκελο».
Για την Ιστορία, η σκέψη αυτή δεν έχει ακόμη υλοποιηθεί.
Σημειώνεται, δε, ότι κατά τον έλληνα νομοθέτη (τελευταία φορά ασχολήθηκε με το θέμα στις αρχές της δεκαετίας του ’50) μόνο τα εμβόλια κατά του τετάνου και της διφθερίτιδας είναι υποχρεωτικά, όπως σημειώνει στα «ΝΕΑ» ο παιδίατρος – νεογνολόγος και ταμίας του ΔΣ της Ελληνικής Παιδιατρικής Εταιρείας, δρ Νίκος Βουδούρης.
Ο ίδιος προειδοποιεί ότι το αντιεμβολιαστικό κίνημα εδραιώνεται και στη χώρα μας. Ωστόσο, «το κύμα μεταναστών και προσφύγων έχει κάνει τους έλληνες γονείς πιο προσεκτικούς, με αποτέλεσμα να μειώνονται οι αντιστάσεις τους», σημειώνει ο ειδικός, σπεύδοντας όμως να προσθέσει ότι η ανησυχία αυτή είναι αβάσιμη «καθώς, όπως έχει διαπιστωθεί, ο συγκεκριμένος πληθυσμός και εμβολιάζεται και ελέγχεται συστηματικά».
Στα «συν» της χώρας μας είναι και το γεγονός ότι «ο εμβολιασμός στην Ελλάδα γίνεται από τους παιδιάτρους, όταν στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες το έργο αυτό αναλαμβάνουν γενικοί γιατροί, ακόμη και νοσηλευτές. Το θετικό συνεπακόλουθο αυτής της κατάστασης είναι ότι οι έλληνες επιστήμονες είναι οι πλέον ειδικοί ώστε να ενημερώνουν τους γονείς, προσπαθώντας μέσω επιστημονικών επιχειρημάτων να μεταπείσουν εκείνους που δηλώνουν ισχυρή αμφιβολία ή ακόμη και άρνηση».
Ομως οι προσπάθειες των παιδιάτρων δεν αποδίδουν πάντα: όπως προκύπτει από τον… εμπειρικό κανόνα –όπως αυτός έχει διαμορφωθεί στα παιδιατρικά ιατρεία -, οι δύσπιστοι γονείς, όταν αισθάνονται πιεσμένοι, συνήθως δεν ανανεώνουν το ραντεβού με τον παιδίατρο.
Αλλωστε, σύμφωνα με καταγγελίες, μια μερίδα –ευτυχώς μικρή –παιδιάτρων είναι διαθέσιμη να εξυπηρετήσει τους καχύποπτους γονείς, σφραγίζοντας ακόμη και τα βιβλιάρια υγείας των παιδιών ώστε να φαίνεται ότι έχουν εμβολιαστεί σύμφωνα με το εθνικό πρόγραμμα.