Μέμφις, 1959. Η πόλη, όπως και ολόκληρος ο αμερικανικός Νότος, τηρεί τους κανόνες του φυλετικού διαχωρισμού με ταμπέλες του στυλ «μόνο για λευκούς» σε καταστήματα και υπηρεσίες. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στη μουσική σκηνή της. Ωστόσο ένας λευκός τραπεζικός ονόματι Τζιμ Στιούαρτ, που λατρεύει την κάντρι και που δυο χρόνια πριν έχει ιδρύσει στο γκαράζ του τη δισκογραφική Satellite, μυείται από έναν ηχολήπτη στη μαύρη μουσική. Αισθάνεται «σαν τυφλός που βρήκε το φως του». Κυκλοφορεί το πρώτο rhythm and blues σινγκλ της εταιρείας, το «Fool in Love» των Veltones και αφού τη μεταφέρει σε έναν παλιό κινηματογράφο χωρίς καθίσματα, συνεργαζόμενος πλέον με την αδελφή του, Εστέλ Αξτον, αρχίζει να εμβαθύνει στην αφροαμερικανική κουλτούρα.
Στον κατάλογο της Satellite προστίθεται το «Cause I Love You» των Ρούφους και Κάρλα Τόμας, που αρέσει τόσο στη μεγάλη και τρανή Atlantic ώστε το διανέμει σε εθνικό επίπεδο. Τα δύο αδέλφια σουλουπώνουν τον κινηματογράφο (η επικλινής πλατεία του έδινε στον ήχο μια χαρακτηριστική χροιά, σύμφωνα με τους φανατικούς), στήνουν στο φουαγιέ ένα δισκοπωλείο όπου τεστάρουν τα γούστα των ακροατών και το 1961 αναβαπτίζουν το εγχείρημα: το νέο όνομα της δισκογραφικής προέρχεται από τα δύο πρώτα γράμματα των επωνύμων τους.
Η ιστορία της Stax Records μοιάζει να αποτυπώνει τη μεταπολεμική ιστορία της αφροαμερικανικής κοινότητας και τις κάποτε ιδανικές, αλλά συνήθως άνισες σχέσεις της με τη λευκή. Δεν ήταν μόνο η εξέλιξη του ήχου της –από την τραχιά σόουλ των Staple Singers που λάτρευε ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, μέχρι το απαστράπτον φανκ της ταινίας «Shaft» που χάρισε στον Αϊζακ Χέιζ ένα Οσκαρ. Ηταν και οι μεικτές μπάντες της όπως οι Booker T & the M.G.’s, κάπως σπάνιες για την εποχή. Ηταν καλλιτέχνες όπως ο Οτις Ρέντινγκ, που από το «These arms of mine» του 1962 μέχρι τον θάνατό του το 1967, δεν άφησε ποτέ τη Stax εκτός charts.
Ηταν όμως και εκείνο το συμβόλαιο συνεργασίας με την Atlantic, που ο Τζιμ Στιούαρτ υπέγραψε καλόπιστα το 1965, χωρίς να υποψιάζεται ότι κάποιες ρήτρες θα αποδεικνύονταν καταστροφικές. Την ίδια εποχή, ο παραγωγός Αλ Μπελ είχε αντικαταστήσει την Εστέλ Αξτον και μετά την πώληση της Atlantic στη Warner, όταν θα αποκαλύπτονταν οι επαχθείς όροι του συμβολαίου, η επικείμενη πτώση της Stax εκείνον θα βάραινε. Τα δικαιώματα των τραγουδιών της ανήκαν πλέον σε άλλους. Ο Στιούαρτ του είχε παραχωρήσει το μερίδιό του και κάπως έτσι, η πτώχευση του 1976 έφερε στο κατόπι του το FBI. Χρόνια αργότερα, ο Μπελ δήλωνε ότι οι λευκές δισκογραφικές ήθελαν να καταστρέψουν την επιτυχημένη Stax. Τελικά, τα κεντρικά της πουλήθηκαν το 1981 σε μια τοπική εκκλησία για δέκα δολάρια.
