Ο τρόπος που διηγείται την ιστορία με τον κότσυφα είναι πάντασυγκλονιστικός –ακόμη κι όταν στο κρίσιμο σημείο κάνει λάθος και το διορθώνει με χαμόγελο. Ο «κότσυφας που τον λέγαν Σταύρο» διδάσκει σεμνότητα και ταπεινοφροσύνη. Κι επειδή ακολουθείται πάντα από το «Τι έπαιξα στο Λαύριο», και τη γοητευτική εικόνα των παιδιών που «έτσι κι αλλιώς τα ξέρουν όλα», συνιστά μια ειλικρινή εξομολόγηση και ένα πολύτιμο απόσταγμα ζωής.
Η περίπτωση του Διονύση Σαββόπουλου είναι μοναδική. Χαρακτηρίστηκε κάποτε διάδοχος του Χατζιδάκι και του Θεοδωράκη, αλλά είναι κάτι άλλο, όχι μεγαλύτερο, αλλά διαφορετικό και αταξινόμητο. Δεν είναι μόνο τα ίδια τα τραγούδια του που εξακολουθούν να γοητεύουν, να συγκινούν, να ξεσηκώνουν, αλλά και να ενοχλούν –όπως έδειξε η απαγόρευση της «Συννεφούλας» από το βιβλίο Θρησκευτικών. Είναι και η απίθανη ικανότητά του να ανοίγεται και να γεφυρώνει, να απλώνεται και να ενώνει, να δένει το παλιό και το καινούργιο, να προσαρμόζεται και να καθοδηγεί.
Είναι επίσης ο μοναδικός του τρόπος να αφήνει ανοιχτά ερωτήματα. Οταν διασκεύασε πέρυσι έναν στίχο του και τραγούδησε «Τον χειμώνα ετούτο άμα τον περάσουμε/ τον απατεώνα αν τον ξεπεράσουμε» εννοούσε τον Τσίπρα; (μάλλον όχι) Οταν διέκοψε προχθές στο Καλλιμάρμαρο την ανόητη διασκευή του ίδιου τραγουδιού από τον Ζουγανέλη, παρομοιάζοντάς τον με τον συμμαθητή που παίρνει το μικρόφωνο στο πούλμαν για να πει το αστείο του, έπαιξε ένα προετοιμασμένο σκετς; (μάλλον ναι) Οταν επέμεινε τα καμιόνια στο «Ακορντεόν» να είναι γερμανικά, και όχι φασιστικά, ήθελε να στείλει κάποιο μήνυμα; (άγνωστο)
Ετσι κι αλλιώς, η ποίηση επιδέχεται πάντα πολλές ερμηνείες. Και ταιριάζει με όλων των ειδών τις κοσμοθεωρίες. Το «δροσερό αεράκι που θα σας επισκέπτεται κάθε φορά που το χρειάζεστε», όπως χαρακτήρισε ο καλλιτέχνης το ελληνικό τραγούδι, δεν κάνει διακρίσεις. Και παρά τις κριτικές που δέχεται ότι μούχλιασε, δείχνει να αντέχει. Και να κάνει κύκλους. Και να συγκεντρώνει απίστευτα πλήθη. Οταν μάλιστα όλα αυτά γίνονται για φιλανθρωπικούς λόγους, ακόμα καλύτερα.
Υπάρχει μόνο ένας κίνδυνος. Κι αυτός δεν είναι η ενσωμάτωση στοmainstream,όπως κατηγόρησαν στο παρελθόν τον Σαββόπουλο κάτι «παιδιά από τη Θεσσαλονίκη», αλλά η απρόσεκτη παράδοση σε ένα νέο, υπερκομματικό και διακομματικό εθνοπατριωτικό αφήγημα, όπου τα πολιτικά σχόλια θα τα κάνουν διάφοροι μετανοήσαντες δραχμιστές, η κυρίαρχη κραυγή θα είναι το «Εθνική Ελλάδος γεια σου!» και η κεντρική ιστορία δεν θα είναι ο κότσυφας, αλλά το πώς ο Θεός παραλίγο να ξεχάσει τους Ελληνες και τελικά τους έδωσε για να ζήσουν το καλύτερο κομμάτι της πίτας που το φύλαγε για τη σύνταξή του.
Αλλά αυτά είναι γκρίνιες. Τον Νιόνιο δεν τον φοβόμαστε, η επόμενη φάση του θα είναι κοσμοπολίτικη (συνεργασία με τον Νικ Κέιβ;), η ισορροπία θα είναι πάντα θαυμαστή.