Η αφροαμερικανική κοινότητα ωστόσο δυνάμωνε μαζί της. Ειδικά ο Μπελ ενίσχυε τη φυλετική ενοποίηση στις τάξεις της εταιρείας και τα στούντιό της στο Μέμφις αποτελούσαν καταφύγιο από τις εχθρότητες: μαύροι και λευκοί περνούσαν τις πόρτες τους για να παίξουν παρέα καλή μουσική. Τον Απρίλιο του 1968 όταν ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ δολοφονήθηκε στο Μοτέλ Λορέν, εκεί όπου σύχναζαν οι τεχνικοί της Stax και ο Στιβ Κρόπερ με τον Εντι Φλόιντ είχαν συνθέσει το «Knock on Wood», στα επεισόδια που ακολούθησαν, κανένας δεν διανοήθηκε να αγγίξει τις εγκαταστάσεις της εταιρείας. Το πιο ιστορικό όμως κατόρθωμά της μάλλον ήρθε τον Αύγουστο του 1972: στη συνοικία Γουάτς του Λος Άντζελες, εκεί όπου το 1965 οι εντάσεις μεταξύ αστυνομίας και Αφροαμερικανών είχαν οδηγήσει σε εξαήμερη εξέγερση που κόστισε τη ζωή σε 34 άτομα, η Stax διοργάνωσε μια μεγάλη συναυλία. Ονομάστηκε Wattstax, περιλάμβανε εμφανίσεις από τον Αλμπερτ Κινγκ, τους Bar-Kays, τον Αϊζακ Χέιζ, τον κωμικό Ρίτσαρντ Πράιορ και άλλους, ενώ είχε παρουσιαστή τον ακτιβιστή αιδεσιμότατο Τζέσε Τζάκσον. Παρακολουθήθηκε από 100.000 ανθρώπους, γυρίστηκε σε ντοκιμαντέρ από τον Μελ Στιούαρτ και έμεινε γνωστή ως το Μαύρο Γούντστοκ.
Παρόλες πάντως τις προσπάθειες του Μπελ να ανακάμψει ζητώντας οικονομική βοήθεια μέχρι και από τον βασιλιά της Σαουδικής Αραβίας Φαϊζάλ, η Stax τον οδήγησε σε μια ψυχοφθόρα δικαστική περιπέτεια. Τελικά η εταιρεία αγοράστηκε από τη Fantasy, που με τη σειρά της πωλήθηκε στην Concord. Η τελευταία είναι που σε συνεργασία με τη Rhino της Warner, μπορεί πλέον να γιορτάσει τα εξήντα χρόνια από το ξεκίνημα των πάντων σε εκείνο το γκαράζ του Μέμφις το 1957. Πριν από ενάμιση μήνα κυκλοφόρησαν συλλογές επιτυχιών των Οτις Ρέντινγκ, Booker T & the M.G.’s, Sam & Dave, Κάρλα Τόμας ή Staple Singers. Σειρά έχουν επετειακές εκδόσεις σε βινύλιο του «The Great Otis Redding Sings Soul Ballads» ή του σάουντρακ της θρυλικής για το blaxploitation ιδίωμα ταινίας «Sweet Sweetback’s Baadasssss Song». Τον Αύγουστο ακολουθεί μια τετραπλή ανθολογία του Χέιζ ονόματι «The Spirit of Memphis», ένα box set με άπαντα τα σινγκλ της εταιρείας και πολλές ψηφιακές κυκλοφορίες. Οι συναυλίες δεν λείπουν: τα φυντάνια της λεγόμενης Stax Music Academy περιοδεύουν τον Ιούλιο στην Ευρώπη, ενώ τον Σεπτέμβριο, ο Booker T, ο Σαμ Μουρ και ο Τομ Τζόουνς, θα δώσουν ένα επετειακό σόου στο Λονδίνο.
Μέχρι στιγμής, στις σχετικές προωθητικές ενέργειες έχει ακουστεί κυρίως ο Τζιμ Στιούαρτ: η συνεργασία της Concord και της Rhino, δήλωνε, σηματοδοτεί την αρχή του τέλους της γλυκόπικρης σχέσης μεταξύ της Stax και της Atlantic. «Η Stax ήταν το μωρό μου» κατέληγε. «Η μουσική της θα είναι πάντα εμψυχωτική. Χαίρομαι πολύ που όσα δημιουργήσαμε ανακαλύπτονται ακόμα και κατοικούν στις καρδιές όσων γνωρίζουν τη χαρά και τη δύναμη της αληθινής μουσικής».
Ο Αλ Μπελ δεν πολυεμφανίζεται τα τελευταία χρόνια. Γνωρίζουμε ωστόσο ότι κάποια στιγμή συνεργάστηκε με τη Motown και ότι πλέον προσπαθεί να ενισχύσει την ανεξάρτητη σκηνή του Μέμφις.